Προσφυγή της “Ολυμπιακές Αερογραμμές Α.Ε.” κατά της Επιτροπής
Υπόθεση T-416/05
Με την προσφυγή που κατέθεσε στο Πρωτοδικείο Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Επιτροπής η νέα εταιρία “Ολυμπιακές Αερογραμμές Α.Ε.”, η οποία ανέλαβε το πτητικό έργο της παλαιάς εταιρίας “ΟΑ” στα πλαίσια της ιδιωτικοποίησης της τελευταίας, ζήτησε να ακυρωθούν τα άρθρα 1 § 1, 4 και 2 της απόφασης C 11/2004 της Επιτροπής, κατά το μέρος που αφορούν την προσφεύγουσα.
Με την προσβαλλόμενη απόφαση η Επιτροπή διαπίστωσε την καταβολή προς την προσφεύγουσα και την “ΟΑ” κρατικών ενισχύσεων από την Ελλάδα, ασυμβίβαστων προς τη συνθήκη, μεταξύ των άλλων και εξαιτίας:
– καταβολής εκ μέρους της προσφεύγουσας για την υπεκμίσθωση αεροσκαφών, μισθωμάτων κατώτερων από τα καταβαλλόμενα για κύριες χρηματοδοτικές μισθώσεις, επί ζημία του ελληνικού Δημοσίου και της “ΟΑ”,
– υπερεκτίμησης της αξίας των στοιχείων του ενεργητικού της προσφεύγουσας κατά το χρόνο της σύστασής της,
– επίδειξης από το ελληνικό Δημόσιο προς την “ΟΑ” συνεχούς ανοχής ως προς τις οφειλές φόρων και εισφορών κοινωνικής ασφάλισης.
Ως προς το σκέλος της απόφασης που αναφέρεται στα μισθώματα των αεροσκαφών που καταβάλλει, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει κρατική ενίσχυση και ότι, συνεπώς, η προσβαλλομένη απόφαση παραβιάζει το άρθρο 87 § 1 ΕΚ. Σύμφωνα με την προσφεύγουσα, η Επιτροπή δεν ανέλυσε την επιλογή τής “ΟΑ” να υπεκμισθώσει τα αεροσκάφη με βάση το κριτήριο του ιδιώτη επιχειρηματία, ούτε εξέτασε αν η προσφεύγουσα απεκόμισε κάποιο όφελος, το οποίο δεν θα απεκόμιζε βάσει των συνθηκών της αγοράς, ενώ εξάλλου υπέπεσε και σε πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως, επειδή σύγκρινε τα μισθώματα που καταβάλλει η προσφεύγουσα με αυτά που καταβάλλει η “ΟΑ” για την κύρια μίσθωση, και όχι με αυτά που θα χρειαζόταν να καταβάλει η προσφεύγουσα, αν απευθυνόταν σε άλλον εκμισθωτή. Ανάλογη επιχειρηματολογία ανέπτυξε και ως προς το σκέλος της απόφασης που αφορά την περίπτωση των αεροσκαφών υπό καθεστώς χρηματοδοτικής μίσθωσης. Εκτός των άλλων, η προσφεύγουσα επικαλέσθηκε και πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως και εκ του ότι η Επιτροπή θεώρησε, εσφαλμένα, ότι η προσφεύγουσα συνήψε συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης ενώ, όπως υποστηρίζει, συνήψε μόνο συμβάσεις λειτουργικής υπομίσθωσης. Η προσφεύγουσα επικαλείται επίσης ελλείψεις αιτιολογίας ως προς όλες τις παραπάνω διαπιστώσεις της Επιτροπής.
Ως προς το σκέλος της απόφασης που αναφέρει ότι η προσφεύγουσα αποτελεί διάδοχο της ΟΑ, η προσφεύγουσα επικαλείται σφάλμα εκτιμήσεως της Επιτροπής, η οποία δεν έλαβε υπόψη της ότι η δραστηριότητα της “ΟΑ” συνεχίστηκε, ότι δεν υπάρχει εξάρτηση μεταξύ των δύο εταιριών και ότι είναι εν εξελίξει διαδικασία ιδιωτικοποίησης. Η προσφεύγουσα επικαλείται επίσης έλλειψη αιτιολογίας, διότι η Επιτροπή δεν εξέτασε το κριτήριο της οικονομικής λογικής της πράξης, η οποία, κατά την προσφεύγουσα, επέβαλε την απόσχιση του πτητικού κλάδου της “ΟΑ”, τη δημιουργία νέας εταιρίας και, στη συνέχεια, την πώλησή της σε ιδιώτες.
Τέλος, ως προς τη “συνεχιζόμενη ανοχή” της Ελλάδος έναντι της ΟΑ, η προσφεύγουσα επικαλείται παράβαση του κοινοτικού δικαίου ως προς την έννοια της κρατικής ενίσχυσης, λόγω του ότι η Επιτροπή δεν εξέτασε την συμπεριφορά της Ελλάδος υπό το πρίσμα του κριτηρίου του ιδιώτη πιστωτή. Επικαλείται επίσης ελλείψεις ως προς την απαιτούμενη αιτιολογία, καθώς και παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας, στο βαθμό που η προσβαλλομένη απόφαση επιβάλλει στην προσφεύγουσα να επιστρέψει όλες τις παράνομες ενισχύσεις που χορηγήθηκαν έως την απόσχισή της, παρόλο που τα ποσά αυτά αφορούσαν όλες τις δραστηριότητες της παλαιάς εταιρίας, τις περισσότερες από τις οποίες συνεχίζει να τις εκτελεί η “ΟΑ”, ενώ η προσφεύγουσα δραστηριοποιείται μόνο στην παροχή υπηρεσιών αεροπορικής μεταφοράς.