Υποχρέωση ανάκτησης των αντισταθμιστικών αποζημιώσεων του ΕΛΓΑ

Το ΔΕΕ απορρίπτει την αναίρεση της ελληνικής κυβέρνησης και υποχρεώνει το Ελληνικό Δημόσιο να ανακτήσει από τους Έλληνες αγρότες τις παράνομες αντισταθμιστικές αποζημιώσεις που είχε καταβάλει ο ΕΛΓΑ

Τον Ιανουάριο του 2009, ο Οργανισμός Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΕΛΓΑ), φορέας του Δημοσίου που έχει ως σκοπό την ασφάλιση των αγροτικών εκμεταλλεύσεων όσον αφορά ζημίες οφειλόμενες σε φυσικούς κινδύνους, κατέβαλε σε περίπου 800.000 Έλληνες αγρότες αντισταθμιστικές ενισχύσεις, συνολικού ύψους 425 εκατομμυρίων ευρώ, λόγω ζημιών που είχαν προκληθεί το 2008 εξαιτίας δυσμενών καιρικών συνθηκών.

Σύμφωνα με τις ελληνικές αρχές, μέρος του ποσού προερχόταν από εισφορές που είχαν καταβάλει οι Έλληνες αγρότες στο πλαίσιο του συστήματος υποχρεωτικής ασφαλίσεως του ΕΛΓΑ, ενώ το υπόλοιπο καλύφθηκε από δάνειο που συνήψε ο οργανισμός αυτός με τράπεζες, με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με την με αριθμό 2012/157/ΕΕ απόφασή της, λαμβάνοντας υπόψη ιδίως τους κανόνες του Προσωρινού Κοινοτικού Πλαισίου (ΠΚΠ) για τη λήψη μέτρων κρατικών ενισχύσεων, λόγω της πρόσφατης χρηματοπιστωτικής κρίσης, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι αποζημιώσεις που καταβλήθηκαν από τον ΕΛΓΑ στους παραγωγούς γεωργικών προϊόντων στη διάρκεια των ετών 2008-2009 συνιστούν κρατικές ενισχύσεις μη συμβατές με την εσωτερική αγορά και πρέπει να ανακτηθούν.

Η Ελλάδα προσέφυγε ενώπιον του ΓεΔΕΕ, ζητώντας την ακύρωση της ως άνω απόφασης της Επιτροπής. Ταυτόχρονα, ζήτησε και πέτυχε την αναστολή εκτέλεσης της εν λόγω απόφασης μέχρι την έκδοση της οριστικής απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου. Ωστόσο, το ΓεΔΕΕ απέρριψε τελικά την ελληνική προσφυγή (Υπόθεση Τ-52/12, απόφαση της 06.07.2014). Κατόπιν, η ελληνική κυβέρνηση άσκησε αίτηση αναίρεσης ενώπιον του ΔΕΕ, ζητώντας, αφενός μεν, την ακύρωση της πρωτόδικης απόφασης και, αφετέρου, την εκ νέου αναστολή της εκτέλεσης της απόφασης της Επιτροπής, αίτημα το οποίο εν προκειμένω απορρίφθηκε.

Το Δικαστήριο της Ένωσης, κρίνοντας επί της αιτήσεως αναιρέσεως της ελληνικής πλευράς, επισήμανε καταρχάς ότι η είσπραξη των εισφορών των αγροτών από το Δημόσιο και η εισαγωγή τους στον κρατικό προϋπολογισμό, πριν αυτές αποδοθούν από το Δημόσιο στον ΕΛΓΑ, αρκούν για να θεωρηθεί ότι οι παροχές που χορηγεί ο ΕΛΓΑ προέρχονται από κρατικούς πόρους. Δεδομένου, επίσης, ότι οι πληρωμές που χορηγεί ο ΕΛΓΑ ήταν ανεξάρτητες των εισφορών που είχαν καταβάλει οι αγρότες, οι πληρωμές αυτές συνιστούσαν πλεονέκτημα, το οποίο δεν θα είχαν οι δικαιούχοι υπό κανονικές συνθήκες αγοράς και, επομένως, είχαν επιπτώσεις στον ανταγωνισμό.

Όσον αφορά την εφαρμογή, από την Επιτροπή, των κανόνων του Προσωρινού Κοινοτικού Πλαισίου, το Δικαστήριο επισήμανε ότι η Επιτροπή, θεσπίζοντας τέτοιους κανόνες, αυτοπεριορίστηκε όσον αφορά την άσκηση της ευρείας εξουσίας εκτιμήσεως σχετικά με το αν είναι συμβατές με την εσωτερική αγορά οι ενισχύσεις με σκοπό την άρση σοβαρής διαταραχής της οικονομίας κράτους μέλους και, ως εκ τούτου, δεν μπορεί, καταρχήν, να αποκλίνει από αυτούς τους κανόνες. Σε περίπτωση, όμως, που κράτος μέλος επικαλείται και αποδεικνύει την ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων που χαρακτηρίζουν συγκεκριμένο τομέα της οικονομίας, η Επιτροπή δύναται να αποκλίνει από τέτοιους κανόνες συμπεριφοράς. Ωστόσο, εν προκειμένω, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η Ελλάδα δεν προέβαλε ενώπιον του ΓεΔΕΕ το επιχείρημα ότι συνέτρεχαν τέτοιες εξαιρετικές ειδικές περιστάσεις στον ελληνικό γεωργικό τομέα, οι οποίες διαφοροποιούνταν από εκείνες που χαρακτήριζαν τον ίδιο τομέα σε άλλα, πληττόμενα από την οικονομική κρίση, κράτη μέλη και οι οποίες θα μπορούσαν να επιβάλλουν στην Επιτροπή την απόκλιση από το Προσωρινό Κοινοτικό Πλαίσιο. Επομένως, το ΔΕΕ απέρριψε την αίτηση αναίρεσης της ελληνικής πλευράς, επικύρωσε την απόφαση της Επιτροπής και, ως εκ τούτου, το Ελληνικό Δημόσιο υποχρεούται να ανακτήσει τις κρατικές ενισχύσεις.

http://curia.europa.eu/jcms/upload/docs/application/pdf/2016-03/cp160026el.pdf

keyboard_arrow_up