Για να αποδειχθεί ο ουσιώδης επηρεασμός της θέσης μιας επιχείρησης λόγω χορήγησης ενίσχυσης σε ανταγωνίστριά της, δεν αρκεί να υποβληθούν μόνον ορισμένα στοιχεία τα οποία δείχνουν ελάττωση των εμπορικών ή οικονομικών αποτελεσμάτων της προσφεύγουσας, όπως είναι η σημαντική μείωση του κύκλου εργασιών, μη αμελητέες οικονομικές απώλειες ή ακόμη σημαντική μείωση των μεριδίων αγοράς που επήλθαν μετά τη χορήγηση της εν λόγω ενισχύσεως, αλλά και στοιχεία που αφορούν, επιπλέον, το συνεπαγόμενο διαφυγόν κέρδος ή τη λιγότερο ευνοϊκή εξέλιξη από εκείνη που θα μπορούσε να σημειωθεί για την ανταγωνίστρια επιχείρηση ελλείψει της επίμαχης ενίσχυσης
Προσφυγή ακύρωσης απόφασης Επιτροπής από ανταγωνίστρια εταιρία – ΔΕΕ C-594/19 P
Η Ryanair Ltd είναι ιρλανδική αεροπορική εταιρία χαμηλού κόστους, η οποία χρησιμοποιεί τις εγκαταστάσεις του αερολιμένα Frankfurt-Hahn που η εκμετάλλευσή του έχει ανατεθεί στην εταιρία Flughafen Frankfurt Hahn GmbH (στο εξής: FFHG), στο κεφάλαιο της οποίας συμμετείχαν, αφενός, κατά πλειοψηφία η Flughafen Frankfurt/Main GmbH που είχε την εκμετάλλευση του αερολιμένα Frankfurt am Main, και, αφετέρου, το ομόσπονδο κράτος Rheinland-Pfalz.
Η FFHG συμπεριλήφθηκε στο κοινό Ταμείο του ομόσπονδου κράτους Rheinland-Pfalz, στόχος του οποίου ήταν η βελτιστοποιημένη αξιοποίηση των ταμειακών πλεονασμάτων των διαφόρων χαρτοφυλακίων συμμετοχών, ιδρυμάτων και δημοσίων επιχειρήσεων του εν λόγω ομόσπονδου κράτους. Στο ως άνω πλαίσιο, χορηγήθηκε στην FFHG πιστωτικό όριο ύψους 45 εκατομμυρίων ευρώ, καθώς και πέντε δάνεια με εγγύηση 100% του ομόσπονδου κράτους Rheinland-Pfalz.
Κατόπιν της αυτεπάγγελτης κίνησης της επίσημης διαδικασίας έρευνας, η Επιτροπή έκρινε ότι το πιστωτικό όριο που χορηγήθηκε στην FFHG, δύο από τα προαναφερόμενα δάνεια και η εγγύηση του ομόσπονδου κράτους Rheinland-Pfalz συνιστούν συμβατές κρατικές ενισχύσεις. Η Επιτροπή έκρινε, επίσης, ότι τα υπόλοιπα δάνεια δεν αποτελούσαν κρατικές ενισχύσεις (SA.32833/2016).
Η Deutsche Lufthansa, αεροπορική εταιρία που εδρεύει στη Γερμανία και έχει ως κύρια δραστηριότητα τη μεταφορά επιβατών, προσέφυγε ενώπιον του ΓεΔΕΕ κατά της εν λόγω απόφασης, υποστηρίζοντας ότι οι ενισχύσεις που χορηγήθηκαν στην FFHG χρησιμοποιήθηκαν από αυτήν προς όφελος της Ryanair, προκειμένου να καλυφθούν οι ζημίες από μεταξύ τους προηγούμενη συμφωνία και για να χρηματοδοτηθούν οι υποδομές που προορίζονταν για την Ryanair, καθώς και ότι πρόκειται για παράνομες και μη συμβατές κρατικές ενισχύσεις. Το ΓεΔΕΕ απέρριψε την προσφυγή αυτή ως απαράδεκτη, καθώς έκρινε ότι η Deutsche Lufthansa δεν νομιμοποιούνταν ενεργητικά στην άσκησή της, αφού η επίδικη απόφαση δεν την αφορούσε «ατομικά» και, επιπλέον, τα επίμαχα μέτρα δεν είχαν ληφθεί βάσει καθεστώτος ενισχύσεων, ώστε η απόφαση της Επιτροπής (SA.32833/2016) να μπορεί να χαρακτηριστεί ως «κανονιστική πράξη» κατά την έννοια του άρθρου 263, οπότε η Deutsche Lufthansa να δικαιούται να την προσβάλει στηριζόμενη στη διάταξη αυτή ως νομική βάση.
Στη συνέχεια, η Deutsche Lufthansa άσκησε αίτηση αναίρεσης κατά της απόφασης του ΓεΔΕΕ λόγω νομικών σφαλμάτων και προσβολής των διαδικαστικών της δικαιωμάτων. Το ΔΕΕ επισήμανε, αρχικά, ότι η απόφαση της Επιτροπής για την περάτωση της επίσημης διαδικασίας έρευνας αφορά ατομικώς, εκτός από την επιχείρηση που ωφελήθηκε από την επίμαχη ενίσχυση, και τις ανταγωνίστριες επιχειρήσεις οι οποίες έχουν μετάσχει ενεργώς στην ως άνω διαδικασία και εφόσον η θέση τους στην αγορά επηρεάζεται ουσιωδώς εξαιτίας της ενίσχυσης. Επιπροσθέτως, το ΔΕΕ παρατήρησε ότι ο ουσιώδης επηρεασμός της ανταγωνιστικής θέσης του εκάστοτε προσφεύγοντος στην οικεία αγορά προκύπτει όχι από τη διεξοδική ανάλυση των διαφόρων σχέσεων ανταγωνισμού σε αυτήν, ανάλυση μέσω της οποίας θα μπορούσε να αποδειχθεί με ακρίβεια η έκταση του επηρεασμού της ανταγωνιστικής του θέσεως, αλλά, κατ’ αρχήν, από την prima facie διαπίστωση ότι η χορήγηση του μέτρου, στο οποίο αφορά η απόφαση της Επιτροπής, έχει ως αποτέλεσμα να επηρεάζεται ουσιωδώς η θέση αυτή. Συνεπώς, μόνη η ενεργός συμμετοχή μιας επιχείρησης στην επίσημη διαδικασία έρευνας δεν αρκεί για να θεωρηθεί ότι η απόφαση με την οποία περατώθηκε η διαδικασία αυτή την αφορά ατομικά. Περαιτέρω, το ΔΕΕ σημείωσε πως, για να αποδειχθεί ο ουσιώδης επηρεασμός, δεν αρκεί να υποβληθούν μόνον ορισμένα στοιχεία που δείχνουν ελάττωση των εμπορικών ή οικονομικών αποτελεσμάτων του προσφεύγοντος, όπως είναι η σημαντική μείωση του κύκλου εργασιών, μη αμελητέες οικονομικές απώλειες ή ακόμη σημαντική μείωση των μεριδίων αγοράς κατόπιν της χορηγήσεως της εν λόγω ενισχύσεως, αλλά και στοιχεία που αφορούν, επιπλέον, το συνεπαγόμενο διαφυγόν κέρδος ή τη λιγότερο ευνοϊκή εξέλιξη από εκείνη που θα μπορούσε να σημειωθεί για την ανταγωνίστρια επιχείρηση ελλείψει της επίμαχης ενίσχυσης.
Εν προκειμένω, το ΔΕΕ διαπίστωσε ότι η Deutsche Lufthansa δεν απέδειξε σημαντική μείωση του κύκλου εργασιών της, μη αμελητέες οικονομικές απώλειες ή σημαντική μείωση του μεριδίου της στη σχετική αγορά ή στις σχετικές αγορές, κατόπιν της λήψεως των μέτρων υπέρ του αερολιμένα Frankfurt-Hahn, ακόμη και αν τα μέτρα αυτά ωφέλησαν τελικά εμμέσως τη Ryanair, ούτε απέδειξε, επίσης, διαφυγόν κέρδος ή λιγότερο ευνοϊκή εξέλιξη από εκείνη που θα είχε σημειωθεί ελλείψει αυτών των μέτρων.
Ως εκ τούτου, το ΔΕΕ απέρριψε την αίτηση αναίρεσης και καταδίκασε την Deutsche Lufthansa στα δικαστικά έξοδα, επικυρώνοντας, ταυτόχρονα, την απόφαση του ΓεΔΕΕ στην υπόθεση Τ-764/15.