Η Επιτροπή έκρινε ότι η παράταση και ορισμένες τροποποιήσεις του ελληνικού καθεστώτος ‘Ηρακλής’ δεν συνιστούν κρατικές ενισχύσεις, καθώς δεν χορηγούν πλεονέκτημα στους δικαιούχους
Παράταση του ελληνικού καθεστώτος ‘Ηρακλής’ – SA.116229
Τον Νοέμβριο του 2023, η Επιτροπή είχε διαπιστώσει ότι το ελληνικό καθεστώς ‘Ηρακλής’, με αντικείμενο τη διευκόλυνση των ελληνικών τραπεζών για τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, δεν αποτελεί κρατική ενίσχυση, διότι η αμοιβή του ελληνικού Δημοσίου για τις εγγυήσεις που παρέχει αντιστοιχεί σε τιμές αγοράς, και, άρα, δεν χορηγείται πλεονέκτημα στους δικαιούχους (SA.109635/2023).
To 2024, η Ελλάδα κοινοποίησε στην Επιτροπή, για λόγους ασφάλειας δικαίου, παράταση και τροποποιήσεις του καθεστώτος. Η παράταση θα έχει διάρκεια έξι μηνών, ήτοι έως την 30ή Ιουνίου 2025. Οι τροποποιήσεις αφορούν: α) αύξηση του προϋπολογισμού συνολικού ονομαστικού ποσού εγγυήσεων έως 1.000.000.000 ευρώ και β) επικαιροποίηση του Συντελεστή Επιτοκιακών Περιθωρίων. Ενώ η μεθοδολογία υπολογισμού παραμένει αμετάβλητη, η νέα τιμή του συντελεστή αντανακλά το τρέχον περιβάλλον της αγοράς πιστωτικών περιθωρίων και ορίζεται από 41% σε 47,5%.
Η Επιτροπή παρατήρησε αρχικά ότι το καθεστώς εξακολουθεί να καταλογίζεται στο κράτος, δεδομένου ότι εφαρμόζεται βάσει του νόμου 4649/2019 και χρηματοδοτείται από κρατικούς πόρους, δηλαδή πόρους του κρατικού προϋπολογισμού. Επιπλέον, το καθεστώς είναι επιλεκτικό, καθώς έχει σχεδιαστεί για να απευθύνεται σε τράπεζες με χαρτοφυλάκια μη εξυπηρετούμενων δανείων. Παράλληλα, υπό το πρίσμα των χαρακτηριστικών των αγορών χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών στην ΕΕ, οι οποίες χαρακτηρίζονται από υψηλό επίπεδο ανταλλαγών και συναλλαγών, ενδέχεται επίσης να επηρεάσει τις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών.
Κατόπιν τούτων, η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσον το καθεστώς χορηγεί πλεονέκτημα στους δικαιούχους. Όσον αφορά τον αυξημένο προϋπολογισμό, η Επιτροπή σημείωσε ότι το συνολικό δημοσιονομικό κονδύλιο δεν έχει σημασία για το ζήτημα των πλεονεκτημάτων των συμμετεχουσών τραπεζών, δεδομένου ότι το καθεστώς δεν συνιστά κρατική ενίσχυση, εφόσον οι παράμετροι και τα επιτόκια που χρησιμοποιούνται στη μεθοδολογία τιμολόγησης είναι επικαιροποιημένα και εφόσον το συνολικό χαρτοφυλάκιο μη εξυπηρετούμενων δανείων περιορίζεται σε εκείνο ενός μέσου πιστοληπτικής ικανότητας ΒΒ- ή καλύτερης, δηλαδή σε ένα µη υπερβολικό μέγεθος. Η Επιτροπή επανέλαβε ότι η αποζημίωση για την εγγύηση με όρους αγοράς θα εξασφαλίζει ότι το κράτος ενεργεί σύμφωνα με τη συμπεριφορά ενός ιδιωτικού οικονομικού φορέα υπό κανονικές συνθήκες αγοράς. Στην περίπτωση αυτή, η κρατική εγγύηση δεν δημιουργεί κανένα επιλεκτικό πλεονέκτημα για τις συμμετέχουσες τράπεζες και τα SPV. Στο πλαίσιο αυτό, διαπίστωσε ότι ένα συνολικό άνοιγμα 3.000.000.000 ευρώ δεν αποτελεί υπερβολικό μέγεθος, συγκρινόμενο με τα τυπικά χαρτοφυλάκια ομολόγων υψηλής απόδοσης ορισμένων ιδιωτικών διαχειριστών περιουσιακών στοιχείων, τα οποία είναι μεγαλύτερα από 20.000.000.000 ευρώ.
Όσον αφορά την παράταση της ημερομηνίας λήξης, η Επιτροπή σημείωσε ότι η επιμήκυνση της περιόδου εφαρμογής θα μπορούσε να υπονομεύσει την προσαρμογή του καθεστώτος στους όρους λειτουργίας της αγοράς, εάν οι παράμετροι και άλλα στοιχεία που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό του τιμήματος εγγύησης δεν θα ήταν πλέον έγκυρα λόγω της μεγαλύτερης διάρκειας του καθεστώτος. Στο πλαίσιο αυτό, αξιολόγησε την παρατεταμένη χρήση του κρατικού CDS της Ελληνικής Δημοκρατίας ως δείκτη αναφοράς για τον κίνδυνο των ομολόγων υψηλής εξασφάλισης. Παρατήρησε ότι τα ελληνικά εταιρικά ομόλογα εξακολουθούν να µην αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε σημαντικό βαθμό. Αυτό μπορεί να διαπιστωθεί από τον περιορισμένο αριθμό των ελληνικών εταιρικών ομολόγων, τα οποία συνήθως δεν υπερβαίνουν τα 250.000.000 ευρώ ενεργητικού υπό διαχείριση. Κατά συνέπεια, η αγορά παραγώγων CDS για τα ελληνικά εταιρικά ομόλογα παραμένει ουσιαστικά ανύπαρκτη. Επομένως, η Επιτροπή κατέληξε ότι τα εταιρικά CDS δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως σημείο αναφοράς για τον καθορισμό της τιμολόγησης του συστήματος και τα CDS ελληνικών κρατικών ομολόγων παραμένουν ως το καταλληλότερο σημείο αναφοράς.
Περαιτέρω, η τροποποίηση του Συντελεστή Επιτοκιακών Περιθωρίων διενεργείται ώστε να ληφθούν υπόψη οι μεταβολές των πιστωτικών περιθωρίων για τα ομόλογα με αξιολόγηση ΒΒ και Β, οι οποίες καθορίζουν βασικές παραμέτρους για τον υπολογισμό του συντελεστή. Επεσήμανε ότι, όταν ένας τύπος τιμολόγησης εξαρτάται από παραμέτρους της αγοράς που εξελίσσονται με την πάροδο του χρόνου, είναι σημαντικό να επικαιροποιούνται οι παράμετροι που χρησιμοποιούνται κατά την παράταση ενός μέτρου πέραν της αρχικά προβλεπόμενης ημερομηνίας εφαρμογής του.
Ενόψει των ανωτέρω, η Επιτροπή συμπέρανε ότι οι τροποποιήσεις του καθεστώτος δεν μεταβάλλουν το γεγονός ότι η κρατική εγγύηση στο πλαίσιο του καθεστώτος παρέχεται με όρους αγοράς και δεν χορηγεί πλεονέκτημα στις συμμετέχουσες τράπεζες και τους φορείς τιτλοποίησης. Ως εκ τούτου, η παράταση και οι τροποποιήσεις του καθεστώτος δεν συνιστούν κρατικές ενισχύσεις.