Το ΓεΔΕΕ αποφάνθηκε ότι τα μέτρα υπέρ της ΛΑΡΚΟ συνιστούν κρατικές ενισχύσεις, καθώς δεν πληρούν το κριτήριο του ιδιώτη επενδυτή, και θα πρέπει να ανακτηθούν σύμφωνα με την απόφαση της Επιτροπής που τις έκρινε παράνομες και ασυμβίβαστες
Μη συμβατές οι ελληνικές κρατικές ενισχύσεις προς τη ΛΑΡΚΟ – T-423/14
Η ΛΑΡΚΟ Γενική Μεταλλευτική και Μεταλλουργική ΑΕ (στο εξής: προσφεύγουσα ή ΛΑΡΚΟ) είναι μεγάλη επιχείρηση που εξειδικεύεται στην εξόρυξη και επεξεργασία μεταλλεύματος λατερίτη, την εξόρυξη λιγνίτη και την παραγωγή σιδηρονικελίου και υποπροϊόντων του. Τον Απρίλιο 2012, η Επιτροπή κίνησε αυτεπαγγέλτως προκαταρκτική εξέταση και, κατόπιν, προχώρησε σε επίσημη διαδικασία έρευνας (SA.34572), όπου κατέληξε με την απόφαση 2014/539/ΕΕ της 27.03.2014 ότι μέρος των κρατικών εγγυήσεων δανείων καθώς και η συμμετοχή του Δημοσίου στην αύξηση κεφαλαίου της ΛΑΡΚΟ συνιστούν κρατικές ενισχύσεις, οι οποίες είναι παράνομες, επειδή δεν κοινοποιήθηκαν. Περαιτέρω, επειδή, κατά τον χρόνο χορήγησης των ενισχύσεων αυτών, η ΛΑΡΚΟ ήταν προβληματική επιχείρηση, η Επιτροπή έκρινε, με βάση τις Κατευθυντήριες Γραμμές για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων 2004, ότι οι εν λόγω κρατικές ενισχύσεις είναι και ασυμβίβαστες.
Η προσφεύγουσα προσέβαλε με προσφυγή ακυρώσεως ενώπιον του ΓεΔΕΕ την παραπάνω απόφαση της Επιτροπής 2014/539/ΕΕ, υποστηρίζοντας ότι κακώς έκρινε η Επιτροπή ότι τα μέτρα αυτά συνιστούν κρατικές ενισχύσεις μη συμβατές με την εσωτερική αγορά, και ζητώντας την επιστροφή οποιουδήποτε ποσού έχει τυχόν ανακτηθεί.
Το ΓεΔΕΕ απέρριψε την προσφυγή, αποφαινόμενο καταρχάς ότι τα μέτρα των ελληνικών αρχών υπέρ της ΛΑΡΚΟ συνιστούν κρατικές ενισχύσεις, καθώς δεν πληρούν το κριτήριο του ιδιώτη επενδυτή. Το ΓεΔΕΕ επισήμανε ότι, εάν κράτος μέλος επικαλεσθεί το κριτήριο του ιδιώτη επενδυτή, οφείλει, σε περίπτωση αμφιβολίας, να αποδείξει αδιαμφισβήτητα και βάσει αντικειμενικών και επαληθεύσιμων στοιχείων ότι το μέτρο που εφάρμοσε συναρτάται με την ιδιότητα του μετόχου, που έχει το κράτος αυτό στην επιχείρηση, η οποία έλαβε τις επίμαχες ενισχύσεις, και που αναμένει, όπως κάθε άλλος μέτοχος, να επιτύχει κέρδος από την επένδυσή του αυτήν. Από τα στοιχεία αυτά συνάγεται σαφώς ότι το οικείο κράτος μέλος πρέπει να έχει προβεί στις σχετικές οικονομικές εκτιμήσεις, για να αξιολογήσει την αποδοτικότητα της επένδυσής του, πριν ή συγχρόνως με τη θέσπιση του επίμαχου μέτρου. Επιπλέον, το γεγονός ότι το ελληνικό Δημόσιο όφειλε επιστροφή φόρων στη ΛΑΡΚΟ δεν μπορεί να λειτουργήσει αντισταθμιστικά, ώστε να μην χαρακτηρισθούν ως κρατικές ενισχύσεις τα υπέρ αυτής οικονομικά πλεονεκτήματα, που μπορούν να διακριθούν πλήρως από την οφειλή του Δημοσίου. Το ΓεΔΕΕ, αφού διαπίστωσε ότι το ελληνικό δημόσιο, υπό την ιδιότητα του μετόχου της ΛΑΡΚΟ, δεν ενήργησε ως ιδιώτης επενδυτής, απέρριψε την προσφυγή της τελευταίας, επικυρώνοντας την απόφαση της Επιτροπής που διέταξε την ανάκτηση αυτών.
Τέλος, το ΓεΔΕΕ σημείωσε ότι, οσάκις η Επιτροπή διατάσσει την επιστροφή ενισχύσεως η οποία κρίθηκε παράνομη και ασυμβίβαστη, δεν υπέχει την υποχρέωση να καθορίσει το ακριβές ποσό της προς ανάκτηση ενισχύσεως. Δεν μπορεί, όμως, να διατάξει την ανάκτηση ποσού χαμηλότερου ή υψηλότερου της αξίας της ενισχύσεως που έλαβε ο δικαιούχος.