Ισπανικό φορολογικό καθεστώς για αγορά πλοίων – ΓεΔΕΕ T-515/13 & Τ-719/13 RENV

Φορολογικό καθεστώς που προβλέπει τη λήψη προηγούμενης έγκρισης από τη φορολογική αρχή για τη χορήγηση φορολογικών πλεονεκτημάτων σε ορισμένες επιχειρήσεις, βάσει αορίστως διατυπωμένων κριτηρίων τα οποία χρήζουν ερμηνείας και για τα οποία η αρχή αυτή δεν έχει δημοσιεύσει κατευθυντήριες οδηγίες, συνεπάγεται τη χορήγηση επιλεκτικού πλεονεκτήματος

Η Ισπανία θέσπισε ένα φορολογικό καθεστώς, βάσει του οποίου οι αρμόδιες φορολογικές αρχές μπορούν να εγκρίνουν προγενέστερη ημερομηνία έναρξης της απόσβεσης («πρόωρη απόσβεση») του κτηθέντος με χρηματοδοτική μίσθωση στοιχείου του ενεργητικού, δηλαδή πριν από την παράδοσή του και την έναρξη χρήσης του από τον μισθωτή, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαιτεροτήτων της διάρκειας της σύμβασης και της οικονομικής χρήσης του αγαθού. Με αυτόν τον τρόπο, το αγαθό αποκτάται, τελικά, σε μειωμένη τιμή. Στην πράξη, το καθεστώς αυτό εφαρμόστηκε για την αγορά πλοίων μέσω της θέσπισης ενός πολύπλοκου μηχανισμού. Ειδικότερα, μία ναυτιλιακή εταιρία που επιθυμεί να αγοράσει ένα πλοίο συμφωνεί με ναυπηγική επιχείρηση ως προς το πλοίο που θα ναυπηγηθεί και ως προς την τιμή αγοράς του, συνυπολογιζόμενης της αναμενόμενης έκπτωσης βάσει του ειδικού φορολογικού καθεστώτος. Στη συνέχεια, η ναυπηγική επιχείρηση ζητά από μία τράπεζα να προβεί στις ενέργειες που απαιτούνται στο πλαίσιο του καθεστώτος, μέσω μιας εταιρίας χρηματοδοτικής μίσθωσης, η οποία αντικαθιστά τη ναυτιλιακή εταιρία και η οποία συνάπτει με τη ναυπηγική επιχείρηση νέα σύμβαση αγοράς του πλοίου με τιμή στην οποία δεν έχει συνυπολογισθεί η έκπτωση. Παράλληλα, η τράπεζα συνιστά έναν όμιλο οικονομικού σκοπού (ΟΟΣ) και πωλεί μετοχές προς επενδυτές, συνήθως μεγάλου μεγέθους Ισπανούς φορολογούμενους, οι οποίοι, κατά κανόνα, δεν ασκούν καμία ναυτιλιακή δραστηριότητα. Ο ΟΟΣ δεσμεύεται, στο πλαίσιο της σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης, η οποία έχει προηγουμένως εγκριθεί από τις φορολογικές αρχές που είναι αρμόδιες για την εφαρμογή του μέτρου της πρόωρης απόσβεσης, να αγοράσει στην ακαθάριστη (δηλαδή χωρίς την έκπτωση) τιμή το πλοίο, το οποίο μεταβιβάζεται στη ναυπηγική επιχείρηση από την εταιρία χρηματοδοτικής μίσθωσης. Αντίθετα, όταν η ναυπηγική επιχείρηση μεταπωλεί το πλοίο στη ναυτιλιακή εταιρία, στο πλαίσιο σύμβασης ναύλωσης γυμνού πλοίου (δηλαδή πλοίου που δεν περιλαμβάνει ούτε το πλήρωμα ούτε τον ανεφοδιασμό για τα οποία ευθύνεται ο ναυλωτής) με δικαίωμα αγοράς, εισπράττει μόνο τη χαμηλή τιμή, στην οποία συνυπολογίζεται η έκπτωση που χορηγήθηκε αρχικώς στη ναυτιλιακή εταιρία.

Η Επιτροπή έκρινε ότι ορισμένα φορολογικά μέτρα, που συνθέτουν το καθεστώς αυτό, αποτελούν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 107 παρ. 1 ΣΛΕΕ η οποία είναι παράνομη, καθώς τέθηκε σε ισχύ προτού κοινοποιηθεί στην Επιτροπή, κατά παράβαση του άρθρου 108 παρ. 3 ΣΛΕΕ. Συγκεκριμένα, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι το συνδυασμένο αποτέλεσμα των χρησιμοποιούμενων φορολογικών μέτρων παρέχει στους ΟΟΣ και στους επενδυτές τους τη δυνατότητα να αποκομίσουν φορολογικό κέρδος περίπου 30% επί της αρχικής ακαθάριστης τιμής του πλοίου. Αυτό το κέρδος, από το οποίο επωφελούνται, αρχικά, οι ΟΟΣ και οι επενδυτές τους, διατηρείται εν μέρει (σε ποσοστό 10% έως 15%) από τους επενδυτές και το υπόλοιπο ποσοστό μεταφέρεται στη ναυτιλιακή εταιρία (85% έως 90%), η οποία αποκτά εν τέλει την κυριότητα του πλοίου με έκπτωση μεταξύ 20% και 30% επί της αρχικής ακαθάριστης τιμής του. Το καθεστώς αυτό κρίθηκε από την Επιτροπή εν μέρει μη συμβατό και διατάχθηκε η ανάκτηση της παράνομης ενίσχυσης (SA.21233/2013).

Κατά της απόφασης αυτής οι ισπανικές εταιρίες Lico και PYMAR άσκησαν προσφυγές ακύρωσης ενώπιον του ΓεΔΕΕ (T‑515/13 και T‑719/13), οι οποίες έγιναν δεκτές, καθώς το ΓεΔΕΕ έκρινε ότι οι ΟΟΣ δεν μπορούσαν να είναι αποδέκτες κρατικής ενίσχυσης, λόγω της φορολογικής τους διαφάνειας που συνεπάγεται ότι τα κέρδη (ή οι ζημίες) που καταγράφουν οι ΟΟΣ καταλογίζονται κατ’ αναλογία απευθείας στα μέλη τους (δηλαδή στους επενδυτές) τα οποία είναι εγκατεστημένα στην Ισπανία. Συνεπώς, αποδέκτες των φορολογικών και οικονομικών πλεονεκτημάτων που απέρρεαν από το επίμαχο καθεστώς ήταν μόνον τα μέλη του ΟΟΣ (οι επενδυτές). Περαιτέρω, το ΓεΔΕΕ αρνήθηκε μεν την επιλεκτικότητα του καθεστώτος, επειδή κάθε επιχείρηση μπορούσε να επωφεληθεί από αυτό, χωρίς, όμως, να εξετάσει εάν το σύστημα έγκρισης της πρόωρης απόσβεσης παρείχε στη φορολογική αρχή διακριτική ευχέρεια, με αποτέλεσμα να ευνοεί ορισμένους μόνον ΟΟΣ. Συνεπώς, το ΓεΔΕΕ ακύρωσε την απόφαση της Επιτροπής.

Στη συνέχεια, όμως, η απόφαση του ΓεΔΕΕ αναιρέθηκε από το ΔΕΕ (C-128/16 P) λόγω νομικών σφαλμάτων ως προς την ερμηνεία του άρθρου 107 παρ. 1 ΣΛΕΕ. Συγκεκριμένα, το ΔΕΕ έκρινε ότι οι ΟΟΣ ασκούσαν οικονομική δραστηριότητα, δηλαδή αποκτούσαν πλοία μέσω συμβάσεων χρηματοδοτικής μίσθωσης, με σκοπό τη ναύλωση γυμνών πλοίων και τη μετέπειτα μεταπώλησή τους, οπότε αποτελούσαν επιχειρήσεις κατά την έννοια του άρθρου 107 παρ. 1 ΣΛΕΕ. Σύμφωνα με την απόφαση του ΔΕΕ, τα επίμαχα φορολογικά μέτρα παρείχαν επιλεκτικό οικονομικό πλεονέκτημα στους ΟΟΣ, οι οποίοι ήταν οι άμεσοι αποδέκτες, καθώς ευνοούσαν την ασκούμενη από αυτούς δραστηριότητα της απόκτησης ποντοπόρων πλοίων μέσω φοροαπαλλαγών. Συνακόλουθα, το ΔΕΕ ακύρωσε την απόφαση του ΓεΔΕΕ και ανέπεμψε την υπόθεση σε αυτό, προκειμένου να κριθούν εκ νέου οι προσφυγές όσον αφορά τον επιλεκτικό χαρακτήρα του καθεστώτος για τους ΟΟΣ και τον κίνδυνο νόθευσης του ανταγωνισμού.

Κατόπιν της αναιρετικής απόφασης του ΔΕΕ, το ΓεΔΕΕ επανεξέτασε την υπόθεση και έκρινε ως προς τη διακριτική ευχέρεια της αρμόδιας φορολογικής αρχής ότι το επίμαχο καθεστώς στηριζόταν στη λήψη απόφασης προηγούμενης έγκρισης, βάσει αορίστως διατυπωμένων κριτηρίων, που έχρηζαν ερμηνείας από τη φορολογική αρχή, η οποία δεν είχε δημοσιεύσει σχετικές κατευθυντήριες γραμμές. Επομένως, η φορολογική αρχή μπορούσε, στο πλαίσιο ευρείας διακριτικής της ευχέρειας, όχι μόνο να δεχθεί ή να απορρίψει την αίτηση προέγκρισης, αλλά και να ορίσει ως χρόνο έναρξης της απόσβεσης των φορολογητέων κερδών διαφορετική ημερομηνία από εκείνη που είχε προτείνει ο υποκείμενος στον φόρο, χωρίς άλλη διευκρίνιση. Ειδικότερα, το ΓεΔΕΕ διαπίστωσε ότι, δεδομένου του εύρους της διακριτικής ευχέρειας της ισπανικής φορολογικής αρχής, ήταν δυνατό να μην μπορούν όλοι οι ΟΟΣ να επωφεληθούν από την πρόωρη απόσβεση υπό τις ίδιες προϋποθέσεις. Ομοίως, δεν αποκλείεται άλλες επιχειρήσεις, δραστηριοποιούμενες μεν σε διαφορετικούς τομείς ή έχουσες άλλη μορφή, που βρίσκονταν, όμως, σε συγκρίσιμη πραγματική και νομική κατάσταση με τους ΟΟΣ, να μην μπορούσαν να επωφεληθούν υπό τις ίδιες προϋποθέσεις από το επίμαχο φορολογικό καθεστώς.

Αναφορικά με τον κίνδυνο νόθευσης του ανταγωνισμού κατά την εφαρμογή του ισπανικού καθεστώτος, το ΓεΔΕΕ έκρινε ότι η μείωση της τιμής ενός γυμνού πλοίου σε ποσοστό 20% έως 30%, λαμβανομένου υπόψη του σημαντικού ποσού στο οποίο μπορεί αυτή η μείωση να αντιστοιχεί, απειλεί, κατ’ ελάχιστον, να νοθεύσει τον ανταγωνισμό στον τομέα της αγοραπωλησίας ποντοπόρων πλοίων, στον οποίο δραστηριοποιούνται οι ΟΟΣ.

Βάσει των ανωτέρω, το ΓεΔΕΕ απέρριψε της προσφυγές ακύρωσης και επικύρωσε την απόφαση της Επιτροπής.

http://curia.europa.eu/juris/liste.jsf?language=el&td=ALL&num=T-515/13%20RENV

keyboard_arrow_up