Η Επιτροπή αντιμετωπίζει σοβαρές δυσχέρειες κατά την προκαταρκτική εξέταση, όταν περιλαμβάνει στην απόφασή της αντιφατικές διατυπώσεις, όπως όταν κρίνει ότι η δευτερεύουσα δραστηριότητα μιας επιχείρησης επιφορτισμένης με ΥΓΟΣ αποτελεί μέρος αυτής της ΥΓΟΣ, παρόλο που δεν είναι απαραίτητη για την επίτευξη του σκοπού της ΥΓΟΣ
Έννοια της ύπαρξης σοβαρών δυσχερειών εκ μέρους της Επιτροπής – ΔΕΕ C-817/18 P
Στο πλαίσιο της δημιουργίας κύριας οικολογικής δομής και δικτύου Natura 2000 εντός της επικράτειας των Κάτω Χωρών, τέθηκε σε εφαρμογή ένα καθεστώς επιδοτήσεων, βάσει του οποίου παρασχέθηκε σε δεκατρείς Οργανώσεις Διαχειρίσεως Γεωτεμαχίων (ΟΔΓ) η δυνατότητα αγοράς φυσικών εκτάσεων, με σκοπό τη διατήρηση της φύσης. Στο πλαίσιο αυτού του καθεστώτος, οι επιλέξιμες για επιδότηση δαπάνες περιλάμβαναν το τίμημα της αγοράς των γεωτεμαχίων, τα λοιπά έξοδα αγοράς και τα έξοδα καταγγελίας των συμβάσεων αγρομίσθωσης, που βάρυναν τα εν λόγω γεωτεμάχια. Σε περίπτωση κατά την οποία τα έσοδα υπερέβαιναν τις δαπάνες διαχειρίσεως, τότε έπρεπε να επανεπενδυθούν προς τον σκοπό διαφύλαξης του φυσικού περιβάλλοντος ή να καταβληθούν στο κράτος. Η υποχρέωση αυτή, μολονότι δεν προβλεπόταν ρητά στο καθεστώς, απέρρεε εμμέσως από τα καταστατικά των ΟΔΓ, τα οποία έπρεπε να υποβάλλονται προς έγκριση στις ολλανδικές αρχές, προκειμένου οι ΟΔΓ να τύχουν των επίμαχων επιδοτήσεων. Επιπλέον, δεν επιτρεπόταν στις ΟΔΓ να μεταβάλουν τη χρήση των κτηθέντων γεωτεμαχίων ή να τα χρησιμοποιούν κατά τρόπο που αντέβαινε στον σκοπό διατήρησης της φύσης, χωρίς τη ρητή συγκατάθεση των αρχών που χορηγούσαν τις επίμαχες επιδοτήσεις. Ομοίως, τα γεωτεμάχια δεν μπορούσαν να εκμισθωθούν ή να μεταπωληθούν, χωρίς τη ρητή άδεια των ολλανδικών αρχών.
Κατόπιν καταγγελίας, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι το κύριο έργο των ΟΔΓ, ως οργανώσεων προστασίας και διατηρήσεως του φυσικού περιβάλλοντος, δεν έχει οικονομικό χαρακτήρα (δραστηριότητες διατήρησης της φύσης), σε αντίθεση με τις δευτερεύουσες δραστηριότητές τους (εκμίσθωση γαιών, γεωργία, δασοκομία, τουρισμός), οι οποίες έχουν οικονομικό χαρακτήρα και δεν είναι απαραίτητες για την επίτευξη του σκοπού των κύριων δραστηριοτήτων τους. Ωστόσο, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι δευτερεύουσες αυτές δραστηριότητες αποτελούν μέρος της υποχρέωσης δημόσιας υπηρεσίας για τη διατήρηση της φύσης που είχε ανατεθεί στους ΟΔΓ, δηλαδή μιας «ευρύτερης» ΥΓΟΣ. Οι δευτερεύουσες δραστηριότητες λειτουργούν ως αντιστάθμιση αυτής της ΥΓΟΣ, δεδομένου ότι οι ΟΔΓ δεν έχουν το δικαίωμα να διατηρούν τα έσοδα που προκύπτουν από τις δευτερεύουσες δραστηριότητές τους για άλλους σκοπούς πέραν της διατήρηση της φύσης. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή έκρινε, χωρίς να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας, ότι το προαναφερόμενο καθεστώς συνιστά συμβατή κρατική ενίσχυση, καθώς πληροί τις προϋποθέσεις του Πλαισίου ΥΓΟΣ 2012 (SA.27301).
Κατά της απόφασης αυτής άσκησαν ενώπιον του ΓεΔΕΕ προσφυγή ακύρωσης (Τ-79/16) η ένωση για ίσα δικαιώματα ιδιωτών γαιοκτημόνων (VGG) και τα μέλη της, θεωρώντας ότι η Επιτροπή παραβίασε τα διαδικαστικά τους δικαιώματα, καθώς και ότι η Επιτροπή αντιμετώπισε σοβαρές δυσχέρειες όσον αφορά τον χαρακτηρισμό των δραστηριοτήτων των ΟΔΓ ως ΥΓΟΣ και, άρα, όφειλε να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας. Το ΓεΔΕΕ έκρινε βάσιμους τους ισχυρισμούς των προσφευγουσών και ακύρωσε την απόφαση της Επιτροπής.
Στη συνέχεια, οι ΟΔΓ άσκησαν αίτηση αναίρεσης ενώπιον του ΔΕΕ, ισχυριζόμενοι ότι το ΓεΔΕΕ υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο χαρακτηρίζοντας τις VGG κ.λπ. ως «ενδιαφερόμενα μέρη» στην εν λόγω υπόθεση, δεδομένου ότι το επίμαχο μέτρο δεν είχε καμία επίπτωση στην ανταγωνιστική θέση των VGG κ.λπ.. Περαιτέρω, οι ΟΔΓ αμφισβήτησαν την ύπαρξη σοβαρών δυσχερειών κατά τη λήψη της επίμαχης απόφασης της της Επιτροπής.
Όσον αφορά την έννοια του «ενδιαφερόμενου μέρους», το ΔΕΕ επισήμανε ότι οι ανταγωνίστριες επιχειρήσεις καθίστανται ενδιαφερόμενα μέρη απευθείας λόγω της ιδιότητάς τους, χωρίς να απαιτείται να αποδείξουν επιπροσθέτως ότι θίγονται από το επίμαχο μέτρο.
Αναφορικά με την υποχρέωση της Επιτροπής να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας, το ΔΕΕ έκρινε ότι η ύπαρξη σοβαρών δυσχερειών έχει αντικειμενικό χαρακτήρα, ο οποίος συνάγεται τόσο από τις συνθήκες λήψης της απόφασης, όσο και από τις ίδιες τις εκτιμήσεις που διατυπώνει η Επιτροπή στην απόφασή της, όπως, εν προκειμένω, όπου η συλλογιστική της Επιτροπής σε σχέση με τον χαρακτηρισμό των δευτερευουσών δραστηριοτήτων των ΟΔΓ ως μέρος της ΥΓΟΣ είναι αντιφατική. Συγκεκριμένα, το ΔΕΕ διαπίστωσε ότι η Επιτροπή έκρινε, από τη μία πλευρά, ότι οι δευτερεύουσες δραστηριότητες των ΟΔΓ συνδέονται στενά με την κύρια δραστηριότητα της διατήρησης της φύσης, καθώς βοηθούν στη χρηματοδότησή της, ενώ, από την άλλη πλευρά, θεώρησε ότι οι δραστηριότητες αυτές δεν είναι απαραίτητες για την επίτευξη του επιδιωκόμενου στόχου διατήρησης της φύσης. Παρόλα αυτά, κατέληξε στο αμφιλεγόμενο συμπέρασμα ότι οι εν λόγω δραστηριότητες αποτελούν μέρος μιας «ευρύτερης» ΥΓΟΣ για την προστασία της φύσης. Κατά το ΔΕΕ, η αντιφατική αυτή κρίση αρκεί για να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η Επιτροπή αντιμετώπισε σοβαρές δυσχέρειες κατά την προκαταρκτική εξέταση και, άρα, όφειλε να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας.
Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, το ΔΕΕ απέρριψε την αίτηση αναίρεσης των ΟΔΓ και επικύρωσε την απόφαση του ΓεΔΕΕ.