Communauté d’Agglomération du Boulonnais/Επιτροπή – Η μεταγενέστερη αξιολόγηση της νομικής κατάστασης του καταγγέλλοντος, υπό το πρίσμα νέων νομολογιακών δεδομένων, αποτελεί νέα αξιολόγηση των ισχυρισμών του, και, άρα, η πράξη που εκδίδεται κατόπιν αυτής δεν έχει απλώς επιβεβαιωτικό χαρακτήρα της προγενέστερης πράξης ομοίου περιεχομένου
Δεύτερη αξιολόγηση καταγγελίας βάσει νέων νομολογιακών δεδομένων – C-628/24 P
Η Κοινότητα των Αστικών Περιοχών της Βουλώνης (ΚΑΠΒ) αποτελεί έναν δημόσιο οργανισμό διακοινοτικής συνεργασίας που βρίσκεται στο διαμέρισμα Πα-ντε-Καλαί της Γαλλίας. Το 2015, η Περιφέρεια του Βορείου Πα-ντε-Καλαί ανέθεσε τη διαχείριση και ανάπτυξη των δύο λιμένων της Βουλώνης και του Καλαί, στην Société d’Exploitation des Ports du Détroit (SEPD). Το 2020, η ΚΑΠΒ υπέβαλε καταγγελία στην Επιτροπή για ορισμένες φοροαπαλλαγές που χορήγησε η Γαλλία υπέρ της SEPD. Με επιστολή της, η Επιτροπή απέρριψε την καταγγελία, διαπιστώνοντας ότι η ΚΑΠΒ δεν ήταν ενδιαφερόμενο μέρος. Το 2023, η ΚΑΠΒ υπέβαλε και δεύτερη καταγγελία για τα ίδια γαλλικά μέτρα, η οποία απορρίφθηκε εκ νέου για τους ίδιους λόγους. Κατόπιν τούτων, η ΚΑΠΒ άσκησε προσφυγή ακυρώσεως ενώπιον του ΓεΔΕΕ κατά της δεύτερης απόρριψης της καταγγελίας της. Το ΓεΔΕΕ απέρριψε την προσφυγή με διάταξη, ως απαράδεκτη, κρίνοντας ότι η επίμαχη δεύτερη άρνηση της Επιτροπής ήταν μία πράξη που απλώς επιβεβαίωνε την προηγούμενη απόφασή της, η οποία είχε καταστεί τελεσίδικη (T-582/23). Η ΚΑΠΒ άσκησε την παρούσα αίτηση αναιρέσεως.
Το ΔΕΕ υπενθύμισε, αρχικά, ότι βάσει της νομολογίας του, μία πράξη πρέπει να θεωρείται ως απλώς επιβεβαιωτική μιας προγενέστερης πράξης, όταν δεν περιέχει κανένα νέο νομικό ή πραγματικό στοιχείο σε σχέση με την προγενέστερη πράξη και δεν έχει λάβει χώρα επανεξέταση της κατάστασης του αποδέκτη της προγενέστερης πράξης. Εν προκειμένω, η Επιτροπή και στις δύο αποφάσεις της είχε κρίνει ότι η ΚΑΠΒ δεν ήταν ενδιαφερόμενο μέρος, με δεδομένο ότι ήταν υπο-κρατική αρχή. Άρα, αφενός μεν δεν μπορούσε να χαρακτηριστεί ως κράτος μέλος, αφετέρου δεν ήταν επιχείρηση της οποίας η ανταγωνιστική θέση θα επηρεαζόταν από την ενίσχυση. Περαιτέρω, τα συμφέροντα που προασπίζει θα επηρεάζονταν από τη χορήγηση του μέτρου σε καθαρά οικονομικό και μόνον επίπεδο, γεγονός που δεν αρκεί, για να της αναγνωριστεί η ιδιότητα του ενδιαφερόμενου μέρους. Η ΚΑΠΒ είχε βασίσει τη δεύτερη καταγγελία της στο τελευταίο αυτό κριτήριο, επικαλούμενη την μεταγενέστερη της αρχικής απόρριψης της καταγγελίας της απόφαση του ΓεΔΕΕ στην υπόθεση Braesch κ.λπ/Επιτροπή (T-161/18). Η Επιτροπή απέρριψε την επιχειρηματολογία αυτή, επικαλούμενη, μεταξύ άλλων, την απόφαση του ΔΕΕ C-284/21 P επί της ίδιας υποθέσεως, με την οποία το ΔΕΕ αναιρούσε την απόφαση Τ-161/18 του ΓεΔΕΕ, και άρα κατέρριπτε τους ισχυρισμούς της ΚΑΠΒ. Στην απόφαση του 2023, μνημονεύονταν ρητώς για πρώτη φορά οι εν λόγω αποφάσεις, βάσει των οποίων διαπιστώθηκε ότι η εκχώρηση οικονομικών συμφερόντων δεν αρκούσε, προκειμένου να χαρακτηριστεί η ΚΑΠΒ ως ενδιαφερόμενο μέρος.
Το ΔΕΕ έκρινε ότι βάσει των ανωτέρω η διάταξη του ΓεΔΕΕ είχε υποπέσει σε νομικό σφάλμα. Ειδικότερα, το γεγονός ότι η απόφαση T-161/18 ήταν μεταγενέστερη της προηγούμενης απόφασης της Επιτροπής και, ως εκ τούτου, δεν μπορούσε να είχε ληφθεί υπόψη κατά την έκδοσή της, αρκούσε για να καταστήσει την απόφαση αυτή νέο στοιχείο, βάσει του οποίου η Επιτροπή επανεξέτασε τη νομική κατάσταση της ΚΑΠΒ. Το γεγονός ότι η απόφαση αυτή είχε αναιρεθεί από την απόφαση C-284/21 P και ότι, συνεπώς, η εκτίμηση ως προς τη νομική κατάσταση της ΚΑΠΒ, στην πραγματικότητα δεν είχε αλλάξει, δεν αρκεί προκειμένου να δικαιολογήσει το συμπέρασμα του ΓεΔΕΕ. Αντιθέτως, τα παραπάνω στοιχεία καταδεικνύουν ότι πριν από τη δεύτερη απόφαση της Επιτροπής είχε διενεργηθεί νέα εξέταση της κατάστασης της ΚΑΠΒ υπό το πρίσμα των επιχειρημάτων που είχε προβάλει στη δεύτερη καταγγελία της. Πράγματι, οι ισχυρισμοί της εν λόγω καταγγελίας είχαν αξιολογηθεί υπό το πρίσμα των νεότερων νομολογιακών εξελίξεων επί του ζητήματος και επομένως η δεύτερη απόφαση δεν είχε απλώς επιβεβαιωτικό χαρακτήρα.
Ενόψει των ανωτέρω, το ΔΕΕ έκρινε ότι το ΓεΔΕΕ είχε υποπέσει σε πλάνη περί το δίκαιο και αναίρεσε τη διάταξή του.



