Η Επιτροπή έκρινε ότι οι κλιμακούμενοι φορολογικοί συντελεστές του φόρου επί των διαφημίσεων παρέχουν επιλεκτικό πλεονέκτημα σε ορισμένες επιχειρήσεις και ευνοεί αδικαιολόγητα τις επιχειρήσεις που δεν ήταν κερδοφόρες το 2013, παρέχοντας σ’ αυτές φοροελαφρύνσεις
Ασυμβίβαστη κρατική ενίσχυση ο ουγγρικός φόρος επί των διαφημίσεων — SA.39235
Σύμφωνα με τον ουγγρικό νόμο του 2014 σχετικά με την επιβολή φόρου στις διαφημίσεις, οι επιχειρήσεις φορολογούνταν ανάλογα με τα έσοδά τους που προέρχονται από διαφημίσεις. Οι επιχειρήσεις με περισσότερα έσοδα από διαφημίσεις υπέκειντο σε αισθητά υψηλότερους προοδευτικούς φορολογικούς συντελεστές, που κυμαίνονταν από 0% έως 50%.
Η Επιτροπή κατέληξε ότι η προοδευτικότητα των φορολογικών συντελεστών ευνοεί τις επιχειρήσεις με περιορισμένα έσοδα από διαφημίσεις, προσδίδοντάς τους ένα σημαντικό οικονομικό πλεονέκτημα, καθώς αυτές καλούνται να καταβάλουν δυσανάλογα μικρότερη φορολογία από τους ανταγωνιστές τους με περισσότερα έσοδα από διαφημίσεις. Οι ουγγρικές αρχές δεν κατάφεραν να αποδείξουν ότι οι προοδευτικοί φορολογικοί συντελεστές ήταν συμφυείς με τον επιδιωκόμενο σκοπό της επιβολής του φόρου επί των εσόδων από διαφημίσεις, ώστε να θεωρηθεί φορολογικό μέτρο που είναι μεν επιλεκτικό, αλλά δικαιολογείται από τη φύση και την οικονομία του συστήματος.
Περαιτέρω, η Επιτροπή έκρινε ότι και η δυνατότητα που παρείχε ο νόμος σε επιχειρήσεις, να αφαιρέσουν τις μεταφερόμενες από προηγούμενες χρήσεις ζημίες, ευνοούσε αδικαιολόγητα ορισμένες επιχειρήσεις, καθώς αυτή παρεχόταν μόνο σε επιχειρήσεις που δεν εμφάνισαν κέρδη εντός της χρήσης του 2013. Οι ουγγρικές αρχές δεν απέδειξαν για ποιον λόγο εξαρτούν τις φορολογικές υποχρεώσεις μιας επιχείρησης από την κερδοφορία της, αλλά ούτε και για ποιον λόγο η δυνατότητα αφαίρεσης των ζημιών περιορίστηκε σε επιχειρήσεις που δεν ήταν κερδοφόρες αποκλειστικά εντός της χρήσης του 2013, προσδίδοντας έτσι σ’ αυτές ένα οικονομικό πλεονέκτημα σε σχέση με τους πιο αποτελεσματικούς ανταγωνιστές τους.
Η Επιτροπή είχε ζητήσει από την Ουγγαρία να αναστείλει την εφαρμογή του μέτρου, όταν αποφάσισε να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας, τον Μάρτιο του 2015. Παρ’ όλ’ αυτά, τον Ιούλιο του 2015, οι ουγγρικές αρχές έθεσαν σε εφαρμογή μία τροποποιημένη έκδοση του νόμου αυτού, χωρίς να την έχουν προηγουμένως κοινοποιήσει στην Επιτροπή. Σύμφωνα με αυτήν, οι επιχειρήσεις είχαν την ευχέρεια να επιλέξουν εάν επιθυμούσαν την αναδρομική εφαρμογή της βελτιωμένης αυτής έκδοσης, η οποία διατηρούσε τους προοδευτικούς φορολογικούς συντελεστές, που είχαν, όμως, περιορισμένο εύρος (από 0% έως 5.3%).
Η Επιτροπή κατέληξε ότι, παρά το γεγονός ότι η βελτιωμένη αυτή έκδοση κινούνταν προς τη σωστή κατεύθυνση, εντούτοις και πάλι δεν μπορούσε να δικαιολογηθεί η διατήρηση της προοδευτικότητας των συντελεστών, ενώ διατηρούνταν και οι περιορισμοί αναφορικά με τη δυνατότητα αφαίρεσης των μεταφερόμενων ζημιών.
Κατά συνέπεια, τόσο το αρχικό μέτρο όσο και η βελτιωμένη έκδοσή του συνιστούν παράνομη και ασυμβίβαστη κρατική ενίσχυση. Τα ακριβή ποσά που θα πρέπει να ανακτηθούν από κάθε επιχείρηση, εάν υφίστανται τέτοια, θα πρέπει να υπολογισθούν από τις ουγγρικές αρχές με βάση τη μεθοδολογία που προτείνει η Επιτροπή στην απόφασή της. Η ανάκτηση θα μπορούσε να αποφευχθεί για κάποιες επιχειρήσεις, εφόσον οι ουγγρικές αρχές αποδείξουν ότι η χορηγηθείσα ενίσχυση πληροί τις προϋποθέσεις του Κανονισμού de minimis.
Η μη εμπιστευτική έκδοση της απόφασης θα δημοσιευθεί με τον αριθμό υπόθεσης SA.39235 στο Μητρώο Κρατικών Ενισχύσεων στον ιστότοπο της ΓΔ Ανταγωνισμού, μόλις διευθετηθούν τυχόν ζητήματα περί απορρήτου.