Απόρριψη αναίρεσης της “Solar Ηλείας Μπόμπαινα” – ΔΕΕ C-429/20 P

Σε περίπτωση καθεστώτος ενισχύσεων για προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ, παραγωγός ΑΠΕ μπορεί να αποκτήσει την ιδιότητα του «ενδιαφερόμενου μέρους» στο πλαίσιο της επίσημης διαδικασίας έρευνας, εφόσον αποδείξει είτε ότι τελούσε σε άμεση ή έμμεση σχέση ανταγωνισμού με τους δικαιούχους της φερόμενης ενίσχυσης είτε ότι η εν λόγω ενίσχυση μπορεί να έχει συγκεκριμένη επίπτωση στην οικονομική του κατάσταση

Αίτηση αναίρεσης – κρατικές ενισχύσεις – αγορά ηλεκτρικής ενέργειας παραγόμενης από ΑΠΕ – καταγγελία ενώπιον της Επιτροπής – απορριπτική απόφαση χωρίς κίνηση της επίσημης διαδικασίας έρευνας – διαδικαστικός Κανονισμός 2015/1589 – έννοια του όρου “ενδιαφερόμενο μέρος”

Οι παραγωγοί ΑΠΕ και οι παραγωγοί ΣΗΘΥΑ στην Ελλάδα αμείβονταν για την ενέργεια που παρήγαγαν με σταθερές τιμές, υπό τη μορφή αποζημίωσης βάσει εγγυημένων τιμών (“feed-in tariffs”). Τα έσοδα των προμηθευτών δεν ήταν σταθερά και διαμορφώνονταν σε συνάρτηση με τις συνθήκες της αγορά. Για τη χρηματοδότηση των καταβλητέων στους παραγωγούς ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ αποζημιώσεων, δημιουργήθηκε «ειδικός λογαριασμός ΑΠΕ» ο οποίος τροφοδοτούνταν κατά βάση από το ειδικό τέλος μείωσης εκπομπών αέριων ρύπων που υποχρεούνταν να καταβάλουν οι καταναλωτές για κάθε μονάδα μέτρησης καταναλισκόμενης ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και από άλλους πόρους, όπως τα έσοδα των φορέων της αγοράς ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ.

Η Ελλάδα κοινοποίησε στην Επιτροπή καθεστώς λειτουργικών ενισχύσεων υπέρ των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ (SA.41794), προκειμένου να εξαλειφθεί το έλλειμμα που δημιουργήθηκε στον ειδικό λογαριασμό ΑΠΕ λόγω της μεγάλης αύξησης των εξόδων στο πλαίσιο ανάπτυξης σταθμών που χρησιμοποιούν ΑΠΕ και σταθμών ΗΘΥΑ, καθώς και λόγω της ταυτόχρονης μείωσης των εσόδων συνεπεία της μείωσης του ειδικού τέλους που είχε προηγουμένως επιβληθεί στους καταναλωτές λόγω της οικονομικής κρίσης. Ειδικότερα, προβλέφθηκε, αφενός μεν, η μείωση των τιμών αποζημιώσεως που καθορίζονται στις συμβάσεις πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας και, αφετέρου, η υποχρέωση παροχής έκπτωσης επί της συνολικής αξίας της εγχυθείσας κατά το έτος 2013 ηλεκτρικής ενέργειας στο δίκτυο από τους παραγωγούς ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ, ούτως ώστε να συμψηφιστεί το υπερβάλλον ποσό αποζημιώσεων οι οποίες είχαν καταβληθεί στους εν λόγω παραγωγούς σε προγενέστερο χρόνο.

Παράλληλα, η παραγωγός ΑΠΕ Solar Ηλείας Μπόμπαινα και μία ακόμη εταιρία υπέβαλαν καταγγελία στην Επιτροπή για τις θεσπισθείσες αλλαγές, υποστηρίζοντας ότι χορηγείται παράνομη ενίσχυση στους προμηθευτές ενέργειας και οι παραγωγοί ΑΠΕ επωμίζονται το κόστος μείωσης του ελλείμματος του λογαριασμού, ενώ οι προμηθευτές που συνέβαλαν σε αυτό όχι.

Η Επιτροπή αποφάσισε να μη διατυπώσει αντιρρήσεις ως προς το κοινοποιηθέν μέτρο, καθώς διαπίστωσε ότι αυτό δεν παρέχει στους προμηθευτές επιλεκτικό πλεονέκτημα μέσω κρατικών πόρων ούτε χορηγήθηκε σε αυτούς ενίσχυση (SA.41794), ενώ σε σχετικό ερώτημα της Solar Ηλείας διευκρίνισε ότι η καταγγελία της καλύπτεται από την επίδικη απόφαση και, επομένως, κλείνει τη σχετική υπόθεση. Η Solar Ηλείας Μπόμπαινα προσέφυγε ενώπιον του ΓεΔΕΕ λόγω παραβίασης των διαδικαστικών της δικαιωμάτων στο μέτρο που η Επιτροπή δεν κίνησε την επίσημη διαδικασία έρευνας. Το ΓεΔΕΕ έκρινε σχετικά ότι η Solar Ηλείας Μπόμπαινα δεν είχε αποδείξει ότι ήταν «ενδιαφερόμενο μέρος», κατά την έννοια του άρθρου 108 παρ. 2 ΣΛΕΕ και του άρθρου 1 στοιχείο η του Κανονισμού 2015/1589, ιδιότητα η οποία απαιτείται προκειμένου να έχει τη δυνατότητα να επικαλεστεί την προσβολή των διαδικαστικών της δικαιωμάτων, δεδομένου ότι η Solar Ηλείας Μπόμπαινα δεν εξήγησε με ποιον τρόπο η απαλλαγή των προμηθευτών ηλεκτρικής ενέργειας θα μπορούσε να επηρεάσει τη διαμόρφωση των νέων τιμών αποζημίωσης και την έκπτωση που εφαρμόζεται στα σχετικά τιμολόγια των παραγωγών ΑΠΕ, στο μέτρο που οι προσαρμογές που πραγματοποιήθηκαν αποσκοπούσαν, κυρίως, στον συμψηφισμό του υπερβάλλοντος ποσού αποζημιώσεων οι οποίες είχαν καταβληθεί στους εν λόγω παραγωγούς σε προγενέστερο χρόνο.

Κατά αυτής της απόφαση η Solar Ηλείας Μπόμπαινα άσκησε αίτηση αναίρεσης στο ΔΕΕ, υποστηρίζοντας ότι το ΓεΔΕΕ υπέπεσε σε νομικό σφάλμα. Το ΔΕΕ επικύρωσε την απόφαση του ΓεΔΕΕ, επισημαίνοντας ότι το κρίσιμο κριτήριο, το οποίο έπρεπε να ληφθεί υπόψη από το ΓεΔΕΕ κατά τον χαρακτηρισμό της αναιρεσείουσας ως «ενδιαφερόμενου μέρους» ήταν η ύπαρξη δυνητικού αιτιώδους συνδέσμου, αποδεδειγμένου επαρκώς κατά νόμον, μεταξύ της εικαζόμενης ενίσχυσης και της συγκεκριμένης βλάβης που προκλήθηκε στα συμφέροντα της εν λόγω επιχείρησης ή που επηρέασε της θέση της στην αγορά. Αντιθέτως, το ΔΕΕ έκρινε ότι δεν είναι κρίσιμο το ζήτημα εάν άλλη τυχόν κατηγορία οικονομικών φορέων στο πλαίσιο του προαναφερθέντος καθεστώτος ενισχύσεων μπορούσε ενδεχομένως να έχει συμβάλει στη δημιουργία του ελλείμματος. Ομοίως, το γεγονός ότι οι παραγωγοί ΑΠΕ και οι προμηθευτές θα μπορούσαν να βρίσκονται σε συγκρίσιμη κατάσταση, από την άποψη του σκοπού που επιδιώκεται με τη μείωση του ελλείμματος του ειδικού λογαριασμού ΑΠΕ, δεν ασκεί καμία επιρροή στο πλαίσιο της εκτίμησης της ιδιότητας του «ενδιαφερόμενου μέρους», κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείο η του Καν. 2015/1589. Συνεπώς, εφόσον η αναιρεσείουσα δεν απέδειξε ούτε ότι τελούσε σε άμεση ή έμμεση σχέση ανταγωνισμού με τους δικαιούχους της φερόμενης ενίσχυσης ούτε ότι η εν λόγω ενίσχυση μπορεί να έχει συγκεκριμένη επίπτωση στην κατάστασή της, το ΓεΔΕΕ ορθώς θεώρησε ότι δεν απέκτησε την ιδιότητα του «ενδιαφερόμενου μέρους».

https://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf?text=&docid=257488&pageIndex=0&doclang=EL&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=16425422

keyboard_arrow_up