Απόφαση ΓεΔΕΕ σχετικά με γερμανική ενίσχυση προς τη Deutsche Post — Τ-143/ 12

Το Γενικό Δικαστήριο κύρωσε απόφαση της Επιτροπής, με την οποία το μέτρο που αφορούσε συγκεκριμένη κατανομή βαρών μεταξύ του ομοσπονδιακού κράτους της Γερμανίας και της Deutsche Post σε σχέση με τις συντάξεις των ταχυδρομικών υπαλλήλων είχε θεωρηθεί ότι συνιστούσε παράνομη και ασυμβίβαστη κρατική ενίσχυση

Η παρούσα απόφαση αφορά την προσφυγή ακυρώσεως που άσκησε η Γερμανία κατά των άρθρων 1 έως 4 και 6 της απόφασης 2012/636/ΕΕ της Επιτροπής σχετικά με τη γερμανική ενίσχυση C 36/07 (πρώην ΝΝ 25/07) υπέρ της Deutsche Post AG δυνάμει του νόμου για το νομικό καθεστώς των ταχυδρομικών υπαλλήλων (Postpersonalrechtsgesetz της 14.09.1994, εφεξής: νόμος 1994).

Η Deutsche Post είναι μια δημόσια εταιρεία, η οποία συστάθηκε το 1995 συνεπεία της ιδιωτικοποίησης της εταιρείας των πρώην Γερμανικών Ταχυδρομείων, της Postdienst. Στο πλαίσιο αυτό, επιβλήθηκε στην Deutsche Post η υποχρέωση να διατηρήσει το εργασιακό καθεστώς των υπαλλήλων της Postdienst, καθώς και να συμβάλει στο συνταξιοδοτικό ταμείο τους, καταβάλλοντας ετησίως από 01.01.1995 έως 31.12.1999 ποσό € 2.045 εκατομμυρίων και από 01.01.2000 κι έπειτα ποσοστό 33% του συνόλου των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων που απασχολούσε η Deutsche Post, ενώ τις υπολειπόμενες συνταξιοδοτικές δαπάνες θα κάλυπτε το ομοσπονδιακό κράτος. Την περίοδο 1995-2010, το συνολικό ποσό αυτής της ενίσχυσης από το ομοσπονδιακό κράτος ανερχόταν σε ποσό άνω των € 37 δισεκατομμυρίων.

Με την απόφασή της 2012/636/ΕΕ της 25.01.2012, η Επιτροπή διαπίστωσε, μεταξύ άλλων, ότι η κρατική χρηματοδότηση των συντάξεων συνιστούσε παράνομη και ασυμβίβαστη κρατική ενίσχυση, επειδή υπερέβαινε το αναγκαίο μέτρο. Διέτασσε, δε, τη Γερμανία να ανακτήσει τα αντίστοιχα ποσά από την Deutsche Post, ιδιαίτερα τα ποσά που χορηγήθηκαν από 01.01.2003 κι εφεξής, ποσά που κυμαίνονταν μεταξύ € 500 εκατ. και € 1 δις.
Κατά της απόφασης αυτής η Γερμανία άσκησε προσφυγή ακυρώσεως ενώπιον του ΓεΔΕΕ, ισχυριζόμενη ότι εσφαλμένα η Επιτροπή χαρακτήρισε την κρατική χρηματοδότηση των συντάξεων ως κρατική ενίσχυση, καθώς, για να καταλήξει σ’ αυτό το συμπέρασμα η Επιτροπή, θα έπρεπε πρώτα να καταδείξει ότι αυτή χορηγούσε οικονομικό πλεονέκτημα στη Deutsche Post έναντι των ανταγωνιστών της.

Στην απόφασή του το ΓεΔΕΕ κατέληξε ότι αν και το μέτρο συνιστά κρατική παρέμβαση με χρήση κρατικών πόρων που μπορεί να επηρεάσει το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών και απειλεί να νοθεύσει τον ανταγωνισμό, εντούτοις η Επιτροπή δεν απέδειξε επαρκώς ότι το εν λόγω μέτρο συνιστά επιλεκτικό οικονομικό πλεονέκτημα, υπό την έννοια ότι απαλλάσσει τη Deutsche Post από συνήθεις επιβαρύνσεις του προϋπολογισμού της. Και τούτο διότι στις συνήθεις επιβαρύνσεις μιας επιχείρησης δεν εμπίπτουν επιβαρύνσεις επιβαλλόμενες σε μία και μόνη επιχείρηση δυνάμει νομοθετικών διατάξεων, οι οποίες παρεκκλίνουν από τους κανόνες που έχουν γενική εφαρμογή στις ανταγωνίστριες επιχειρήσεις και συνεπάγονται την επιβολή στην οικεία επιχείρηση υποχρεώσεων, τις οποίες δεν υπέχουν οι ανταγωνίστριές της. Ως εκ τούτου, είναι πολύ πιθανό ότι, παρά την κρατική συγχρηματοδότηση των συντάξεων, η Deutsche Post να μην απολάμβανε κανενός είδους οικονομικό πλεονέκτημα, ευρισκόμενη σε όμοια ή ακόμη και σε δεινότερη θέση σε σχέση με τις ανταγωνίστριές της. Μόνο τα ποσά που ενδεχομένως υπερέβαιναν το αναγκαίο μέτρο για την κάλυψη του επιπρόσθετου κόστους σε σχέση με το ύψος των αντίστοιχων επιβαρύνσεων των ανταγωνιστριών της για την περίοδο πριν το 1995 θα ήταν δυνατόν να χορηγήσουν στην επιχείρηση αυτή τέτοιο πλεονέκτημα και, ως εκ τούτου, να χαρακτηριστούν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 107 παρ. 1 ΣΛΕΕ, πλην όμως η Επιτροπή δεν προέβη σε τέτοια ανάλυση.

Κατά συνέπεια, από τη στιγμή που η Επιτροπή δεν απέδειξε ότι η Deutsche Post απολάμβανε επιλεκτικό οικονομικό πλεονέκτημα, υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο και, επομένως, το ΓεΔΕΕ έκανε δεκτή την προσφυγή της Γερμανίας.

http://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf?text=&docid=181664&pageIndex=0&doclang=EL&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=487129

keyboard_arrow_up