Καταδίκη της Ελλάδας λόγω μη τήρησης προθεσμιών για τη λήψη πρόσφορων μέτρων ανάκτησης παρανόμως χορηγηθεισών κρατικών ενισχύσεων και για ενημέρωση της Επιτροπής στην υπόθεση ΕΝ ΚΛΩ
Ανάκτηση κρατικής ενίσχυσης από την τελούσα υπό πτώχευση ΕΝ ΚΛΩ – C-363/16
Το έτος 2016, η Επιτροπή προσέφυγε στο ΔΕΕ με αίτημα να αναγνωριστεί ότι η Ελλάδα παρέβη την υποχρέωσή της να ανακτήσει κρατική ενίσχυση που είχε χορηγήσει παράνομα στην εταιρία με την επωνυμία «Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία Α.Ε.» (ΕΝ ΚΛΩ), καθώς και να κρατήσει ενήμερη την Επιτροπή σχετικά με την πορεία της διαδικασίας ανάκτησης.
Η επίμαχη κρατική ενίσχυση, που χορήγησε το Ελληνικό κράτος το έτος 2007, χωρίς προηγούμενη κοινοποίηση στην Επιτροπή, αφορούσε συγκεκριμένα εγγύηση υπέρ της ΕΝ ΚΛΩ τόσο για την αναχρηματοδότηση υφιστάμενου τραπεζικού της δανείου όσο και για τη λήψη νέου. Το έτος 2009, η Ελλάδα αποφάσισε, και πάλι χωρίς να ενημερώσει πρώτα την Επιτροπή, την αναδιάταξη των ληξιπρόθεσμων οφειλών της ίδιας εταιρίας που αφορούσαν στα έτη 2004 έως 2009. Με την με αριθμό 2012/541/ΕΕ απόφαση η Επιτροπή, έκρινε ότι τα προαναφερόμενα μέτρα που έλαβε το Ελληνικό κράτος υπέρ της ΕΝ ΚΛΩ, που χορηγήθηκαν παράνομα, αφού δεν είχαν προηγουμένως κοινοποιηθεί, εμπίπτουν στην έννοια των κρατικών ενισχύσεων κατ’ άρθρο 107 παρ. 1 ΣΛΕΕ. Επιπλέον η Επιτροπή κατέληξε ότι οι ενισχύσεις αυτές είναι ασυμβίβαστες με την εσωτερική αγορά και κάλεσε το Ελληνικό κράτος, εντός προθεσμίας δύο μηνών από την κοινοποίηση της απόφασης, να παράσχει πληροφορίες στην Επιτροπή αναφορικά με το ποσό και τη διαδικασία της ανάκτησης, η οποία έπρεπε να ολοκληρωθεί εντός τεσσάρων μηνών από την κοινοποίηση της προαναφερόμενης απόφασης. Στην ίδια απόφαση συμπεριλήφθηκε ακόμη και υποχρέωση συνεχούς ενημέρωσης της Επιτροπής καθ’ όλο το διάστημα αυτών των τεσσάρων μηνών. Σε εκτέλεση της παραπάνω απόφασης, οι ελληνικές αρχές ενημέρωσαν την Επιτροπή για το ύψος των ανακτήσεων μερικές ημέρες πριν την εκπνοή της τετράμηνης προθεσμίας, ενώ λίγο αργότερα και κατόπιν σχετικού αιτήματος της Επιτροπής, πληροφόρησαν την τελευταία ότι η ΕΝ ΚΛΩ κηρύχθηκε στο μεταξύ διάστημα σε πτώχευση και ότι το Ελληνικό Δημόσιο προέβη σε αναγγελία των απαιτήσεών του στην ανοιγείσα πτωχευτική διαδικασία μετά τη λήξη της τετράμηνη προθεσμίας. Στη συνέχεια, το έτος 2015 το Ελληνικό κράτος δυνάμει μίας πράξης νομοθετικού περιεχομένου αποφάσισε την αναστολή της πτωχευτικής διαδικασίας προσπαθώντας να διασώσει την ΕΝ ΚΛΩ. Η ενέργεια αυτή θεωρήθηκε από την Επιτροπή ως άρνηση εκτέλεσης της απόφασής της για ανάκτηση και η υπόθεση παραπέμφθηκε στο ΔΕΕ.
Το κύριο νομικό ζήτημα, που κλήθηκε να εξετάσει το Δικαστήριο ήταν εάν η θέση της ΕΝ ΚΛΩ σε πτώχευση επηρεάζει την προθεσμία ανάκτησης, και δευτερευόντως, εάν στην περίπτωση που η εν λόγω επιχείρηση τελεί υπό πτώχευση η αποκατάσταση του ανταγωνισμού επιτυγχάνεται υποχρεωτικά με την οριστική λύση της εταιρίας. Το ΔΕΕ, σύμφωνα με πάγια νομολογία του, επεσήμανε ότι τυχόν παρακωλυτικές καταστάσεις που μπορεί να προκύψουν, όπως είναι η θέση της επιχείρησης στην οποία χορηγήθηκε η μη συμβατή κρατική ενίσχυση υπό καθεστώς πτώχευσης, δεν αναστέλλουν ούτε παρατείνουν αυτοδικαίως την υποχρέωση ανάκτησης. Κατά δε το άρθρο 14 παρ. 3 του Κανονισμού (ΕΚ) 659/1999, σε συνδυασμό και με το άρθρο 288 ΣΛΕΕ, το κράτος μέλος υποχρεούται να επιλέγει κάθε φορά εκείνο το μέτρο που βάσει της εθνικής του νομοθεσίας θα οδηγήσει στην άμεση εκτέλεση της απόφασης ανάκτησης. Ακόμη, στο πλαίσιο της υποχρέωσης που υπέχει το κράτος μέλος για ειλικρινή και αμοιβαία συνεργασία με τα θεσμικά όργανα της Ένωσης κατ’ άρθρο 4 παρ. 3 ΣΕΕ, εφόσον επιθυμεί παράταση της προθεσμίας που του δόθηκε πρέπει να απευθυνθεί εγκαίρως και αιτιολογημένα στην Επιτροπή, προκειμένου αυτή να τροποποιήσει σχετικά την απόφασή της. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η εξάλειψη της στρεβλώσεως του ανταγωνισμού θα πρέπει οπωσδήποτε να λάβει χώρα εντός της αρχικώς ταχθείσας ή μεταγενεστέρως συμφωνηθείσας προθεσμίας. Στην προκειμένη περίπτωση, αρκούσε κατά το ΔΕΕ η εγγραφή των απαιτήσεων του Ελληνικού κράτους μέχρι τη λήξη της τετράμηνης προθεσμίας στον πίνακα πιστωτών της κηρυχθείσας σε πτώχευση εταιρίας, υπό τον όρο ότι εκ των υστέρων είτε θα λάμβανε χώρα η εν τοις πράγμασι ανάκτηση των ποσών των ενισχύσεων στο πλαίσιο της πτωχευτικής διαδικασίας, είτε η εταιρία θα οδηγούνταν σε οριστική παύση των δραστηριοτήτων της. Συνακόλουθα, το Δικαστήριο έκρινε ότι η Ελλάδα, μη τηρώντας την προθεσμία που της τέθηκε από την Επιτροπή και κατά παράβαση της διάταξης του άρθρου 108 παρ. 2 εδ. β΄ ΣΛΕΕ, παρέλειψε να συμμορφωθεί τόσο με την εντολή ανάκτησης και ενημέρωσης, όσο και με τη γενικότερη υποχρέωση για αδιάλειπτη παροχή πληροφοριών προς το αρμόδιο όργανο. Βάσει αυτών των διαπιστώσεων έκανε δεκτή την υποβληθείσα προσφυγή της Επιτροπής, καταδικάζοντας την Ελλάδα στα δικαστικά έξοδα.