Autoridad Portuaria de Bilbao/Επιτροπή – Σε περίπτωση καθεστώτος ενισχύσεων, ο γενικός και αφηρημένος ορισμός των δικαιούχων του δικαιολογεί τη δυνατότητα της Επιτροπής να το εξετάζει και αυτή από την πλευρά της κατά τρόπο γενικό και αφηρημένο προκειμένου να το κρίνει ως κρατική ενίσχυση, ακόμη και εάν, στην πραγματικότητα, προορίζεται για έναν μόνο δικαιούχο
Καθεστώς ενισχύσεων με έναν μόνο δικαιούχο – C-110/23 P
Οι λιμενικές αρχές που ασκούν οικονομική δραστηριότητα εντός ιστορικών περιοχών της Αυτόνομης Κοινότητας της Χώρας των Βάσκων (Ισπανία) απολάμβαναν διαχρονικά πλήρη απαλλαγή των κερδών τους από τον εταιρικό φόρο. Για την υπόλοιπη ισπανική επικράτεια, προβλεπόταν μερική απαλλαγή. Το 2019, η Επιτροπή έκρινε ότι η παραπάνω πλήρης φορολογική απαλλαγή συνιστούσε μη συμβατή κρατική ενίσχυση και πρότεινε στις ισπανικές αρχές να λάβουν ορισμένα μέτρα για να διασφαλίσουν ότι όλες οι λιμενικές αρχές θα είχαν την ίδια φορολογική μεταχείριση (SA.38397/2019). Η Ισπανία δέχθηκε να θέσει σε εφαρμογή τα προτεινόμενα μέτρα και κατάργησε τις επίμαχες φοροαπαλλαγές, εισάγοντας στη θέση τους ένα δικαίωμα έκπτωσης από το ακαθάριστο ποσό του εταιρικού φόρου σε σχέση με ορισμένα είδη επενδύσεων, με την επιφύλαξη ότι η εν λόγω έκπτωση δεν συνιστά κρατική ενίσχυση ή συνιστά συμβατή κρατική ενίσχυση. Το 2020, η αναιρεσείουσα, η οποία ήταν μάλλον η μοναδική δικαιούχος της καταργηθείσας καθολικής φοροαπαλλαγής, άσκησε προσφυγή ακυρώσεως ενώπιον του ΓεΔΕΕ κατά της απόφασης SA.38397/2019, η οποία απορρίφθηκε ως αβάσιμη (T-126/20). Κατόπιν τούτων, άσκησε την ένδικη αίτηση αναιρέσεως ενώπιον του ΔΕΕ.
Η αναιρεσείουσα υποστήριξε αρχικά ότι το ΓεΔΕΕ είχε υποπέσει σε νομική πλάνη, κρίνοντας ότι η επίμαχη φοροαπαλλαγή δεν έπρεπε να εκτιμηθεί σε συνδυασμό με την αρχή της οικονομικής αυτάρκειας που ισχύει για τις λιμενικές αρχές, ως δύο στοιχεία ενός ενιαίου σύνθετου μέτρου. Το ΔΕΕ επεσήμανε, αρχικά, ότι κατά την εξέταση του εάν ένα μέτρο συνιστά κρατική ενίσχυση, σημασία έχουν όλοι οι νομικοί ή πραγματικοί παράγοντες που συνδέονται με το μέτρο αυτό, ιδίως τα οφέλη και το κόστος του, και, κατά συνέπεια, πρέπει να γίνεται εκτίμηση του μέτρου αυτού στο σύνολό του, λαμβανομένων υπόψη όλων των χαρακτηριστικών του. Εν προκειμένω, το ΔΕΕ απέρριψε τον ισχυρισμό ότι η επίμαχη φοροαπαλλαγή, εκτιμώμενη στο πλαίσιο του ισπανικού λιμενικού συστήματος, το οποίο αποσκοπεί στην αυτάρκεια, δεν συνιστά πλεονέκτημα. Συμφώνησε με το ΓεΔΕΕ πως, μπορεί τα έσοδα που απορρέουν από την αρχή της αυτάρκειας να προορίζονται για την αντιστάθμιση του κόστους των επενδύσεων σε βασικές υποδομές, το οποίο θα έπρεπε να χρηματοδοτηθεί από τον ισπανικό κρατικό προϋπολογισμό σε περίπτωση εφαρμογής άλλου καθεστώτος, ωστόσο το άρθρο 107 ΣΛΕΕ δεν διακρίνει τις κρατικές παρεμβάσεις ανάλογα με τις αιτίες ή τους στόχους τους, αλλά τις ορίζει ανάλογα με τα αποτελέσματά τους. Ως εκ τούτου, δεν μπορούσε να αποκλειστεί, εν προκειμένω, η χορήγηση πλεονεκτήματος εξ αυτού του λόγου.
Εν συνεχεία, η αναιρεσείουσα επικαλέστηκε πλάνη περί το δίκαιο στον βαθμό που το ΓεΔΕΕ είχε κρίνει ότι η Επιτροπή δεν όφειλε να προβεί σε πλήρη ανάλυση των διαθέσιμων στοιχείων, όταν ήταν κοινώς γνωστό ότι υπήρχε μόνο ένας δικαιούχος του καθεστώτος ενισχύσεων, εν προκειμένω η αναιρεσείουσα. Το ΔΕΕ παρατήρησε αρχικά πως δεν αμφισβητείται ότι η επίμαχη φοροαπαλλαγή αποτελεί καθεστώς ενισχύσεων, δυνάμει του οποίου μπορούν να χορηγούνται μεμονωμένες ενισχύσεις σε επιχειρήσεις, κατά τρόπο γενικό και αφηρημένο. Στη βάση αυτή, έκρινε ότι ο γενικός και αφηρημένος ορισμός των δικαιούχων ενός καθεστώτος δικαιολογεί τη δυνατότητα της Επιτροπής να περιορίζεται ομοίως στην εξέταση, κατά τρόπο γενικό και αφηρημένο, των χαρακτηριστικών του καθεστώτος αυτού για την αξιολόγησή του ως κρατικής ενίσχυσης. Το γεγονός ότι υπήρχε μόνο μία οντότητα που επωφελούνταν από ένα τέτοιο σύστημα δεν ήταν ικανό να αποκλείσει μία τέτοια αξιολόγηση. Ο αριθμός των δικαιούχων είναι απλώς συνέπεια της αυτόματης εφαρμογής του ίδιου καθεστώτος και, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να έχει καμία σχέση με την εξέταση που οφείλει να διενεργήσει η Επιτροπή όσον αφορά την απόδειξη της ύπαρξης πλεονεκτήματος.