Κρατικές ενισχύσεις και εθνικά δικαστήρια

Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή της νομοθεσίας περί κρατικών ενισχύσεων από τα εθνικά δικαστήρια

Την 09.04.2009 δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα ΕΕ [ΕΕ 2009 C 85/1] Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή της νομοθεσίας περί κρατικών ενισχύσεων από τα εθνικά δικαστήρια. Σκοπός της παρούσας Ανακοίνωσης είναι να ενημερώσει τα εθνικά δικαστήρια και τους τρίτους ενδιαφερόμενους για τα διαθέσιμα μέσα παροχής έννομης προστασίας σε περίπτωση παράβασης των κανόνων περί κρατικών ενισχύσεων και να τα καθοδηγήσει όσον αφορά την εφαρμογή των κανόνων αυτών στην πράξη. Πέραν τούτου, η Επιτροπή, μέσω της Ανακοίνωσης, επιδιώκει την ανάπτυξη της συνεργασίας της με τα εθνικά δικαστήρια, θεσπίζοντας πιο εύχρηστα εργαλεία, τα οποία θα διευκολύνουν το καθημερινό έργο των εθνικών δικαστών, χωρίς, όμως, να είναι δεσμευτική για αυτούς και χωρίς να επηρεάζει την ανεξαρτησία τους. Η εν λόγω Ανακοίνωση αντικαθιστά την Ανακοίνωση του 1995 [ΕΕ 1995 C 312/8] και δεν προδικάζει οποιαδήποτε ερμηνεία των εφαρμοστέων διατάξεων της Συνθήκης και των κανονιστικών διατάξεων από τα κοινοτικά δικαιοδοτικά όργανα. Συμπληρωματικές πληροφορίες που απευθύνονται προς τα εθνικά δικαστήρια θα δημοσιευθούν στον δικτυακό τόπο της Επιτροπής. Η Επιτροπή θα επανεξετάσει την παρούσα Ανακοίνωση μετά από πέντε χρόνια.

Αξίζει να υπογραμμισθούν τα ακόλουθα σημεία της Ανακοίνωσης:

  • Τα εθνικά δικαστήρια, όπως και η Επιτροπή, έχουν αρμοδιότητα να ερμηνεύουν την έννοια της κρατικής ενίσχυσης.
  • Σε περίπτωση ύπαρξης αμφιβολιών σχετικά με την ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης, τα εθνικά δικαστήρια μπορούν να ζητήσουν γνωμοδότηση της Επιτροπής, με την επιφύλαξη της δυνατότητας ή της υποχρέωσης των εθνικών δικαστηρίων να παραπέμψουν το ζήτημα στο ΔΕΚ για την έκδοση προδικαστικής απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 234 της ΣυνθΕΚ.
  • Σε περίπτωση που το εθνικό δικαστήριο καλείται να αποφανθεί για την υπαγωγή μέτρου σε καθεστώς εγκεκριμένων ενισχύσεων, μπορεί να ελέγξει μόνο εάν πληρούνται όλοι οι όροι της απόφασης έγκρισης. Εάν τίθεται θέμα, σε εθνικό επίπεδο, σχετικά με το κύρος απόφασης της Επιτροπής, το εθνικό δικαστήριο είναι αναρμόδιο να κηρύξει άκυρες πράξεις κοινοτικών οργάνων.
  • Τα εθνικά δικαστήρια δεν είναι αρμόδια να αποφανθούν για το συμβιβάσιμο μέτρου κρατικής ενίσχυσης με τις διατάξεις του άρθρου 87 παρ. 2 ή 3 της Συνθήκης.
  • Η υποχρέωση αναστολής που θεσπίζεται στο άρθρο 88 παρ. 3 της ΣυνθΕΚ παρέχει το δικαίωμα άμεσης άσκησης των ατομικών δικαιωμάτων των θιγόμενων μερών (π.χ. των ανταγωνιστών του δικαιούχου). Τα εν λόγω θιγόμενα μέρη μπορούν να επιβάλουν τα δικαιώματά τους μέσω άσκησης αγωγής ενώπιον των αρμοδίων εθνικών δικαστηρίων κατά του χορηγούντος κράτους μέλους.
  • Σε περίπτωση παρανόμως χορηγηθείσας ενίσχυσης, το εθνικό δικαστήριο επιβάλλει όλες τις έννομες συνέπειες αυτής της παράνομης χορήγησης που προβλέπονται από το εθνικό δίκαιο. Ως εκ τούτου, το εθνικό δικαστήριο καταρχήν οφείλει να διατάσσει την ολοσχερή επιστροφή της παράνομης κρατικής ενίσχυσης από τον αποδέκτη. Η διαταγή πλήρους ανάκτησης της παράνομης ενίσχυσης αποτελεί μέρος των υποχρεώσεων του εθνικού δικαστηρίου να προστατεύει τα ατομικά δικαιώματα του προσφεύγοντος.
  • Περιστάσεις οι οποίες δεν κωλύουν την έκδοση διαταγής ανάκτησης από την Επιτροπή δεν δικαιολογούν να μην διαταχθεί η πλήρης ανάκτηση βάσει του άρθρου 88 παρ. 3 της ΣυνθΕΚ από εθνικό δικαστήριο.
  • Το εθνικό δικαστήριο δεν υποχρεούται να διατάξει την ολοσχερή ανάκτηση της παράνομης κρατικής ενίσχυσης εάν, κατά το χρόνο έκδοσης της απόφασης του εθνικού δικαστηρίου, η Επιτροπή έχει ήδη αποφανθεί ότι η ενίσχυση συμβιβάζεται με την κοινή αγορά.
  • Αν διαταχθεί ανάκτηση από την Επιτροπή, το άρθρο 14 παρ. 2 του διαδικαστικού Κανονισμού απαιτεί ανάκτηση, όχι μόνον του ονομαστικού ποσού της ενίσχυσης, αλλά και τόκων από την ημερομηνία κατά την οποία η παράνομη ενίσχυση τέθηκε στη διάθεση του αποδέκτη μέχρι την ημερομηνία της πραγματικής ανάκτησής της. Η ανάκτηση των τόκων για το χρονικό διάστημα της παρανομίας συγκαταλέγεται επίσης στις υποχρεώσεις των εθνικών δικαστηρίων δυνάμει του άρθρου 88 παρ 3 της Συνθήκης.
  • Τα εθνικά δικαστήρια μπορεί να χρειασθεί να αποφανθούν σχετικά με αγωγές αποζημίωσης για ζημίες που υπέστησαν ανταγωνιστές ή τρίτοι λόγω της παράνομης κρατικής ενίσχυσης.
  • Το καθήκον των εθνικών δικαστηρίων να επιβάλλουν όλες τις δέουσες έννομες συνέπειες των παραβάσεων της υποχρέωσης αναστολής δεν περιορίζεται στην έκδοση οριστικών αποφάσεων. Στο πλαίσιο του ρόλου τους δυνάμει του άρθρου 88 παρ. 3 της Συνθήκης, τα εθνικά δικαστήρια απαιτείται να διατάσσουν και την λήψη προσωρινών μέτρων, εφόσον συντρέχει λόγος διασφάλισης των δικαιωμάτων των πολιτών και της αποτελεσματικότητας του άρθρου 88 παρ. 3 της Συνθήκης.
  • Τα εθνικά δικαστήρια μπορούν να επιλαμβάνονται ζητημάτων που άπτονται των κρατικών ενισχύσεων και σε περιπτώσεις στις οποίες η Επιτροπή έχει ήδη διατάξει την ανάκτηση της ενίσχυσης. Παρότι η πλειονότητα των υποθέσεων αναμένεται να αφορά την ακύρωση εθνικών διαταγών ανάκτησης, μπορεί επίσης να δεχθούν αγωγές αποζημίωσης από τρίτους κατά εθνικών αρχών για μη εφαρμογή απόφασης ανάκτησης της Επιτροπής.
  • Τα εθνικά δικαστήρια οφείλουν να εφαρμόζουν την υποχρέωση αναστολής και να προστατεύουν τα δικαιώματα των ιδιωτών σε περίπτωση χορήγησης παράνομων κρατικών ενισχύσεων. Καταρχήν, στις οικείες διαδικασίες ισχύουν οι εθνικοί δικονομικοί κανόνες.
  • Η Επιτροπή οφείλει να συνδράμει τα εθνικά δικαστήρια κατά την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας. Παρομοίως, τα εθνικά δικαστήρια ενδέχεται να κληθούν να συνδράμουν την Επιτροπή κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της.

http://eur-lex.europa.eu/LexUriServ/LexUriServ.do?uri=OJ:C:2009:085:0001:0022:EL:PDF

keyboard_arrow_up