Ryanair/Επιτροπή (Γαλλία) – Οι διατάξεις της ΣΛΕΕ για τις συμβατές ενισχύσεις πρέπει να θεωρηθούν «ειδικές διατάξεις» που επιτρέπουν, κατ’ εξαίρεση, διακρίσεις λόγω ιθαγένειας. Τα περιοριστικά αποτελέσματα μέτρου ενίσχυσης στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών δεν συνιστούν άνευ ετέρου περιορισμό απαγορευμένο από τη ΣΛΕΕ, διότι μπορεί να πρόκειται για αποτέλεσμα συμφυές με την ίδια τη φύση της κρατικής ενίσχυσης, όπως είναι ο επιλεκτικός χαρακτήρας της
Κρατικές ενισχύσεις και απαγόρευση των διακρίσεων – C-210/21 P
Το 2020, η Γαλλία κοινοποίησε στην Επιτροπή καθεστώς, με αντικείμενο την αναστολή της καταβολής δύο φόρων προς το γαλλικό δημόσιο. Δικαιούχοι του καθεστώτος ήταν επιχειρήσεις παροχής δημοσίων αεροπορικών μεταφορών, οι οποίες κατείχαν σχετική άδεια, εκδοθείσα αποκλειστικά από τις γαλλικές αρχές (γαλλική άδεια), όπερ προϋπέθετε ότι οι επιχειρήσεις έπρεπε να έχουν την «κύρια εγκατάστασή» τους στη Γαλλία.
Την ίδια χρονιά, η Επιτροπή, με την απόφαση SA.56765, ενέκρινε το καθεστώς, με ευθεία εφαρμογή του άρθρου 107 (2) (β) ΣΛΕΕ, κρίνοντας ότι δεν τίθεται ζήτημα δυσμενούς διάκρισης εις βάρος των αεροπορικών εταιριών που δεν κατείχαν γαλλική άδεια. Η αεροπορική εταιρεία Ryanair άσκησε προσφυγή ακυρώσεως ενώπιον του ΓεΔΕΕ κατά της ως άνω απόφασης, επικαλούμενη παραβίαση της αρχής της απαγόρευσης των διακρίσεων και της αρχής της αναλογικότητας (Τ-259/20).
Το 2021, το ΓεΔΕΕ απέρριψε την προσφυγή, κρίνοντας ότι η χορήγηση αποζημιώσεων από ένα κράτος μέλος μόνον προς όσες αεροπορικές εταιρίες έχουν την κύρια εγκατάστασή τους σε αυτό, με σκοπό την επανόρθωση ζημιών που προκαλούνται από έκτακτα γεγονότα, όπως η πανδημία του κορωνοϊού, είναι συμβατή με το άρθρο 107 (2) (β) ΣΛΕΕ και δεν παραβιάζει τις ως άνω αρχές. Την ίδια χρονιά, η Ryanair άσκησε αίτηση αναιρέσεως ενώπιον του ΔΕΕ (C-210/21 P), επί της οποίας εκδόθηκε η παρούσα απόφαση.
Το ΔΕΕ εξέτασε, αρχικά, ισχυρισμό που αφορούσε την παραβίαση της αρχής απαγόρευσης των διακρίσεων (18 ΣΛΕΕ), παρατηρώντας ότι οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 107 ΣΛΕΕ, οι οποίες προβλέπουν παρεκκλίσεις από την αρχή του ασυμβιβάστου των κρατικών ενισχύσεων και, ως εκ τούτου, επιτρέπουν τη διαφορετική μεταχείριση μεταξύ των επιχειρήσεων, υπό την επιφύλαξη ότι πληρούνται οι προβλεπόμενες απαιτήσεις, πρέπει να θεωρηθούν «ειδικές διατάξεις», κατά την έννοια του άρθρου 18 ΣΛΕΕ, δηλαδή ως διατάξεις που μπορούν, κατ’ εξαίρεση, να επιτρέψουν διακρίσεις λόγω ιθαγένειας. Στη βάση αυτή, αρκούσε η εξέταση συμβατότητας του καθεστώτος με το άρθρο 107 (2) (β) ΣΛΕΕ, χωρίς να είναι απαραίτητη η αξιολόγηση των άρθρων 18 και 52 ΣΛΕΕ.
Η Ryanair ισχυρίστηκε ότι υποκρυπτόμενος σκοπός του καθεστώτος ήταν η στήριξη αποκλειστικά των γαλλικών αεροπορικών εταιρειών. Το ΔΕΕ απέρριψε τον ισχυρισμό, διαπιστώνοντας ότι από την απόφαση της Επιτροπής δεν προέκυπτε ότι η κατοχή γαλλικής αδείας συνιστούσε αυτοσκοπό του καθεστώτος, αλλά, μάλλον, κριτήριο επιλεξιμότητας.
Εξετάζοντας την αναλογικότητα του καθεστώτος, το ΔΕΕ διαπίστωσε, βάσει των στοιχείων της Επιτροπής, ότι οι αεροπορικές εταιρείες που κατείχαν γαλλική άδεια θίγονταν αναλογικά πολύ περισσότερο από τη Ryanair, ως προς τις πτήσεις που πραγματοποιήθηκαν από και προς τη Γαλλία, χωρίς το ΓεΔΕΕ, προβαίνοντας σε σχετική εκτίμηση, να έχει υποκαταστήσει την αιτιολογία της Επιτροπής με δική του. Ούτε αποτελούσε υποκατάσταση της αιτιολογίας της Επιτροπής η κρίση του ΓεΔΕΕ ότι «τα κράτη μέλη δεν διαθέτουν απεριόριστους πόρους», δεδομένου ότι η διατύπωση αυτή εντασσόταν μονάχα στην επεξήγηση του πλαισίου εντός του οποίου υιοθετήθηκε το εν λόγω κριτήριο επιλεξιμότητας.
Ως προς την επικαλούμενη παραβίαση της ελευθερίας παροχής υπηρεσιών, το ΔΕΕ επεσήμανε πρωτίστως ότι η διαδικασία του άρθρου 108 ΣΛΕΕ ουδέποτε πρέπει να καταλήγει σε αποτέλεσμα αντίθετο προς τις ειδικές ή άλλες διατάξεις της ΣΛΕΕ. Επομένως, δεν είναι συμβατή ενίσχυση, η οποία, αυτή καθεαυτή ή λόγω ορισμένων εκ των όρων χορηγήσεώς της, παραβιάζει διατάξεις ή γενικές αρχές του ενωσιακού δικαίου. Όμως, τα περιοριστικά αποτελέσματα που αναπτύσσει μέτρο ενίσχυσης ως προς την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών δεν συνιστούν άνευ ετέρου περιορισμό απαγορευμένο από τη ΣΛΕΕ, αλλά μπορεί να είναι αποτελέσματα συμφυή με την ίδια τη φύση της κρατικής ενίσχυσης, όπως είναι ο επιλεκτικός χαρακτήρας της.
Στην ένδικη υπόθεση, μολονότι η κατοχή γαλλικής άδειας δεν αποτελούσε αφ’ εαυτή τον σκοπό του επίμαχου καθεστώτος, αλλά κριτήριο επιλεξιμότητας, εντούτοις το κριτήριο αυτό καθεαυτό ήταν άρρηκτα συνδεδεμένο με το αντικείμενο του καθεστώτος, δηλαδή την αποκατάσταση της ζημίας που προκάλεσε η πανδημία του κορωνοϊού στις αερομεταφορές. Ως εκ τούτου, το αποτέλεσμα που απέρρεε από το συγκεκριμένο κριτήριο επιλεξιμότητας στην εσωτερική αγορά εντάσσεται στο πλαίσιο του ελέγχου συμβατότητας του καθεστώτος, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 108 (3) ΣΛΕΕ.
Συνεπώς, το ΓεΔΕΕ δεν είχε υποπέσει σε πλάνη περί το δίκαιο, όταν αποφάνθηκε ότι το επίμαχο καθεστώς αποτελούσε εμπόδιο στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών. Η Ryanair θα έπρεπε να αποδείξει, εν προκειμένω, ότι το συγκεκριμένο μέτρο παρήγε περιοριστικά αποτελέσματα που έβαιναν πέραν εκείνων που είναι συμφυή με κρατική ενίσχυση χορηγηθείσα σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου 107 (2) ΣΛΕΕ.
Σε ό,τι αφορά στο ποσό της ενίσχυσης που έπρεπε να λάβει υπ’ όψιν της η Επιτροπή, για να διαπιστώσει την ύπαρξη ενδεχόμενης υπεραντιστάθμισης της ζημίας, αυτό αντιστοιχεί, κατ’ αρχήν, στο ποσό των τόκων που οι δικαιούχοι θα έπρεπε να καταβάλουν στην αγορά για να εξασφαλίσουν ισοδύναμα ρευστά διαθέσιμα, όπως προβλέπει τόσο η επίμαχη απόφαση της Επιτροπής, όσο και η Ανακοίνωση του 2008 για τη μέθοδο καθορισμού των επιτοκίων αναφοράς και προεξόφλησης. Για τον προσδιορισμό αυτόν, η Επιτροπή δεν έπρεπε να λάβει υπ’ όψιν τυχόν πλεονεκτήματα τα οποία θα μπορούσαν εμμέσως να αποκομίσουν από την εν λόγω ενίσχυση οι δικαιούχοι του καθεστώτος, όπως το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.
Ενόψει των ανωτέρω, το ΔΕΕ απέρριψε την αίτηση αναίρεσης.