Μη οικονομική η δραστηριότητα των ιταλικών νοσοκομείων – C-492/21 P

Casa Regina Apostolorum della Pia Società delle Figlie di San Paolo/Επιτροπή – Η εισαγωγή, σε ένα σύστημα υγείας που εφαρμόζει την αρχή της αλληλεγγύης, ενός στοιχείου ανταγωνισμού που αποσκοπεί στην ενθάρρυνση των φορέων να ασκούν τη δραστηριότητά τους σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής διοικήσεως δεν μεταβάλλει τη μη οικονομική φύση του συστήματος υγείας

Στην Ιταλία, το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης οργανώνεται στο πλαίσιο της Εθνικής Υπηρεσίας Υγείας (ΕΥΥ). Η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη χρηματοδοτείται απευθείας από τις εισφορές κοινωνικής ασφαλίσεως και από κρατικούς πόρους. Οι υγειονομικές υπηρεσίες παρέχονται, δωρεάν ή σχεδόν δωρεάν, σε όλους τους ασθενείς, είτε από δημόσιους είτε από ιδιωτικούς φορείς που συμβάλλονται με την ΕΥΥ.

Η Casa Regina Apostolorum della Pia Società delle Figlie di San Paolo (προσφεύγουσα) είναι ιδιωτικός φορέας, με έδρα το Λάτσιο και παρέχει υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης στο πλαίσιο της ΕΥΥ, καθώς επίσης και ιδιωτικές υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης. Το 2014, υπέβαλε καταγγελία στην Επιτροπή αναφορικά με ορισμένα ιταλικά μέτρα χρηματοδότησης δημοσίων νοσοκομείων από την Περιφέρεια του Λάτσιο. Υποστήριξε ότι οι ιταλικές μεταρρυθμίσεις του 1992 και του 1999 στον τομέα της υγείας είχαν μετατρέψει τις δημόσιες δομές υγείας σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, με αποτέλεσμα να υφίσταται ανταγωνισμός μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού τομέα. Με τις ίδιες μεταρρυθμίσεις, είχε δοθεί, παράλληλα, η ελευθερία στον ασθενή να επιλέξει ο ίδιος από ποιον φορέα θα λαμβάνει υγειονομικές υπηρεσίες, με αποτέλεσμα οι δραστηριότητες των δημοσίων νοσοκομείων να αποκτούν, κατά την προσφεύγουσα, οικονομικό χαρακτήρα. Στο πλαίσιο αυτό, η προσφεύγουσα υποστήριξε ότι η χρηματοδότηση των δημοσίων νοσοκομείων του Λάτσιο από την αντίστοιχη Περιφέρεια δεν ήταν σύμφωνη με τις αρχές που διατυπώθηκαν στη νομολογία Altmark.

Η Επιτροπή, με την απόφαση SA.39913, απέρριψε την καταγγελία, κρίνοντας ότι οι ιταλικές μεταρρυθμίσεις δεν είχαν μεταβάλει τα κύρια χαρακτηριστικά της ΕΥΥ και άρα δεν της προσέδιδαν οικονομικό χαρακτήρα. Έτσι, οι υπηρεσίες της ΕΥΥ δεν μπορούσαν να θεωρηθούν ότι ασκούνται από ‘επιχείρηση’, δεδομένου ότι βασίζονταν στις αρχές της καθολικότητας και της αλληλεγγύης και παρέχονταν για όλους τους ασθενείς, είτε δωρεάν είτε με καταβολή πολύ μικρής αμοιβής που προοριζόταν μόνο για την κάλυψη του κόστους της υπηρεσίας. Συνεπώς, η απουσία οικονομικού χαρακτήρα καθιστούσε περιττή την εξέταση ειδικότερων ζητημάτων κρατικών ενισχύσεων.

H προσφεύγουσα άσκησε προσφυγή ακυρώσεως στο ΓεΔΕΕ. Το γενικό Δικαστήριο, που με την απόφαση του στην υπόθεση Τ-223/18 απέρριψε την προσφυγή, έκρινε ως ορθή την αξιολόγηση της Επιτροπής περί της φύσης της ΕΥΥ. Σημείωσε ότι η ΕΥΥ επιδιώκει κοινωνικό σκοπό και τηρεί την αρχή της αλληλεγγύης. Επίσης, συμφώνησε με την Επιτροπή ότι η ελευθερία του ασθενούς να επιλέξει τον πάροχο των υγειονομικών υπηρεσιών δεν μεταβάλλει τη μη οικονομική φύση του ιταλικού συστήματος υγείας, παρά ενθαρρύνει απλώς τους σχετικούς φορείς να βελτιώσουν τις υπηρεσίες τους και να τις προσφέρουν με πιο αποδοτικό και λιγότερο δαπανηρό τρόπο, χωρίς όμως να θίγουν τις αρχές της καθολικότητας και της αλληλεγγύης. Αναφορικά με την ύπαρξη οικονομικών δραστηριοτήτων εντός των νοσοκομείων της ΕΥΥ, το ΓεΔΕΕ παρατήρησε ότι ένας φορέας, όπως τα δημόσια νοσοκομεία, μπορεί να ασκεί οικονομικές και μη οικονομικές δραστηριότητες, υπό τον όρο ότι τηρεί χωριστούς λογαριασμούς για κάθε είδους δραστηριότητα, ώστε να καθίσταται σαφές σε ποιες περιπτώσεις ο ίδιος φορέας συνιστά επιχείρηση και σε ποιες όχι.

Μετά την απόρριψη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα άσκησε αίτηση αναίρεσης στο ΔΕΕ, το οποίο απέρριψε την πλειονότητα των ισχυρισμών της προσφεύγουσας ως απαράδεκτους, για δικονομικούς λόγους. Επί της ουσίας του ζητήματος, έκρινε πλήρεις και επαρκείς τις αιτιολογίες του ΓεΔΕΕ περί της μη οικονομικής δραστηριότητας των δημοσίων νοσοκομείων στο πλαίσιο της ΕΥΥ και υπενθύμισε ότι η εισαγωγή, σε ένα σύστημα που εφαρμόζει την αρχή της αλληλεγγύης, ενός στοιχείου ανταγωνισμού που αποσκοπεί στην ενθάρρυνση των φορέων να ασκούν τη δραστηριότητά τους σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής διοικήσεως, δεν μεταβάλλει τη φύση του συστήματος αυτού. Περαιτέρω, ως προς τη μη αξιολόγηση ορισμένων ιταλικών δικαστικών αποφάσεων επί της φύσης των δημοσίων νοσοκομείων από την Επιτροπή, το ΔΕΕ επικύρωσε την κρίση του ΓεΔΕΕ ότι η Επιτροπή δεν υποχρεούται να εκθέτει άλλα στοιχεία πέραν των πραγματικών περιστατικών και των νομικών εκτιμήσεων που θεωρεί ουσιώδους σημασίας για το σύστημα της προσβαλλόμενης αποφάσεως. Έτσι, ορθώς είχε παραλειφθεί η αξιολόγηση ορισμένων ιταλικών αποφάσεων που αφορούσαν παρεμφερή, αλλά όχι ταυτόσημα νοσοκομεία με εκείνα της ΕΥΥ.

Στη βάση αυτή, το ΔΕΕ απέρριψε την αίτηση αναίρεσης.

https://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf;jsessionid=A06B8862A0089E5F06D9CA3C891F708E?text=&docid=272983&pageIndex=0&doclang=FR&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=6047206

keyboard_arrow_up