Απόρριψη προσφυγής κατά των τιμών εισόδου στα ελληνικά καζίνο – ΓεΔΕΕ T‑757/18

Η Επιτροπή υποχρεούται να επαναλάβει την επίσημη διαδικασία έρευνας, μόνον όταν η απόφασή της ακυρώνεται από το ΔΕΕ λόγω έλλειψης αιτιολογίας και όχι όταν ακυρώνεται λόγω νομικών σφαλμάτων ή πρόδηλων σφαλμάτων εκτίμησης, όπως είναι η μη απόδειξη της ύπαρξης κρατικής ενίσχυσης. Στη δεύτερη αυτή περίπτωση, η Επιτροπή μπορεί να υποχρεωθεί να κινήσει εκ νέου επίσημη διαδικασία έρευνας, μόνον εφόσον τεθούν υπόψη της νέα στοιχεία σχετικά με το επίμαχο μέτρο

Το 2009, η Κοινοπραξία Τουριστική Λουτρακίου, η οποία λειτουργεί ιδιωτικό καζίνο στο Λουτράκι, υπέβαλε καταγγελία στην Επιτροπή σχετικά με το σύστημα που εφάρμοσε η Ελλάδα επί των εισιτηρίων των καζίνο, υποστηρίζοντας ότι συνιστούσε κρατική ενίσχυση υπέρ των δημόσιων καζίνο της Πάρνηθας, της Κέρκυρας και του ιδιωτικού καζίνο της Θεσσαλονίκης. Συγκεκριμένα, έως το 2012 η τιμή εισόδου στα δημόσια καζίνο ορίστηκε στα 6 ευρώ, ενώ στα ιδιωτικά στα 15 ευρώ. Σε αμφότερες τις κατηγορίες καζίνο επιβλήθηκε ενιαίο τέλος σε ποσοστό 80% με το οποίο επιβαρύνονταν τα καζίνο και όφειλαν να αποδίδουν στο κράτος ακόμη και στις περιπτώσεις όπου μπορούσαν να επιτρέπουν τη δωρεάν είσοδο ορισμένων πελατών.

Κατόπιν κίνησης της επίσημης διαδικασίας έρευνας το 2010, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι το εν λόγω σύστημα εισήγαγε διακριτική φορολογική μεταχείριση υπέρ των προαναφερόμενων καζίνο και, συνεπώς, έκρινε ότι χορηγήθηκαν παράνομες και μη συμβατές κρατικές ενισχύσεις και διέταξε την ανάκτησή τους (SA.28973/2011).

Η Ελλάδα άσκησε προσφυγή κατά της απόφασης αυτής ενώπιον του ΓεΔΕΕ, το οποίο την έκανε δεκτή και ακύρωσε την απόφαση της Επιτροπής, κρίνοντας ότι η τελευταία δεν είχε αποδείξει την ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης κατά την έννοια του άρθρου 107 παρ. 1 ΣΛΕΕ (ΓεΔΕΕ T-425/11). Στη συνέχεια, η Επιτροπή άσκησε αναίρεση κατά της απόφασης του ΓεΔΕΕ, η οποία απορρίφθηκε στο σύνολό της με διάταξη του ΔΕΕ επί της υπόθεσης C-530/14 P.

Το 2017, η Κοινοπραξία Τουριστική Λουτρακίου υπέβαλε νέα καταγγελία στην Επιτροπή, προκειμένου αυτή να εκδώσει νέα τελική απόφαση στην οποία να διαπιστώνει ότι το επίμαχο μέτρο συνιστά παράνομη και μη συμβατή κρατική ενίσχυση υπέρ των ίδιων καζίνο της Πάρνηθας, της Θεσσαλονίκης και της Κέρκυρας, στο μέτρο που η προηγούμενη απόφαση της Επιτροπής (SA.28973/2011) ακυρώθηκε από το ΓεΔΕΕ (T-425/11).

Η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη την προαναφερόμενη διάταξη του ΔΕΕ στην υπόθεση C-530/14 P και χωρίς να κινήσει εκ νέου την επίσημη διαδικασία έρευνας, διαπίστωσε ότι το σύστημα φόρων επί των εισιτηρίων των καζίνο στην Ελλάδα, το οποίο ίσχυε μέχρι τον Νοέμβριο του 2012, δεν συνεπαγόταν τη χορήγηση οικονομικού πλεονεκτήματος και, συνεπώς, δεν συνιστούσε κρατική ενίσχυση. Ειδικότερα, η Επιτροπή έκρινε ότι, δεδομένου ότι το σύστημα τελών εισόδου στα καζίνο στην Ελλάδα δεν παρείχε πλεονέκτημα στα δημόσια καζίνο και στο καζίνο της Θεσσαλονίκης, τυχόν αυξημένη ελκυστικότητα ή πρόσθετα έσοδα από πρόσθετους πελάτες που προσελκύονται από το χαμηλότερο τέλος εισόδου δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι δημιουργεί πλεονέκτημα. Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και αν μπορούσε να αποδειχθεί ότι υφίσταται τέτοιο πλεονέκτημα, δεν χορηγήθηκε μέσω κρατικών πόρων κατά την έννοια του άρθρου 107 παρ. 1 της ΣΛΕΕ (SA.28973/2018). Η Κοινοπραξία Τουριστική Λουτρακίου άσκησε εκ νέου προσφυγή ακύρωσης ενώπιον του ΓεΔΕΕ κατά αυτής της απόφασης της Επιτροπής για παραβίαση των διαδικαστικών της δικαιωμάτων λόγω μη κίνησης της επίσημης διαδικασίας έρευνας.

Το ΓεΔΕΕ επισήμανε ότι η επίσημη διαδικασία έρευνας είχε ήδη κινηθεί από την Επιτροπή το 2010, η οποία κάλυπτε το σύνολο των πτυχών των μέτρων ενισχύσεων, συμπεριλαμβανομένων του πλεονεκτήματος ελκυστικότητας και των δωρεάν εισιτηρίων. Επιπλέον, το ΓεΔΕΕ παρατήρησε ότι, ακόμη και αν δεν εξετάστηκαν σε βάθος ορισμένα ζητήματα, η απόφαση αυτή ακυρώθηκε από το ΔΕΕ και, συνεπώς, η Επιτροπή δεν ήταν υποχρεωμένη να κινήσει νέα διαδικασία έρευνας. H καταγγελία του 2017 υπάγεται, κατά το ΓεΔΕΕ, στο πλαίσιο της εν λόγω διαδικασίας του 2010, με αποτέλεσμα η προσβαλλόμενη απόφαση να συνιστά απλώς νέα απόφαση με την οποία περατώνεται η επίσημη διαδικασία έρευνας που κινήθηκε το 2010 και όχι νέα απόφαση περί μη διατύπωσης αντιρρήσεων στο τέλος της προκαταρκτικής διαδικασίας έρευνας.

Περαιτέρω, το ΓΔΕΕ έκρινε ότι η Επιτροπή δεν είχε υποχρέωση να επαναλάβει την επίσημη διαδικασία έρευνας, κατόπιν της έκδοσης της απόφασης του ΓεΔΕΕ στην υπόθεση T-425/11, δεδομένου ότι η απόφασή της ακυρώθηκε λόγω νομικών σφαλμάτων/πρόδηλων σφαλμάτων εκτίμησης και όχι λόγω έλλειψης αιτιολογίας, οπότε θα έπρεπε κατ^27 ανάγκη να επαναληφθεί η επίσημη διαδικασία έρευνα. Περαιτέρω, το ΓεΔΕΕ έκρινε ότι η Επιτροπή ορθώς θεώρησε πως είχε στη διάθεσή της όλα τα απαραίτητα στοιχεία για να λάβει την απόφασή της, κυρίως, στο μέτρο που η προσφεύγουσα δεν κατέθεσε κανένα νέο στοιχείο που να επιβάλλει τη διεξαγωγή πρόσθετης έρευνας εκ μέρους της Επιτροπής. Επιπλέον, δεν αποδείχθηκε ότι έλαβε χώρα κάποια τροποποίηση του επίμαχου νομοθετικού πλαισίου μετά την απόφαση κίνησης της διαδικασίας του 2010, ενώ, σε κάθε περίπτωση, η Επιτροπή δεν ήταν υποχρεωμένη να ζητήσει με δική της πρωτοβουλία επιπλέον στοιχεία ώστε να προβεί σε νέα ανάλυση.

Με βάση τα παραπάνω, το ΓΔΕΕ απέρριψε την προσφυγή της Κοινοπραξίας και επικύρωσε την απόφαση της Επιτροπής.

https://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf?text=&docid=252401&pageIndex=0&doclang=EN&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=4945160

keyboard_arrow_up