Καταλογισμός στο κράτος ενός μέτρου απαλλαγής από τον ΦΠΑ – ΓεΔΕΕ Τ-561/18

Εθνικό μέτρο που καθιερώνει φοροαπαλλαγή υπέρ ορισμένων επιχειρήσεων καταλογίζεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όταν απλώς εφαρμόζει μια σαφή και ακριβή υποχρέωση που προβλέπεται σε μια Οδηγία, ενώ πρέπει να θεωρείται καταλογιστέο στο κράτος μέλος, κατά την έννοια του άρθρου 107 παρ. 1 ΣΛΕΕ, εφόσον αυτό την υιοθέτησε, κάνοντας χρήση της διακριτικής του ευχέρειας στο πλαίσιο της μεταφοράς της σχετικής Οδηγίας στο εθνικό του δίκαιο

Η Post Danmark έχει την υποχρέωση καθολικής υπηρεσίας (ΥΚΥ) ταχυδρομικών διανομών και είναι 100% ιδιοκτησία του ομίλου PostNord, ο οποίος ανήκει κατά 40% στο δανικό κράτος και κατά 60% στο σουηδικό, ενώ καθένα από τα δύο αυτά κράτη-μέτοχοι κατέχουν το 50% των δικαιωμάτων ψήφων στο διοικητικό συμβούλιο του ομίλου. Η υποχρέωση της Post Danmark αφορά, ειδικότερα, την παροχή βασικών ταχυδρομικών υπηρεσιών σε όλη τη Δανία, σε προσιτές τιμές και τηρώντας ορισμένες ελάχιστες απαιτήσεις ποιότητας.

Η ITD που είναι μια εμπορική ένωση εταιριών μεταφορών και η Danske Fragtmænd που δραστηριοποιείται στη μεταφορά αγαθών και υπηρεσιών διανομής δεμάτων άσκησαν αίτηση ακύρωσης ενώπιον του ΓεΔΕΕ κατά της απόφασης της Επιτροπής με την οποία εγκρίθηκαν, μετά την ολοκλήρωση της προκαταρκτικής διαδικασίας, διάφορα μέτρα στήριξης που χορηγήθηκαν στην PostNord από τη Δανία για την παροχή της προαναφερόμενης ΥΚΥ (SA.47707/2018).

Ειδικότερα, η Επιτροπή στην προσβαλλόμενη απόφασή της εξέτασε τα εξής χωριστά μέτρα: α) αποζημίωση για το καθαρό αποφευχθέν κόστος της ΥΚΥ, β) κατανομή του κόστους της Post Danmark για ΥΚΥ και άλλες υπηρεσίες, γ) κρατική εγγύηση, δ) απαλλαγή από τον ΦΠΑ και ε) αύξηση κεφαλαίου. Τα τρία πρώτα μέτρα κρίθηκαν συμβατές κρατικές ενισχύσεις προς την Post Danmark, ενώ τα δύο τελευταία μέτρα κρίθηκε ότι δεν συνιστούσαν κρατικές ενισχύσεις, καθώς δεν ήταν καταλογιστέα στο κράτος. Συγκεκριμένα, όσον αφορά την απαλλαγή από τον ΦΠΑ επειδή η Επιτροπή γενικά δεν θεωρεί ότι σχετικά μέτρα καταλογίζονται στα κράτη μέλη λόγω του ότι πρόκειται για εφαρμογή Οδηγίας της ΕΕ, ενώ όσον αφορά την αύξηση κεφαλαίου, στην προκειμένη περίπτωση δεν παρασχέθηκαν σχετικές πληροφορίες από την καταγγέλουσα.

Κατά τις προσφεύγουσες, η Επιτροπή έπρεπε να είχε κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας, καθώς φαίνεται ότι υπήρχαν σοβαρές αμφιβολίες ως προς την ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης ή/και τη συμβατότητα των προαναφερόμενων μέτρων.

Ως προς τα μέτρα υπό α-γ, το ΓεΔΕΕ επικύρωσε την απόφαση της Επιτροπής. Ειδικά όσον αφορά την κατανομή του κόστους (μέτρο υπό β), το ΓεΔΕΕ σημείωσε ότι η μέθοδος υπολογισμού του καθαρού αποφευχθέντος κόστους της ΥΚΥ απαιτεί την ανάπτυξη ενός αντίθετου σεναρίου, δηλαδή, μια υποθετική κατάσταση στην οποία ο πάροχος μιας τέτοιας υπηρεσίας δεν είναι πλέον υπεύθυνος για αυτήν. Αυτή η μεθοδολογία συνίσταται, καταρχάς, στην εκτίμηση εάν, ελλείψει της ΥΚΥ, ο φορέας εκμετάλλευσης, που αρχικά ήταν υπεύθυνος γι’ αυτήν, θα μετέβαλε τη συμπεριφορά του και θα έπαυε να παρέχει τις ζημιογόνες υπηρεσίες ή, εάν θα άλλαζε τον τρόπο με τον οποίο οι ζημιογόνες υπηρεσίες παρέχονται και, στη συνέχεια, στην εκτίμηση του αντίκτυπου αυτής της αλλαγής συμπεριφοράς στο κόστος και τα έσοδά του, προκειμένου να υπολογιστεί το καθαρό αποφευχθέν κόστος. Με άλλα λόγια, είναι ζήτημα της εκτίμησης του καθαρού κόστους της ΥΚΥ σε συνδυασμό με την εκτίμηση του βαθμού στον οποίο ο φορέας εκμετάλλευσης, που είναι υπεύθυνος για την ΥΚΥ, θα αυξήσει τα κέρδη του, εάν δεν ήταν υποχρεωμένος να παρέχει αυτήν την καθολική υπηρεσία. Συνεπώς, το ΓεΔΕΕ έκρινε ότι η Επιτροπή δεν έσφαλε κατά την εξέταση του επίμαχου μέτρου.

Ωστόσο, σε σχέση με την απαλλαγή από τον ΦΠΑ (μέτρο υπό δ), το ΓεΔΕΕ έκρινε ότι το μέτρο αυτό επέτρεπε στις εταιρίες ηλεκτρονικού εμπορίου να μην χρεώνουν ΦΠΑ στους πελάτες τους υπό την προϋπόθεση ότι θα χρησιμοποιούσαν την Post Danmark ως εταιρία μεταφοράς, με αποτέλεσμα να επωφελείται εμμέσως η Post Danmark. Καταρχήν, το ΓεΔΕΕ επισήμανε σχετικά ότι, στην περίπτωση φοροαπαλλαγής που προβλέπεται από εθνικό μέτρο, το οποίο εφαρμόζει διάταξη Οδηγίας που επιβάλλει στα κράτη μέλη σαφή και ακριβή υποχρέωση να μην επιβάλλουν φόρο σε μια συγκεκριμένη συναλλαγή, η απαλλαγή αυτή δεν καταλογίζεται στο κράτος μέλος που εκπληρώνει απλώς τις υποχρεώσεις του βάσει των Συνθηκών. Επομένως, μια εθνική διοικητική πρακτική που καθιερώνει φοροαπαλλαγή πρέπει να καταλογίζεται στην ΕΕ, όταν εκπληρώνει απλώς μια σαφή και ακριβή υποχρέωση η οποία ορίζεται σε μια Οδηγία, ενώ πρέπει να θεωρείται καταλογιστέα στο κράτος, κατά την έννοια του άρθρου 107 παρ. 1 ΣΛΕΕ, εφόσον το εν λόγω κράτος μέλος την υιοθέτησε στο πλαίσιο της διακριτικής ευχέρειας που διαθέτει κατά τη μεταφορά της Οδηγίας στο εθνικό του δίκαιο. Εν προκειμένω, το ΓεΔΕΕ διαπίστωσε ότι αυτή η απαλλαγή δεν φαίνεται να καλύπτεται από την υφιστάμενη επιτρεπόμενη απαλλαγή από τον ΦΠΑ για την παροχή Υποχρεώσεων Καθολικής Υπηρεσίας βάσει της Οδηγίας ΦΠΑ 2006/112/ΕΚ και, επομένως, οι δανικές αρχές έλαβαν το συγκεκριμένο μέτρο στο πλαίσιο της διακριτικής τους ευχέρειας. Το γεγονός αυτό αποτελεί, κατά το ΓεΔΕΕ, ισχυρή ένδειξη ότι το επίμαχο μέτρο καταλογίζεται στο κράτος της Δανίας.

Τέλος, αναφορικά με την εισφορά κεφαλαίου στην Post Danmark (μέτρο υπό ε), το ΓεΔΕΕ έκρινε ότι, εφόσον η Επιτροπή δεν είχε καμία ένδειξη ότι η δικαιούχος εταιρία θα μπορούσε με αυτόν τον τρόπο να επανέλθει στην κερδοφορία ούτε ότι είχε προοπτικές να γίνει αποδοτική, δηλαδή ότι η εισφορά δεν μπορούσε να οδηγήσει στην αποκατάσταση της βιωσιμότητά της, λανθασμένα κρίθηκε ότι δεν επρόκειτο για κρατική ενίσχυση. Περαιτέρω, το ΓεΔΕΕ έκρινε ότι, στο μέτρο που η PostNord ήταν μια επιχείρηση επί της οποίας τα δανικά και σουηδικά κράτη ενδέχεται να μπορούν να ασκήσουν κυριαρχική επιρροή, η Επιτροπή όφειλε να εξετάσει, βάσει συγκεκριμένων πληροφοριών εάν η αύξηση κεφαλαίου ήταν ή όχι καταλογιστέα στο δανικό και το σουηδικό κράτος και όχι απλώς να το συμπεράνει ελλείψει άλλων στοιχείων. Συναφώς, το ΓεΔΕΕ επισήμανε ότι η Επιτροπή δεν μπορεί απλώς να βασίζεται στα επιχειρήματα των κρατών μελών περί της μη πλήρωσης των προϋποθέσεων του άρθρου 107 παρ. 1 ΣΛΕΕ και να αγνοεί τις αντίθετες πληροφορίες που υποβάλλονται από τα υπόλοιπα ενδιαφερόμενα μέρη.

Επιπλέον, το ΓεΔΕΕ έκρινε ότι η Επιτροπή δεν εφάρμοσε σωστά στην προκειμένη περίπτωση το κριτήριο του ιδιώτη επενδυτή, εκτιμώντας ότι ένας ιδιώτης επενδυτής θα είχε πραγματοποιήσει την εισφορά κεφαλαίου, επειδή η πτώχευση της Post Danmark θα επέφερε μια σειρά αρνητικών συνεπειών στον όμιλο της PostNord. Κατά το ΓεΔΕΕ, προκειμένου να απορριφθεί, στο στάδιο της προκαταρκτικής εξέτασης, ο χαρακτηρισμός ως κρατικής ενίσχυσης μιας δημόσιας επένδυσης που αποσκοπεί στη διασφάλιση της επιβίωσης μιας θυγατρικής εταιρίας, με το σκεπτικό ότι η επένδυση αυτή είναι σύμφωνη με το κριτήριο του ιδιώτη επενδυτή, η Επιτροπή έπρεπε να αποδείξει ότι η επένδυση αυτή ήταν προτιμότερη από οποιοδήποτε άλλο εναλλακτικό μέτρο, όπως η πτώχευση της εν λόγω θυγατρικής. Ως εκ τούτου, το ΓεΔΕΕ διαπίστωσε ότι η Επιτροπή παρέβη την υποχρέωσή της να δικαιολογήσει αμερόληπτα και επαρκώς την απόφασή της σε σχέση με το συγκεκριμένο μέτρο.

Κατόπιν των ανωτέρω, το ΓεΔΕΕ ακύρωσε την απόφαση της Επιτροπής, η οποία θα πρέπει τώρα να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας, για να αποφανθεί εκ νέου για τα επίμαχα μέτρα.

https://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf?text=&docid=240821&pageIndex=0&doclang=EN&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=790433

keyboard_arrow_up