Ο πιθανός αρνητικός αντίκτυπος ενός μέτρου κρατικών ενισχύσεων στο περιβάλλον λαμβάνεται υπόψη κατά την αξιολόγηση της συμβατότητας του μέτρου, μόνον όταν το μέτρο αυτό παραβιάζει άμεσα τη νομοθεσία ή/και τις γενικές αρχές της ΕΕ για την προστασία του περιβάλλοντος και, επομένως, μέτρο στήριξης για την παραγωγή πυρηνικής ενέργειας δεν δύνανται να κηρυχθεί μη συμβατό βάσει του άρθρου 107 παρ. 3γ ΣΛΕΕ, απλώς και μόνον επειδή η πυρηνική ενέργεια θεωρείται ότι μπορεί να είναι επιβλαβής για το περιβάλλον. Η επιλογή της πυρηνικής ενέργειας εναπόκειται, κατά τις διατάξεις της ΣΛΕΕ, στα κράτη μέλη
Συμβατή κρατική ενίσχυση για την προώθηση πυρηνικής ενέργειας – C-594/18 P
Το 2013, το Ηνωμένο Βασίλειο κοινοποίησε στην Επιτροπή τρία μέτρα κρατικών ενισχύσεων για την κατασκευή της μονάδας C του πυρηνικού σταθμού ηλεκτροπαραγωγής Hinkley Point από την εταιρία NNΒ Generation Company Limited (NNBG). Σκοπός αυτών των μέτρων ήταν να περιοριστούν οι οικονομικοί κίνδυνοι που συνεπαγόταν η συγκεκριμένη επένδυση για την NNBG. Ειδικότερα, τα μέτρα συνίσταντο σε α) μία «σύμβαση επί διαφοράς» μεταξύ της NNBG και της Low Carbon Contracts Ltd για τη διασφάλιση της σταθερότητας των τιμών για τις πωλήσεις ηλεκτρικής ενέργειας κατά τη φάση λειτουργίας του Hinkley Point C, β) μία συμφωνία μεταξύ των επενδυτών της NNBG και του Υπουργείου Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής του ΗΒ, που προέβλεπε την αποζημίωση της NNBG σε περίπτωση πρόωρης διακοπής λειτουργίας του πυρηνικού σταθμού για πολιτικούς λόγους και γ) πιστωτική εγγύηση από το ΗΒ για ομόλογα που εκδίδει η NNBG.
Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι τα ανωτέρω μέτρα αποτελούσαν επενδυτικές ενισχύσεις, καθώς έδιναν στην NNBG κίνητρο για την κατασκευή του Hinkley Point C και τις ενέκρινε σύμφωνα με το άρθρο 107 παρ. 3γ ΣΛΕΕ, δεδομένου ότι η προώθηση της πυρηνικής ενέργειας αποτελεί σκοπό κοινού ενδιαφέροντος και τα μέτρα ήταν αναλογικά για τον σκοπό που προορίζονταν.
Στη συνέχεια, η Αυστρία άσκησε προσφυγή ακύρωσης, κατά της απόφασης της Επιτροπής ενώπιον του ΓεΔΕΕ, ισχυριζόμενη ότι οι επίμαχες ενισχύσεις λανθασμένα χαρακτηρίστηκαν ως επενδυτικές και, άρα, συμβατές, καθώς και ότι η Επιτροπή, σταθμίζοντας τα θετικά και τα αρνητικά αποτελέσματα των μέτρων, κατά τον έλεγχο αναλογικότητας, όφειλε να λάβει υπόψη της τον αρνητικό αντίκτυπό τους στο περιβάλλον. Ακόμη, η Αυστρία υποστήριξε ότι η Επιτροπή δεν έλαβε αρκούντως υπόψη της τις αρχές της προστασίας του περιβάλλοντος και της προφυλάξεως, την αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει» και την αρχή της αειφορίας που κατοχυρώνονται στο δίκαιο της ΕΕ και οι οποίες απαγορεύουν τη χορήγηση κρατικών ενισχύσεων για την κατασκευή ή λειτουργία μονάδων πυρηνικής ενέργειας.
Η αίτηση αυτή απορρίφθηκε από το ΓεΔΕΕ που έκρινε ότι ο έλεγχος αναλογικότητας εκ μέρους της Επιτροπής ήταν ορθός. Ειδικότερα, το ΓεΔΕΕ διαπίστωσε ότι τα εν λόγω μέτρα αποτελούσαν μέρος ενός πλαισίου μέτρων για την ενεργειακή πολιτική με σκοπό τη μεταρρύθμιση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, οι ανάγκες της οποίας δεν μπορούν να καλυφθούν μόνον από ΑΠΕ και, άρα, η κατασκευή του Hinkley Point C ήταν αναγκαία για την κάλυψη των αναγκών ηλεκτρικής ενέργειας του ΗΒ. Ακόμη, το ΓεΔΕΕ επισήμανε ότι τα επίμαχα μέτρα ήταν συμβατά σύμφωνα με το άρθρο 107 παρ. 3γ ΣΛΕΕ, ανεξαρτήτως του χαρακτηρισμού τους ως λειτουργικών ή επενδυτικών ενισχύσεων. Τέλος, ως προς το ζήτημα της κήρυξης των ενισχύσεων ως μη συμβατών λόγω της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει», το ΓεΔΕΕ έκρινε ότι η συνεκτίμηση των αρχών του Χάρτη και της ΣΛΕΕ περί προστασίας, προφύλαξης και αειφορίας του περιβάλλοντος θα ερχόταν σε αντίθεση με το άρθρο 106α παρ. 3 της τομεακής Συνθήκης Ευρατόμ, σκοπός της οποίας είναι η ανάπτυξη της πυρηνικής ενέργειας και σημείωσε ότι στο άρθρο 106α παρ. 3 ρητά προβλέπεται ότι οι διατάξεις της ΣΕΕ και της ΣΛΕΕ δεν παρεκκλίνουν από τις διατάξεις της Συνθήκης Ευρατόμ.
Κατά αυτής της απορριπτικής απόφασης, η Αυστρία άσκησε αίτηση αναίρεσης ενώπιον του ΔΕΕ, ισχυριζόμενη ότι το ΓεΔΕΕ έσφαλε κρίνοντας ότι τα επίμαχα μέτρα συνιστούν συμβατές κρατικές ενισχύσεις κατά το άρθρο 107 παρ. 3γ ΣΛΕΕ και μη λαμβάνοντας υπόψη τις αρνητικές επιπτώσεις της πυρηνικής ενέργειας στο περιβάλλον.
Το ΔΕΕ έκρινε ότι, κατά την εφαρμογή του άρθρου 107 παρ. 3γ ΣΛΕΕ, εξετάζονται οι αρνητικές επιπτώσεις των μέτρων κρατικών ενισχύσεων μόνον όσον αφορά την εσωτερική αγορά, τον ανταγωνισμό και τις συναλλαγές. Επομένως, το ΓεΔΕΕ ορθώς επικύρωσε τον έλεγχο αναλογικότητας που διενήργησε η Επιτροπή, χωρίς να λάβει υπόψη της τις αρνητικές συνέπειες των επίμαχων μέτρων στο περιβάλλον.
Όμως, όσον αφορά τη Συνθήκη Ευρατόμ, το ΔΕΕ έκρινε, αντίθετα από το ΓεΔΕΕ, ότι από το περιεχόμενο του άρθρου 106α παρ. 3 και από τη στοιχειώδη περιβαλλοντική προστασία που κατοχυρώνεται σε αυτήν προκύπτει ότι η Συνθήκη Ευρατόμ δεν αντιτίθεται στην εφαρμογή των σχετικών με το περιβάλλον ενωσιακών κανόνων και, επομένως, οι ενισχύσεις που αντιβαίνουν σε συγκεκριμένους κανόνες ή γενικές αρχές του ενωσιακού δικαίου δεν μπορούν να κριθούν συμβατές. Περαιτέρω, το ΔΕΕ διαπίστωσε πως, δεδομένου ότι η επιλογή της πυρηνικής ενέργειας εναπόκειται, κατά τις διατάξεις της ΣΛΕΕ, στα κράτη μέλη, δεν υπάρχει αντίφαση μεταξύ, αφενός, των σκοπών και των αρχών του δικαίου της ΕΕ στον τομέα του περιβάλλοντος και, αφετέρου, των σκοπών που επιδιώκονται με τη Συνθήκη Ευρατόμ και, ως εκ τούτου, οι αρχές της προστασίας του περιβάλλοντος και της προφυλάξεως, η αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει» και η αρχή της αειφορίας δεν αντιτίθενται γενικά και σε κάθε περίπτωση στη χορήγηση κρατικών ενισχύσεων για την κατασκευή ή τη λειτουργία πυρηνικού σταθμού. Επομένως, ορθά κρίθηκε ότι οι επίμαχες ενισχύσεις για την κατασκευή πυρηνικού σταθμού δεν αντιτίθενται στο δίκαιο και τις αρχές της ΕΕ για την προστασία του περιβάλλοντος.
Τέλος το ΔΕΕ παρατήρησε ότι το ΓεΔΕΕ, στην υπό κρίση υπόθεση, δεν υπείχε εκ του νόμου υποχρέωση να χαρακτηρίσει τυπικώς τα μέτρα ως «επενδυτικές» ή ως «λειτουργικές» ενισχύσεις, καθώς στο άρθρο 107 παρ. 3γ ΣΛΕΕ δεν γίνεται τέτοια διάκριση ούτε επιβάλλεται συναφή υποχρέωση χαρακτηρισμού τους.
Κατόπιν των ανωτέρω το ΔΕΕ επικύρωσε την απόφαση της Επιτροπής και απέρριψε την αίτηση αναίρεσης της Αυστρίας, καταδικάζοντάς τη στην καταβολή των δικαστικών εξόδων.
http://curia.europa.eu/juris/liste.jsf?language=el&td=ALL&num=C-594/18%20P