Αγγλικά

21/12/2023 Αναπροσαρμογή της αποζημίωσης παρόχου δημόσιας υπηρεσίας – C-421/22

Dobeles Autobusu Parks κ.ά. – Στο πλαίσιο δημόσιας σύμβασης παροχής υπηρεσιών επιβατικών μεταφορών που συνήφθη κατόπιν δημόσιου διαγωνισμού, ο Κανονισμός 1370/2007 δεν υποχρεώνει τις εθνικές αρχές να αποζημιώνουν πλήρως τον πάροχο, καλύπτοντας μέσω περιοδικής τιμαριθμικής αναπροσαρμογής, κάθε αύξηση του κόστους διαχείρισης και εκμετάλλευσης της υπηρεσίας που δεν εξαρτάται από τον ίδιο, καθώς μία κατάλληλη αποζημίωση ενσωματώνεται στην προσφορά που έχει ο ίδιος υποβάλει κατά τη συμμετοχή του στο διαγωνισμό
Στη Λετονία, προκηρύχθηκε ανοικτός διαγωνισμός για παροχή δημόσιας υπηρεσίας επιβατικών μεταφορών με λεωφορείο στο περιφερειακό οδικό δίκτυο για χρονικό διάστημα δέκα ετών. Διάφορες εταιρείες που προτίθεντο να συμμετάσχουν στον διαγωνισμό προσέφυγαν στην υπηρεσία εποπτείας δημοσίων συμβάσεων, όπου υποστήριξαν ότι οι συμμετέχοντες καλούνταν να προβλέψουν, στην προσφορά τους, την τιμή της προσφερόμενης υπηρεσίας για τα επόμενα 10 έτη, χωρίς να υπάρχει δυνατότητα αναθεώρησης της τιμής, σε περίπτωση διακυμάνσεων του κόστους, γεγονός που συνεπάγεται αυξημένο επιχειρηματικό κίνδυνο. Τα επιχειρήματά τους απορρίφθηκαν από την αρμόδια επιτροπή ενστάσεων, καθώς και από το αρμόδιο διοικητικό πρωτοδικείο, με αποτέλεσμα να ασκήσουν αιτήσεις αναιρέσεως ενώπιον του ανώτατου δικαστηρίου της Λετονίας, όπου και προέβαλαν παραβίαση του δικαιώματος των μεταφορέων να λάβουν «κατάλληλη αποζημίωση» για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας, σύμφωνα με όσα προβλέπει ο Κανονισμός 1370/2007. Το ανώτατο δικαστήριο της Λετονίας απέστειλε προδικαστικό ερώτημα στο ΔΕΕ, για να ερμηνευθεί εάν ο Κανονισμός επιτρέπει την επίμαχη απουσία περιοδικής τιμαριθμικής αναπροσαρμογής της συμβατικής τιμής για κάθε αύξηση του κόστους της υπηρεσίας που δεν εξαρτάται από τον ίδιο τον πάροχό της, με συνέπεια να μην εξαλείφεται πλήρως ο κίνδυνος να υποστεί ο πάροχος ζημία, για την οποία δεν αποζημιώνονται.

Το ΔΕΕ παρατήρησε ότι το άρθρο 4 του Κανονισμού παρέχει στις αρμόδιες εθνικές αρχές ένα περιθώριο εκτίμησης για τον τρόπο με τον οποίο θα αποζημιωθεί ο πάροχος επιβατικών μεταφορών, το οποίο περιλαμβάνει παραμέτρους υπολογισμού της αποζημίωσης και καθορισμό του τρόπου κατανομής του κόστους. Η δυνατότητα κατανομής του κόστους συνεπάγεται ότι οι αρμόδιες εθνικές αρχές δεν υποχρεούνται να αποζημιώνουν το σύνολο του κόστους, αλλά μπορούν να μετακυλίουν στον πάροχο τους κινδύνους που συνδέονται με την εξέλιξη ορισμένων στοιχείων του κόστους, όποια και αν είναι η φύση τους, χωρίς να έχει σημασία αν ο πάροχος μπορεί να ελέγξει πλήρως την εξέλιξή τους, δεδομένου ότι αυτή συνδέεται με περιστάσεις ξένες προς αυτόν. Επομένως, οι εθνικές αρχές μπορούν να προβλέπουν, στο πλαίσιο του περιθωρίου εκτίμησης που διαθέτουν, ένα καθεστώς αποζημίωσης, το οποίο, λόγω των παραμέτρων υπολογισμού της αποζημίωσης και του τρόπου κατανομής του κόστους, δεν εγγυάται αυτομάτως στον πάροχο πλήρη κάλυψη του κόστους.

Περαιτέρω, το ΔΕΕ επεσήμανε ότι κάθε καθεστώς αποζημίωσης πρέπει να αποσκοπεί όχι μόνο στην αποφυγή υπεραντιστάθμισης, αλλά και στην παροχή κινήτρων προκειμένου ο πάροχος να επιτύχει μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα. Όμως, ένα καθεστώς αποζημίωσης το οποίο διασφαλίζει, σε κάθε περίπτωση, την αυτόματη κάλυψη του συνόλου του κόστους που συνδέεται με την εκτέλεση σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας δεν προσφέρει ένα τέτοιο κίνητρο για μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα, καθόσον ο πάροχος δεν παρακινείται να περιορίσει το κόστος του. Αντιθέτως, ένα καθεστώς αποζημίωσης το οποίο, ελλείψει περιοδικής τιμαριθμικής αναπροσαρμογής, δεν καλύπτει αυτομάτως το σύνολο του κόστους αυτού, αλλά έχει ως αποτέλεσμα τη μετακύλιση ορισμένων κινδύνων στον πάροχο, μπορεί να συμβάλει στην επίτευξη αποτελεσματικότητας. Ακόμη και σε σχέση με το κόστος που εκφεύγει του ελέγχου του παρόχου, η βελτίωση της αποτελεσματικότητας την οποία έχει επιτύχει θα του παράσχει τη δυνατότητα να ενισχύσει την οικονομική βιωσιμότητά του, προκειμένου να αντιμετωπίσει το κόστος αυτό, γεγονός που θα συμβάλει στη διασφάλιση της ορθής εκτέλεσης των υποχρεώσεων που προβλέπει η σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας.

Το ΔΕΕ παρατήρησε ότι το άρθρο 4 του Κανονισμού 1370/2007 διακρίνει τις περιπτώσεις δημόσιας σύμβασης που συνάπτεται κατόπιν διαγωνισμού, από εκείνη που διενεργείται με απευθείας ανάθεση. Έτσι, δεν προβλέπει συγκεκριμένους κανόνες για τη μέθοδο υπολογισμού της αποζημίωσης, όταν η σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας έχει ανατεθεί κατόπιν διαγωνισμού. Στην περίπτωση αυτή, και σε αντίθεση με την περίπτωση της απευθείας ανάθεσης, δεν απαιτείται, κατά το άρθρο 6, η αποζημίωση να συμμορφώνεται με τους ειδικούς κανόνες του Παραρτήματος του Κανονισμού, διότι ο ενωσιακός νομοθέτης στηρίζεται στην παραδοχή ότι, σε περίπτωση διαγωνισμού, η θέσπιση ακριβέστερων κανόνων σχετικά με τον υπολογισμό της αποζημίωσης, προκειμένου να διασφαλισθεί ότι το ποσό της θα είναι κατάλληλο, δεν είναι αναγκαία, διότι μια τέτοια διαδικασία έχει, αφ’ εαυτής, ως αποτέλεσμα την ελαχιστοποίηση του ποσού της αποζημίωσης του παρόχου. Με τον τρόπο αυτόν αποτρέπεται, μέσω αυτόματης προσαρμογής, όχι μόνο η υπέρμετρη αποζημίωση, αλλά και η ανεπαρκής αποζημίωση. Κάθε πάροχος που αποφασίζει να συμμετάσχει στον διαγωνισμό καθορίζει ο ίδιος τους όρους της προσφοράς του, σε συνάρτηση με όλες τις κρίσιμες παραμέτρους και, ιδίως, με την πιθανή εξέλιξη του κόστους, ανεξαρτήτως του εάν το κόστος αυτό είναι ή όχι υπό τον έλεγχό του. Έτσι, αναλαμβάνει και το επίπεδο του αντίστοιχου κινδύνου. Μια τέτοια προσφορά είναι ικανή να διασφαλίσει ποσοστό απόδοσης του επενδεδυμένου κεφαλαίου αντίστοιχο προς το επίπεδο του κινδύνου. Για τους λόγους αυτούς, συνεπάγεται ότι ένα καθεστώς αποζημίωσης που συνδέεται με σύμβαση παροχής δημόσιας υπηρεσίας κατόπιν διαγωνισμού θεωρείται, αφ’ εαυτού, ικανό να εξασφαλίσει στον πάροχο της δημόσιας υπηρεσίας κάλυψη του κόστους του, η οποία του εγγυάται επίσης κατάλληλη αποζημίωση, το ύψος της οποίας θα ποικίλλει ανάλογα με το επίπεδο κινδύνου που ο πάροχος είναι διατεθειμένος να αναλάβει.

Στη βάση αυτή, το ΔΕΕ συμπέρανε ότι οι αρμόδιες εθνικές αρχές δεν υποχρεούνται, στο πλαίσιο διαγωνισμού, να αποζημιώνουν αυτομάτως, μέσω περιοδικής τιμαριθμικής αναπροσαρμογής, το σύνολο του κόστους το οποίο ανέλαβε ο πάροχος και το οποίο συνδέεται με την εκτέλεση σύμβασης παροχής δημόσιας υπηρεσίας, ανεξαρτήτως του αν το κόστος εξαρτάται από συνθήκη που αυτός δεν μπορεί να ελέγξει, προκειμένου η συγκεκριμένη σύμβαση να του προσπορίζει κατάλληλη αποζημίωση. Το ΔΕΕ διευκρίνισε ότι η διαπίστωση αυτή δεν αντίκειται στην αρχή της αναλογικότητας, διότι ο πάροχος εκτιμά ο ίδιος τον κίνδυνο που είναι διατεθειμένος να αναλάβει. Περαιτέρω, δεν προέκυψε ότι ο επίμαχος διαγωνισμός περιείχε παράλογους ή υπερβολικούς όρους, όπως προκύπτει και από τον υψηλό βαθμό συμμετοχής σε αυτόν. Τέλος, το ΔΕΕ έκρινε ότι το ενδεχόμενο ο πάροχος να εμφανίσει αδυναμία προσήκουσας εκτέλεσης της σύμβασης είναι εγγενές σε κάθε διαδικασία διαγωνισμού και δεν δικαιολογεί την πρόβλεψη πάντοτε μηχανισμών περιοδικής τιμαριθμικής αναπροσαρμογής για κάθε αύξηση του κόστους που συνδέεται με την εκτέλεση της σύμβασης, είτε τελεί υπό τον έλεγχο του παρόχου είτε όχι.

Στη βάση των ανωτέρω, το ΔΕΕ απάντησε στο προδικαστικό ερώτημα ότι ο Κανονισμός 1370/2007 επιτρέπει καθεστώς αποζημίωσης το οποίο, στο πλαίσιο δημόσιας συμβάσεως παροχής υπηρεσιών και κατόπιν ανοικτής, διαφανούς και χωρίς διακρίσεις διαδικασίας διαγωνισμού, δεν υποχρεώνει τις αρμόδιες εθνικές αρχές να χορηγούν σε πάροχο υπηρεσιών επιβατικών μεταφορών πλήρη αποζημίωση που να καλύπτει, μέσω περιοδικής τιμαριθμικής αναπροσαρμογής, κάθε αύξηση του κόστους διαχείρισης και εκμετάλλευσης της εν λόγω υπηρεσίας που δεν εξαρτάται από τον ίδιο.

https://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf;jsessionid=92C573F41C520ECBA345EBC5E72F7A8F?text=&docid=280783&pageIndex=0&doclang=EL&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=5523558
Επιστροφή



ΔηΣΚΕ & αγορά Οδηγός ΜοΚΕ κρατικών ενισχύσεων
      Powered by Softways S.A. Με τη συγχρηματοδότηση της Ελλάδας και της Ε.Ε.