Αγγλικά

20/12/2023 Φύση των ιταλικών οργανισμών λιμένων και φοροαπαλλαγές – T-166/21

Autorità di sistema portuale del Mar Ligure occidentale κ.ά./Επιτροπή – Η αρμοδιότητα χορήγησης αδειών από δημόσιο οργανισμό σε επιχειρήσεις, κατ’ εφαρμογή του νόμου, δεν αποτελεί οικονομική δραστηριότητα. Κρίσιμα στοιχεία για να καθοριστεί εάν χρηματικό ποσό που εισπράττει δημόσιος οργανισμός από επιχειρήσεις συνιστά καταβολή αμοιβής ή φόρου είναι: το όργανο που επιβάλλει την πληρωμή του εν λόγω ποσού (το κράτος ή ο οργανισμός), η διακριτική ευχέρεια που διαθέτει ο οργανισμός ως προς τη μέθοδο επιβολής του ποσού και τον καθορισμό του ύψους του και το επίπεδο ελέγχου που ασκεί το κράτος
Το 2018, η Επιτροπή διατύπωσε προβληματισμούς σχετικά με την απαλλαγή από τον φόρο εισοδήματος εταιρειών (ΦΕΕ) που απολάμβαναν οι ιταλικοί Οργανισμοί Λιμένων (ΟΛ) και πρότεινε την εφαρμογή ορισμένων κατάλληλων μέτρων, τα οποία η Ιταλία αρνήθηκε να λάβει. Το 2019, η Επιτροπή κίνησε επίσημη διαδικασία έρευνας και εξέδωσε την απόφαση SA.38399, στην οποία διαπίστωσε ότι η επίμαχη φοροαπαλλαγή των ιταλικών ΟΛ συνιστούσε μη συμβατή κρατική ενίσχυση. Με δεδομένο ότι πανομοιότυπο απαλλακτικό μέτρο εφαρμοζόταν ήδη από το 1958, το επίμαχο καθεστώς χαρακτηρίστηκε ως «υφιστάμενο» και διατάχθηκε η κατάργησή του για το μέλλον, χωρίς να διαταχθεί ανάκτηση. Ορισμένοι ιταλικοί ΟΛ άσκησαν την επίμαχη προσφυγή ακυρώσεως ενώπιον του ΓεΔΕΕ (Τ-166/21).

Αξιολογήθηκε, αρχικά, η φύση των ιταλικών ΟΛ. Το ΓεΔΕΕ επεσήμανε ότι στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων, το νομικό καθεστώς ενός φορέα, κατά το εθνικό δίκαιο, δεν ασκεί επιρροή για τον χαρακτηρισμό του ως επιχείρησης. Ακόμη και η ένταξη του οργάνου στην κρατική διοίκηση ή η αδυναμία του να πτωχεύσει λόγω απεριόριστης κρατικής εγγύησης δεν αποκλείουν τον χαρακτηρισμό του ως επιχείρησης.

Ως προς την ενδεχόμενη ύπαρξη νόμιμου μονοπωλίου, το ΓεΔΕΕ παρατήρησε ότι πρώτον οι επιχειρήσεις παροχής λιμενικών υπηρεσιών μπορούν να χρησιμοποιούν πλείονες λιμένες για να αποκτήσουν πρόσβαση στην ίδια ενδοχώρα και δεύτερον, κατά την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης δημόσιων εκτάσεων και αποβαθρών, διάφοροι λιμένες ανταγωνίζονται μεταξύ τους προκειμένου να προσελκύουν παραχωρησιούχους. Για τους λόγους αυτούς, διαπιστώθηκε πως, παρά το γεγονός ότι κάθε ΟΛ ξεχωριστά κατέχει νόμιμο μονοπώλιο επί των λιμένων που διαχειρίζεται, υφίσταται ανταγωνισμός μεταξύ των ΟΛ με συγκεκριμένους ιταλικούς λιμένες και με λιμένες που βρίσκονται σε άλλα κράτη μέλη.

Περαιτέρω, η αρμοδιότητα των ΟΛ να χορηγούν άδειες για την εκτέλεση ορισμένων εργασιών που πραγματοποιούν διάφορες επιχειρήσεις στους λιμένες (φόρτωση, εκφόρτωση, αποθήκευση κλπ) και να επιβλέπουν την εκτέλεσή τους, κρίθηκε ότι αποτελεί κατ’ αρχήν, προνόμιο δημόσιας εξουσίας μη οικονομικής φύσεως, διότι οι ΟΛ έχουν επιφορτιστεί με το καθήκον διακρίβωσης της ικανότητας των ενδιαφερόμενων επιχειρήσεων να εκτελούν τις λιμενικές εργασίες που προσφέρουν, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του νόμου. Για τον λόγο αυτόν, το ΓεΔΕΕ καταλόγισε στην Επιτροπή πως δεν είχε αποδείξει ότι η εν λόγω αρμοδιότητα ήταν υπηρεσία παρεχόμενη εντός αγοράς και έκανε δεκτό τον σχετικό ισχυρισμό των προσφευγουσών.

Ως προς το ζήτημα του ότι οι ΟΛ εισπράττουν τέλη από επιχειρήσεις για δραστηριότητες εντός των λιμένων, το ΓεΔΕΕ παρατήρησε ότι ο χαρακτηρισμός που προσδίδεται από τα ενδιαφερόμενα μέρη ή το εθνικό δίκαιο στα έσοδα ενός φορέα (αμοιβή ή φόρος) δεν είναι κρίσιμος για να χαρακτηριστεί ο εν λόγω φορέας ως επιχείρηση. Κατά το ΓεΔΕΕ, κρίσιμο, εν προκειμένω, ήταν ότι οι ΟΛ είχαν διακριτική ευχέρεια να καθορίζουν οι ίδιοι, και όχι το ιταλικό κράτος, το ύψος των τελών και των λοιπών επιβαρύνσεων που επωμίζονται οι επιχειρήσεις, οι οποίες χρησιμοποιούν τον εκάστοτε λιμένα. Στη βάση αυτή, έκρινε ότι η επιρροή των ΟΛ επί των επίμαχων τελών τείνει να επιβεβαιώσει την οικονομική φύση των υπηρεσιών που παρέχουν έναντι της καταβολής των συγκεκριμένων τελών. Ωστόσο, το ΓεΔΕΕ διαπίστωσε ότι η Επιτροπή δεν είχε εξετάσει τη μέθοδο υπολογισμού των τελών και το ύψος τους ούτε το επίπεδο ελέγχου που ασκείται από το κράτος. Εν προκειμένω, τα επίμαχα τέλη ανέρχονταν σε ένα σταθερό και σχετικά χαμηλό ποσό, οι βασικές παράμετροι του οποίου καθορίζονταν με υπουργική απόφαση και το οποίο μπορούσε να αυξηθεί ελαφρώς αναλόγως του κύκλου εργασιών του οικείου ΟΛ. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή δεν είχε αποδείξει ότι τα συγκεκριμένα τέλη αποτελούσαν αντίτιμο για την παροχή υπηρεσίας οικονομικής φύσεως και όχι φόρο.

Κατόπιν, το ΓεΔΕΕ παρατήρησε ότι οι ΟΛ είναι μεν φορείς δημοσίου δικαίου κατά το ιταλικό δίκαιο, έχουν, όμως, συσταθεί ως διακριτές νομικές οντότητες σε σχέση με το κράτος και με άλλους δημόσιους φορείς της Ιταλίας. Λόγω της απαλλαγής από τον ΦΕΕ, οι ΟΛ απαλλάσσονταν από την καταβολή των φόρων που θα οφείλονταν λόγω των οικονομικών δραστηριοτήτων τους. Ελλείψει της εν λόγω απαλλαγής, ορισμένα ποσά φόρου θα είχαν καταβληθεί από τους ΟΛ στο κράτος. Συνεπώς, υφίσταται μεταφορά κρατικών πόρων προς αυτούς, λόγω των επίμαχων απαλλαγών.

Ελέγχοντας ενδεχόμενη σύγχυση από την Επιτροπή των κριτηρίων του πλεονεκτήματος και της επιλεκτικότητας, το ΓεΔΕΕ διαπίστωσε ότι μπορεί η ανάλυση των δύο αυτών προϋποθέσεων να αλληλεπικαλυπτόταν σε μεγάλο βαθμό, πλην όμως η διαπίστωση αυτή είναι σύμφυτη με το γεγονός ότι οι μέθοδοι ανάλυσης των δύο αυτών ζητημάτων είναι πανομοιότυπη, με δεδομένο ότι η δυνητική ύπαρξη πλεονεκτήματος καθορίζεται επί τη βάσει παρέκκλισης από το κανονικό επίπεδο φορολόγησης, δηλαδή σε σχέση με την απουσία φορολογικής απαλλαγής.

Το ΓεΔΕΕ επεσήμανε ότι το οικείο σύστημα αναφοράς πρέπει να καθορίζεται βάσει του προσδιορισμού όλων των κανόνων που επηρεάζουν τη φορολογική επιβάρυνση των επιχειρήσεων, ούτως ώστε να διασφαλίζεται ότι ένα φορολογικό μέτρο εκτιμάται με γνώμονα ένα πλαίσιο το οποίο περιλαμβάνει όλες τις σχετικές διατάξεις. Το επίμαχο φορολογικό μέτρο δεν μπορεί να διαχωρίζεται από το συνολικό φορολογικό σύστημα του κράτους μέλους. Συνακόλουθα, το ΓεΔΕΕ εξέτασε την συγκεκριμένη διάταξη που χρησιμοποιούσε η ιταλική φορολογική διοίκηση για να απαλλάξει τους ΟΛ από τον φόρο εισοδήματος εταιρειών. Το ΓεΔΕΕ παρατήρησε ότι η κρίσιμη απαλλακτική διάταξη εντάσσεται σε ένα ευρύτερο φορολογικό σύστημα το οποίο καθορίζει το σύνολο των ιταλικών διατάξεων που σχετίζονται με τον φόρο εισοδήματος εταιρειών και στις οποίες προβλέπονται ως υποκείμενοι στο φόρο και οι δημόσιοι οργανισμοί, ανεξαρτήτως εάν οι δραστηριότητές τους είναι οικονομικής φύσεως. Κατά την ιταλική νομοθεσία, ο κύριος κανόνας είναι ότι η άσκηση εμπορικής δραστηριότητας από φορέα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου αποτελεί το καθοριστικό κριτήριο για την υπαγωγή στον ΦΕΕ. Εφόσον κάποιες δραστηριότητες των ΟΛ χαρακτηρισθούν οικονομικές, επειδή αποφέρουν έσοδα από εμπορική δραστηριότητα, τα έσοδα αυτά πρέπει να υπόκεινται στον ΦΕΕ. Στη βάση αυτή, το ΓεΔΕΕ έκρινε ως ορθή τη μεθοδολογία της Επιτροπής, η οποία δεν είχε εξετάσει το σύστημα αναφοράς μόνο με βάση την απαλλακτική διάταξη, όπως είχαν προτείνει οι προσφεύγουσες, αλλά συνολικά με το σύστημα φορολόγησης του εισοδήματος των εταιρειών στην Ιταλία.

Το ΓεΔΕΕ παρατήρησε ότι υπό το πρίσμα του σκοπού του επίμαχου συστήματος αναφοράς για τη φορολόγηση όλων των τομέων (ιδιωτικών και δημοσίων), εφόσον ασκούν οικονομικές δραστηριότητες, οι ΟΛ βρίσκονται σε παρεμφερή, αν όχι πανομοιότυπη, πραγματική και νομική κατάσταση, στο μέτρο που ασκούν οικονομικές δραστηριότητες, με τους άλλους φορείς που υπόκεινται στον ΦΕΕ και όχι με την κατάσταση του κράτους και των δημοσίων οργανισμών κατά την άσκηση προνομίων δημόσιας εξουσίας. Ως εκ τούτου, η επίμαχη απαλλακτική διάταξη, όπως ερμηνεύεται και εφαρμόζεται από την ιταλική φορολογική διοίκηση, παρεκκλίνει από το σύστημα αναφοράς προς όφελος των ΟΛ.

Τέλος, το ΓεΔΕΕ, επικαλούμενο, εκ νέου, την κρίση του περί ύπαρξης ανταγωνισμού μεταξύ των ιταλικών ΟΛ με αλλοδαπούς λιμένες, έκρινε ότι αρκεί η ύπαρξη αυτού του δυνητικού ανταγωνισμού για να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η επίμαχη απαλλαγή είναι ικανή να νοθεύσει τον ανταγωνισμό και να επηρεάσει το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών.

Ενόψει των ανωτέρω, λόγω της δυνατότητας να διαχωριστούν οι οικονομικές από τις μη οικονομικές δραστηριότητες των οργανισμών λιμένων, και προκειμένου να επιτευχθεί ασφάλεια δικαίου κατά την εκτέλεση της απόφασης, το ΓεΔΕΕ ακύρωσε την απόφαση της Επιτροπής κατά το μέρος με το οποίο χαρακτηρίζεται ως οικονομική δραστηριότητα η χορήγηση αδειών για λιμενικές εργασίες και απέρριψε την προσφυγή κατά τα λοιπά.

https://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf?text=&docid=280744&pageIndex=0&doclang=EL&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=1230230
Επιστροφή



ΔηΣΚΕ & αγορά Οδηγός ΜοΚΕ κρατικών ενισχύσεων
      Powered by Softways S.A. Με τη συγχρηματοδότηση της Ελλάδας και της Ε.Ε.