Αγγλικά

12/01/2023 Πότε δε χορηγείται ενίσχυση με δικαστική απόφαση – C-702/20 &C-17/21

DOBELES HES - Ποσό που επιδικάζεται από εθνική δικαστική απόφαση, κατ’ εφαρμογή της εθνικής νομοθεσίας και που συνιστά κρατική ενίσχυση, δεν λογίζεται ότι χορηγείται από το επιληφθέν εθνικό δικαστήριο
Το 2005, η Λετονία θέσπισε νόμο που μετέβαλε την εφαρμοστέα διαδικασία πώλησης του πλεονάσματος παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας. Με το αμέσως προγενέστερο νομοθετικό καθεστώς, οι παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας μπορούσαν να πωλούν το πλεόνασμά τους στην αναγνωρισμένη επιχείρηση διανομής ηλεκτρικής ενέργειας της Λετονίας, σε τιμή διπλάσια από τη μέση τιμή πώλησης της ηλεκτρικής ενέργειας, ως κίνητρο για τη χρήση Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ). Η Ρυθμιστική Αρχή που ήταν αρμόδια για τον καθορισμό της μέσης τιμής πώλησης ερμήνευσε τη νομοθετική αυτή τροποποίηση ως πάγωμα της μέσης τιμής πώλησης και έπαυσε να την επικαιροποιεί, όπως είχε υποχρέωση να κάνει. Ωστόσο, το Συνταγματικό Δικαστήριο της Λετονίας αποφάνθηκε ότι ως «τιμή», στο πλαίσιο του νόμου για την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, θα πρέπει να νοείται ένας μηχανισμός καθορισμού των τιμών και όχι μια σταθερή τιμή. Κατόπιν της απόφασης αυτής, δύο εταιρείες που εκμεταλλεύονται υδροηλεκτρικούς σταθμούς και παράγουν ηλεκτρική ενέργεια από ΑΠΕ, ζήτησαν αποζημίωση από τη λετονική Ρυθμιστική Αρχή, για τις ζημίες που υπέστησαν, από τη μη επικαιροποίηση της μέσης τιμής πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας. Η ζημία αντιστοιχούσε στη διαφορά μεταξύ του τιμήματος που καταβλήθηκε και του τιμήματος που έπρεπε να έχει καταβληθεί.

Μετά την άρνηση της Ρυθμιστικής Αρχής να καταβάλει αποζημιώσεις, οι εταιρείες προσέφυγαν στα αρμόδια διοικητικά δικαστήρια. Το δευτεροβάθμιο διοικητικό δικαστήριο δέχθηκε εν μέρει τις αγωγές τους και υποχρέωσε σε μερική αποζημίωση τη ρυθμιστική αρχή. Ωστόσο, εκτιμώντας ότι επρόκειτο, στην πραγματικότητα, για καταβολή κρατικών ενισχύσεων, το δικαστήριο έθεσε ως όρο, για την καταβολή της αποζημίωσης, την έγκρισή της από την Επιτροπή.

Η Ρυθμιστική Αρχή άσκησε αιτήσεις αναιρέσεως κατά των παραπάνω αποφάσεων. Το Ανώτατο Δικαστήριο της Λετονίας υπέβαλε συνολικά δέκα τρία προδικαστικά ερωτήματα στο ΔΕΕ για την υπόθεση αυτή, των οποίων επιλήφθηκε, λόγω σπουδαιότητας, το Τμήμα Μείζονος Συνθέσεως.

Κατ’ αρχάς, το ΔΕΕ εξέτασε το ζήτημα εάν η ως άνω αγορά σε υψηλότερη τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ΑΠΕ λογίζεται ότι χρηματοδοτείται από κρατικούς πόρους, όποτε θα συνιστά κρατική ενίσχυση. Το ΔΕΕ επεσήμανε ότι υπάρχουν δύο διαζευκτικά κριτήρια, για να προσδιοριστεί η έννοια του «κρατικού πόρου» που είναι αναγκαία προϋπόθεση για τη θεμελίωση κρατικής ενίσχυσης. Αυτά είναι: α) η ύπαρξη κεφαλαίων που προέρχονται από φόρους ή άλλες υποχρεωτικές επιβαρύνσεις δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας και των οποίων η διαχείριση και η κατανομή διέπονται από τη νομοθεσία αυτή, ή β) η ύπαρξη ποσών που παραμένουν διαρκώς υπό δημόσιο έλεγχο. Στη βάση αυτή, έκρινε ότι το επιπλέον κόστος αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από μέρους της αναγνωρισμένης επιχείρησης διανομής επιβαρύνει εξ ολοκλήρου κρατική εταιρεία, με αποτέλεσμα τα σχετικά ποσά να τελούν υπό διαρκή δημόσιο έλεγχο. Ως εκ τούτου, εφόσον η σχετική διαπίστωση επιβεβαιωθεί στην ουσία της από τα λετονικά δικαστήρια, το εν λόγω καθεστώς αποτελεί, πράγματι, κρατική ενίσχυση.

Στη συνέχεια, το ΔΕΕ έκρινε ότι η πλήρης απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας δεν αποτελεί προϋπόθεση για να χαρακτηριστεί ορισμένο πλεονέκτημα ως κρατική ενίσχυση, δεδομένου ότι υφίσταται κίνδυνος επηρεασμού του εμπορίου εντός της ΕΕ και νόθευσης ή απειλής νόθευσης του ανταγωνισμού, ακόμα κι όταν η οικεία αγορά είναι μερικώς ανοιχτή στον ανταγωνισμό. Αρκεί, κατά τη θέση του μέτρου ενίσχυσης σε ισχύ, να προκύπτει κατάσταση πραγματικού ανταγωνισμού στην οικεία αγορά. Ως εκ τούτου, αδιάφορη είναι και η ημερομηνία πλήρους απελευθέρωσης της οικείας αγοράς.

Όσον αφορά τη φύση της αποζημίωσης που ζητείται και ειδικότερα εάν αυτή συνιστά κρατική ενίσχυση, το ΔΕΕ αποφάνθηκε ότι τα ποσά αποζημίωσης που αιτήθηκαν οι δύο εταιρείες ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων είναι της ίδιας φύσης με τα ποσά που εισπράχθηκαν μεταξύ των ετών 2006 και 2008 και ως προς τα οποία ζητείται μόνο να διορθωθεί το ύψος τους. Γι’ αυτό και για να δοθεί απάντηση στο εν λόγω ζήτημα, πρέπει πρώτα να διευκρινιστεί εάν αποτελεί κρατική ενίσχυση το ίδιο το πλεονέκτημα υπέρ των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ. Εφόσον η λετονική νομοθεσία θεσπίζει κρατική ενίσχυση, η καταβολή ποσού που διεκδικείται δικαστικώς, κατ’ εφαρμογή της εν λόγω ρύθμισης, αποτελεί επίσης κρατική ενίσχυση και δεν αφορά αποκατάσταση της ζημίας από άλλη αιτία. Στο πλαίσιο αυτό, είναι αδιάφορος ο τρόπος με τον οποίο χαρακτηρίζεται το σχετικό με την αποζημίωση ένδικο βοήθημα, κατά το εθνικό δίκαιο.

Σε ό,τι αφορά στον χαρακτηρισμό ορισμένου μέτρου ως κρατικής ενίσχυσης, το ΔΕΕ επεσήμανε πως, μολονότι το κύριο κριτήριο αποτελούν τα αποτελέσματα του μέτρου κι όχι ο σκοπός του, εντούτοις αυτή η διαπίστωση προκύπτει μετά από συνδυαστική ερμηνεία, λαμβάνοντας υπόψη και άλλα στοιχεία, όπως είναι η φύση του επίμαχου μέτρου. Όταν εθνικό δικαστήριο εκδίδει απόφαση που επιδικάζει σε ιδιώτη ποσό που ισοδυναμεί με κρατική ενίσχυση, όπως διαπιστώθηκε εν προκειμένω, δεν θεσπίζει η ίδια η απόφαση τη χορήγηση της ενίσχυσης. Αρμόδια για τη χορήγηση της κρατικής ενίσχυσης είναι η διοικητική αρχή που διατάσσεται, δυνάμει του δεδικασμένου, να καταβάλει την ενίσχυση. Όταν εθνική ρύθμιση που θεσπίζει αξίωση για την πληρωμή υψηλότερης τιμής αγοράς της ενέργειας από ΑΠΕ, θεωρείται ως κρατική ενίσχυση, τότε τα αγωγικά αιτήματα ολοσχερούς ικανοποίησης της αξίωσης αυτής, πρέπει να θεωρούνται ως αιτήματα καταβολής του μη εισπραχθέντος ποσού της κρατικής ενίσχυσης και όχι ως αιτήματα χορήγησης ξεχωριστής κρατικής ενίσχυσης. Συνεπώς, τα επιδικασθέντα, υπέρ των διαδίκων, ποσά δεν μπορούν να θεωρηθούν ως χωριστές κρατικές ενισχύσεις.

Ως προς τις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας, το ΔΕΕ σημείωσε ότι το όριο εφαρμογής τους εκτιμάται, προσμετρώντας τις ενισχύσεις που έχουν ήδη χορηγηθεί «για τις ίδιες επιλέξιμες δαπάνες» ή για «το ίδιο μέτρο χρηματοδότησης υψηλού κινδύνου». Ως εκ τούτου, για να εφαρμοστεί ο Κανονισμός, πρέπει να υπολογιστεί το άθροισμα του ποσού της ενίσχυσης που ζητούν οι διάδικοι και των ποσών deminimisενισχύσεων που έχουν ήδη εισπραχθεί κατά τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς της ρύθμισης.

Ακολούθως, τέθηκε το ζήτημα εάν το σχετικό καθεστώς μπορεί να χαρακτηριστεί ως νέα ή υφιστάμενη κρατική ενίσχυση, με βάση τον Κανονισμό 2015/1589. Το ΔΕΕ διαπίστωσε ότι το καθεστώς δεν περιλαμβάνεται στην Πράξη Προσχώρησης της Λετονίας, ούτε έχει εγκριθεί από την Επιτροπή και ως εκ τούτου δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως υφιστάμενο. Οι αποφάσεις των εθνικών δικαστηρίων που επιδίκασαν μερική χορήγηση της ενίσχυσης δεν αναιρούν το συμπέρασμα αυτό, δεδομένου ότι τελούν σε υποχρεωτική αναστολή μέχρι την κρίση της Επιτροπής επί του ζητήματος. Για τον λόγο αυτόν, δεν έχει ξεκινήσει και η παραγραφή για την ανάκτηση της ενίσχυσης. Συνεπώς, κρίνοντας ότι δεν πληρούται κανένα κριτήριο του άρθρου 1, στοιχείο β’ του Κανονισμού 2015/1589, το ΔΕΕ χαρακτήρισε το λετονικό καθεστώς ως νέα ενίσχυση.

Επί της δυνατότητας εθνικού δικαστηρίου να δεχθεί το αγωγικό αίτημα των εταιρειών στην ένδικη περίπτωση, το ΔΕΕ επεσήμανε πως, παρά το γεγονός ότι τα εθνικά δικαστήρια υποχρεούνται, κατ’ αρχήν, να απορρίπτουν αιτήματα καταβολής παράνομων κρατικών ενισχύσεων, εντούτοις η θέση του όρου της έγκρισης της ενίσχυσης από την Επιτροπή και η αναστολή χορήγησης της ενίσχυσης μέχρι την απόφαση της Επιτροπής εξυπηρετούν προσηκόντως τους σκοπούς του άρθρου 108, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ.

Τέλος, με δεδομένο ότι είναι αδιάφορο, εάν ο φορέας που υποχρεούται να χορηγήσει την ενίσχυση είναι δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου ή αν έχει διοικητική αυτοτέλεια, το ΔΕΕ έκρινε ότι είναι εξίσου αδιάφορο για τον χαρακτηρισμό ορισμένου μέτρου ως κρατικής ενίσχυσης, εάν μέρος του ποσού της ενίσχυσης ζητείται να καταβληθεί από διαφορετικό νομικό πρόσωπο από εκείνο που ήταν, κατ’ αρχήν, αρμόδιο.

https://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf?text=&docid=269142&pageIndex=0&doclang=EL&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=96082
Επιστροφή



ΔηΣΚΕ & αγορά Οδηγός ΜοΚΕ κρατικών ενισχύσεων
      Powered by Softways S.A. Με τη συγχρηματοδότηση της Ελλάδας και της Ε.Ε.