Αγγλικά

15/05/2019 Ενίσχυση οι λιθουανικές αποζημιώσεις για παραγωγή ενέργειας ΑΠΕ – ΔΕΕ C-706/17

Το ΔΕΕ έκρινε ότι το λιθουανικό καθεστώς για τη χρηματοδότηση υπηρεσιών κοινής ωφέλειας στον τομέα της ενέργειας συνιστά καθεστώς κρατικών ενισχύσεων, εφόσον η χορηγούμενη αντιστάθμιση των ζημιών που υφίστανται οι φορείς εκμετάλλευσης δικτύων λόγω εκπλήρωσης της υποχρέωσης αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας ΑΠΕ δεν πληροί τα κριτήρια Altmark και, άρα, υφίσταται οικονομικό πλεονέκτημα, ενώ συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις του άρθρου 107 παρ. 1 ΣΛΕΕ
Σύμφωνα με τον λιθουανικό νόμο για την οργάνωση του δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας στη Λιθουανία, ως υπηρεσίες κοινής ωφέλειας (ΥΚΩ) ορίζονται εκείνες οι υπηρεσίες που παρέχονται από επιχειρήσεις και εξασφαλίζουν την ασφαλή λειτουργία του συστήματος ηλεκτρικής ενέργειας, μειώνουν τις αρνητικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις και συμβάλλουν στους σκοπούς βιώσιμης ανάπτυξης του τομέα της ενέργειας. Τα κεφάλαια που χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση υπηρεσιών κοινής ωφέλειας (ΥΚΩ) στον τομέα της ενέργειας διαχειρίζεται ένα οικονομικός φορέας που ελέγχεται υποχρεωτικά άμεσα ή έμμεσα από το κράτος. Εν προκειμένω, διαχειρίστρια των κεφαλαίων ΥΚΩ διορίστηκε για απεριόριστο χρονικό διάστημα η εταιρία Baltpool. Σύμφωνα με τη λιθουανική νομοθεσία, οι φορείς εκμετάλλευσης των δικτύων διανομής και μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας υποχρεούνται να αγοράζουν την ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από ΑΠΕ σε προκαθορισμένη τιμή, που ενδέχεται να είναι υψηλότερη από την τιμή στην οποία την πωλούν οι ίδιοι οι παραγωγοί ενέργειας από ΑΠΕ. Εντούτοις, οι ζημίες που υφίστανται οι ανωτέρω φορείς εκμετάλλευσης δικτύων λόγω της ανωτέρω υποχρέωσης αντισταθμίζονται από την Baltpool με την καταβολή αποζημίωσης από τα κονδύλια για τις ΥΚΩ. Συγκεκριμένα, οι φορείς αυτοί εισπράττουν τα ποσά των κονδυλίων για τις ΥΚΩ από τους τελικούς καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας και στη συνέχεια τα αποδίδουν στην Baltpool, που με τη σειρά της τα καταβάλλει στους παρόχους ΥΚΩ, αφού αφαιρέσει ένα ποσό για την κάλυψη των λειτουργικών της εξόδων. Ακόμη, οι παραγωγοί πράσινης ηλεκτρικής ενέργειας αποζημιώνονται από τον διαχειριστή για τις τυχόν απώλειες που υφίστανται, δεδομένου ότι η παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ αποτελεί ΥΚΩ. Οι χρεώσεις για τις ΥΚΩ, καθώς και τα ποσά των αποζημιώσεων καθορίζονται από το κράτος Ως προς τις μονάδες συνδυασμένης παραγωγής θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας προβλέπεται ότι αυτές φέρουν μέρος του κόστους παροχής της ΥΚΩ. Τα οφειλόμενα ποσά υπολογίζονται από τη Ρυθμιστική Αρχή Eνέργειας βάσει της ποσότητας ηλεκτρικής ενέργειας που οι εν λόγω μονάδες παράγουν ή αγοράζουν από ανεξάρτητους προμηθευτές, προκειμένου να την καταναλώσουν οι ίδιες, σε περίπτωση ανεπαρκούς ποσοστού παραγόμενης ενέργειας.

Η Achema και οι λοιποί αιτούντες, που είναι εταιρείες που εκμεταλλεύονταν μονάδες συνδυασμένης παραγωγής θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας, ισχυρίστηκαν ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων ότι η απόφαση της Ρυθμιστικής Αρχής συνιστά παράνομο μέτρο κρατικών ενισχύσεων υπέρ των παραγωγών πράσινης ενέργειας. Στο πλαίσιο αυτής της δικαστικής διαμάχης, το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο της Λιθουανίας υπέβαλε προδικαστικό ερώτημα στο ΔΕΕ σχετικά με τα ζητήματα κρατικών ενισχύσεων που ανακύπτουν από τις ρυθμίσεις του επίμαχου λιθουανικού νόμου για το καθεστώς των ΥΚΩ στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας.

Το ΔΕΕ διαπίστωσε ότι το καθεστώς ΥΚΩ βασίζεται, αφενός μεν, σε διάφορες υποχρεώσεις που επιβάλλονται τόσο στους οικονομικούς φορείς που δραστηριοποιούνται στην αγορά ενέργειας όσο και στους τελικούς καταναλωτές και, αφετέρου, στην παρέμβαση ενός οικονομικού φορέα που είναι αποκλειστικά υπεύθυνος για τη διαχείριση των κονδυλίων των ΥΚΩ και ο οποίος ελέγχεται άμεσα ή έμμεσα από το κράτος. Ως εκ τούτου, το ΔΕΕ έκρινε ότι τα κονδύλια για τη χρηματοδότηση των ΥΚΩ αποτελούν κρατικούς πόρους. Τα εν λόγω κονδύλια εισπράττονται υποχρεωτικά και χωρίς δυνατότητα παρέκκλισης από τους διαχειριστές δικτύων διανομής και μεταφοράς και, άρα, η υποχρέωση πληρωμής που επιβάλλεται από το καθεστώς των ΥΚΩ έχει τη μορφή υποχρεωτικής εισφοράς. Στο μέτρο δε που τα κονδύλια αυτά προορίζονται για ορισμένους μόνον παρόχους ΥΚΩ, όπως εν προκειμένω μόνον υπέρ των παραγωγών ενέργειας από ΑΠΕ, παρέχουν σε αυτούς επιλεκτικό οικονομικό πλεονέκτημα. Περαιτέρω, οι φορείς εκμετάλλευσης δικτύων αποκτούν επιλεκτικό οικονομικό πλεονέκτημα από τα ποσά που λαμβάνουν ως αποζημίωση για τις ζημίες που υφίστανται κατά την εκπλήρωση της υποχρέωσής τους να προμηθεύονται ηλεκτρική ενέργεια από συγκεκριμένους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας και σε συγκεκριμένες τιμές. Το ΔΕΕ διαπίστωσε ακόμη, ότι η εν λόγω αποζημίωση δεν αποτελεί αντιστάθμιση ΥΓΟΣ, καθώς οι φορείς αυτοί συμμετέχουν οικειοθελώς στο καθεστώς ΥΚΩ και, άρα, δεν τους έχουν επιβληθεί από το κράτος δεσμευτικές υποχρεώσεις παροχής υπηρεσιών προς τους τελικούς καταναλωτές. Συνεπώς, το ΔΕΕ έκρινε ότι, εφόσον, εκ πρώτης όψεως, δεν πληρούται το πρώτο κριτήριο Altmark, δηλαδή η ωφελούμενη επιχείρηση να υπέχει πραγματική υποχρέωση παροχής σαφώς καθορισμένης δημόσιας υπηρεσίας, η επίμαχη αποζημίωση συνιστά οικονομικό πλεονέκτημα. Ωστόσο, το ΔΕΕ επισήμανε ότι εναπόκειται στα εθνικά δικαστήρια να εξετάσουν, εάν κάθε επιμέρους ΥΚΩ στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας στη Λιθουανία πληροί πράγματι τα κριτήρια Altmark. Τέλος, το ΔΕΕ κατέληξε ότι το επίμαχο καθεστώς νοθεύει ή απειλεί να νοθεύσει τον ανταγωνισμό. Συνακόλουθα, το επίμαχο καθεστώς πληροί όλες τις προϋποθέσεις του άρθρου 107 παρ. 1 ΣΛΕΕ και αποτελεί καθεστώς κρατικών ενισχύσεων.

http://curia.europa.eu/juris/liste.jsf?language=en&num=C-706/17
Επιστροφή



ΔηΣΚΕ & αγορά Οδηγός ΜοΚΕ κρατικών ενισχύσεων
      Powered by Softways S.A. Με τη συγχρηματοδότηση της Ελλάδας και της Ε.Ε.