Αγγλικά

28/02/2024 ΣΕΚΕΕ και επιπτώσεις στον ανταγωνισμό – Τ-390/20

Scandlines/Επιτροπή – Όταν διαδοχικά μέτρα χορηγούνται για τη χρηματοδότηση του σχεδιασμού και της κατασκευής ενός και του αυτού έργου, η Επιτροπή μπορεί νομίμως να εξετάσει τη συμβατότητά τους, εξετάζοντας ενιαία το σύνολο της χρηματοδότησης, χωρίς αυτό να εμποδίζει να ληφθεί υπόψη το σωρευτικό αποτέλεσμα των ενισχύσεων. Η πλήρωση του τυπικού χαρακτήρα κινήτρου δεν είναι αναγκαία, όταν αποδεικνύεται ότι το εξεταζόμενο έργο δεν θα μπορούσε, ούτως ή άλλως, να προχωρήσει χωρίς την ενίσχυση (ουσιαστικός χαρακτήρας κινήτρου)
Το 2008, η Δανία και η Γερμανία συμφώνησαν για την κατασκευή του Fehmarn, ενός έργου σταθερής σύνδεσης των δύο κρατών που αποτελείται από οδικές και σιδηροδρομικές συνδέσεις, καθώς και τη λεγόμενη ‘Σταθερή Ζεύξη’, μία υποθαλάσσια σήραγγα, μήκους περίπου 19 χιλιομέτρων, η οποία συνδέει τη δανέζικη πόλη Rødby, τη δανέζικη νήσο Lolland και τη γερμανική πόλη Puttgarden, περνώντας κάτω από τη Βαλτική θάλασσα, περιλαμβάνει μία ηλεκτροκίνητη σιδηροδρομική γραμμή και αυτοκινητόδρομο. Η δανέζικη δημόσια οντότητα Femern ιδρύθηκε ειδικά για τη χρηματοδότηση, κατασκευή και λειτουργία της Σταθερής Ζεύξης. Η απαιτούμενη χρηματοδότηση θα εξασφαλιζόταν από εισφορές κεφαλαίου, δάνεια εγγυημένα από το δανέζικο δημόσιο και κρατικά δάνεια προς τη Femern. Από την έναρξη λειτουργίας της Σταθερής Ζεύξης, η Femern θα εισπράττει τα τέλη από τους χρήστες για την εξόφληση του χρέους της. Τα μέτρα χρηματοδότησης για την κατασκευή της Σταθερής Ζεύξης κοινοποιήθηκαν στην Επιτροπή, η οποία το 2009 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι θα μπορούσαν να μη θεωρηθούν κρατικές ενισχύσεις, στον βαθμό που η Femern ενεργούσε ως δημόσια αρχή (SA.28102/2009). Ακόμη και εάν οι χρηματοδοτήσεις ωφελούσαν πιθανώς τον μελλοντικό φορέα εκμετάλλευσης της Σταθερής Ζεύξης, μπορούσαν, εν πάση περιπτώσει, να θεωρηθούν συμβατές κρατικές ενισχύσεις.

Μετά από σειρά καταγγελιών, η Επιτροπή εξέδωσε την απόφαση SA.39078/2015, με την οποία διαπίστωσε ότι τα επίμαχα μέτρα, ακόμη κι αν συνιστούσαν κρατικές ενισχύσεις, ήταν πάντως συμβατά με την Ανακοίνωση 2014 για τα ΣΕΚΕΕ. Κατόπιν προσφυγών ακυρώσεως, το ΓεΔΕΕ (T‑630/15 και Τ-631/15) και εν συνεχεία το ΔΕΕ (C‑174/19 P και C‑175/19 P) καταλόγισαν στην Επιτροπή ότι είχε παραβιάσει την υποχρέωσή της να κινήσει επίσημη διαδικασία έρευνας. Το 2019, η Επιτροπή κίνησε, πράγματι, επίσημη διαδικασία έρευνας όσον αφορά την επίμαχη χρηματοδότηση και διαπίστωσε ότι ένα τμήμα των επίμαχων μέτρων δεν συνιστούσε κρατική ενίσχυση, ενώ ένα άλλο τμήμα, το οποίο περιελάμβανε εισφορές κεφαλαίου και συνδυασμό κρατικών δανείων και κρατικών εγγυήσεων υπέρ της Femern, ήταν, τουλάχιστον εν μέρει, παράνομη ενίσχυση, πλην όμως συμβατή με την Ανακοίνωση 2014 για τα ΣΕΚΕΕ (SA.39078/2020). Μια σειρά εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην επίμαχη περιοχή άσκησαν προσφυγή ακυρώσεως ενώπιον του ΓεΔΕΕ, προσβάλλοντας την τελευταία αυτή τρίτη απόφαση της Επιτροπής για το επίμαχο έργο (T-390/20).

Στην προσβαλλόμενη απόφαση, SA.39078/2020, η Επιτροπή είχε διαπιστώσει ότι η Femern είχε λάβει τρεις διαφορετικές ατομικές ενισχύσεις: α) μία εισφορά κεφαλαίου το 2005, β) έναν συνδυασμό εισφοράς κεφαλαίου, κρατικών εγγυήσεων και κρατικών δανείων το 2009 και γ) έναν συνδυασμό κρατικών δανείων και κρατικών εγγυήσεων το 2015. Τα μέτρα του 2009 και του 2015, όμως, δεν χορηγήθηκαν ενιαία, αλλά τα σχετικά ποσά καταβάλλονταν σε δόσεις αναλόγως με την πρόοδο του έργου. Οι καταγγέλλουσες υποστήριξαν, αρχικά, ότι η Επιτροπή όφειλε να εξετάσει ξεχωριστά τη συμβατότητα του κάθε κρατικού δανείου και της κάθε κρατικής εγγύησης και υποστήριξε ότι ορισμένα μέτρα αποτελούσαν παράνομες ενισχύσεις, γιατί δεν είχαν κοινοποιηθεί στην Επιτροπή. Το ΓεΔΕΕ επεσήμανε, αρχικά, ότι πολλά διαδοχικά κρατικά μέτρα μπορεί να θεωρηθούν ως ένα ενιαίο μέτρο ενίσχυσης, για τους σκοπούς των κρατικών ενισχύσεων. Στην ένδικη υπόθεση, το ΓεΔΕΕ συμφώνησε με την Επιτροπή ότι τα μέτρα που χορηγήθηκαν το 2009 και το 2015 αφορούσαν τις ίδιες μεμονωμένες δύο ενισχύσεις, ακόμη και εάν είχαν καταβληθεί σε διάφορες δόσεις. Υπενθύμισε ότι οι κρατικές ενισχύσεις «χορηγούνται» κατά τον χρόνο που η εφαρμοστέα εθνική νομοθεσία αναγνωρίζει στον δικαιούχο το δικαίωμα λήψεώς τους. Στην ένδικη υπόθεση, τα δανέζικα νομοθετικά μέτρα του 2009 και 2015 χορηγούσαν στη διοίκηση περιορισμένη διακριτική ευχέρεια κυρίως για τεχνικής φύσεως θέματα, αλλά δεν έθεταν υπό αμφισβήτηση το νόμιμο δικαίωμα της Femern να λαμβάνει τα επίμαχα δάνεια και εγγυήσεις. Η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας που αποσκοπούσε στην εξασφάλιση της ορθής διαχείρισης των κρατικών πόρων δεν μπορούσε, όμως, να θέσει υπό αμφισβήτηση το δικαίωμα της Femern να λαμβάνει τα κρατικά δάνεια και τις κρατικές εγγυήσεις που προέβλεπε η εθνική νομοθεσία.

Στο πλαίσιο αυτό, το ΓεΔΕΕ επεσήμανε ότι έπρεπε να γίνει διάκριση μεταξύ, αφενός μεν, του νόμιμου δικαιώματος του δικαιούχου να λάβει ενίσχυση για ένα συγκεκριμένο σχέδιο που απορρέει από τη δέσμευση των εθνικών αρχών, αφετέρου δε, των ορίων ή των όρων που διέπουν την εφαρμογή της ενίσχυσης αυτής και τα οποία μπορούν να καθοριστούν ή να προσαρμοστούν με βάση τις τυχόν παρατηρήσεις της Επιτροπής κατά τη διάρκεια της επίσημης διαδικασίας έρευνας. Στην προκειμένη περίπτωση, με δεδομένο ότι τα τρία επίμαχα μέτρα είχαν χορηγηθεί στη Femern για τη χρηματοδότηση του σχεδιασμού και της κατασκευής ενός και του αυτού έργου, η Επιτροπή μπορούσε νομίμως να εξετάσει τη συμβατότητά τους, λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο της χρηματοδότησης για τον σχεδιασμό και την κατασκευή της Σταθερής Ζεύξης. Η ενιαία εξέταση του συνόλου της χρηματοδότησης που μπορεί να χορηγηθεί στη Femern βάσει των επιμέρους ενισχύσεων δεν εμποδίζει να ληφθεί υπόψη το σωρευτικό αποτέλεσμα των εν λόγω ενισχύσεων. Ως εκ τούτου, δεν μπορούσε να συναχθεί υποχρέωση της Επιτροπής να εξετάζει χωριστά κάθε κρατική εγγύηση που χορηγείται στον ίδιο δικαιούχο για το ίδιο έργο.

Επί της συμβατότητας των μέτρων, οι προσφεύγουσες επικαλέστηκαν αρχικά παραβίαση του σημείου 18 της Ανακοίνωσης 2014 για τα ΣΕΚΕΕ, βάσει του οποίου το ΣΕΚΕΕ πρέπει να περιλαμβάνει και χρηματοδότηση από τον δικαιούχο. Κατά το ΓεΔΕΕ, η εν λόγω απαίτηση συγχρηματοδότησης κράτους και δικαιούχου δεν απαιτεί από τον δικαιούχο να συνεισφέρει απαραιτήτως εκ των προτέρων στη χρηματοδότηση του έργου.

Ως προς τον χαρακτήρα κινήτρου του έργου, το ΓεΔΕΕ έκανε διαχωρισμό μεταξύ τυπικού και ουσιαστικού χαρακτήρα κινήτρου. Ο πρώτος πληρούται όταν η αίτηση για τη χορήγηση της ενίσχυσης προηγείται της έναρξης των εργασιών. Ο δεύτερος πληρούται όταν το μέτρο ωθεί τον δικαιούχο να υιοθετήσει συμπεριφορά ικανή να συμβάλει στην επίτευξη των στόχων του άρθρου 107 (3) (β) ΣΛΕΕ. Στην ένδικη υπόθεση, η Επιτροπή είχε κρίνει ότι η πλήρωση του τυπικού χαρακτήρα κινήτρου δεν αποτελούσε αναγκαία προϋπόθεση, διότι είχε αποδειχθεί ότι το επίμαχο σχέδιο δεν θα μπορούσε, ούτως ή άλλως, να ολοκληρωθεί χωρίς την ενίσχυση. Το ΓεΔΕΕ παρατήρησε ότι η Femern είναι εταιρεία ειδικού σκοπού που δημιουργήθηκε από τις δημόσιες αρχές αποκλειστικά για την εκτέλεση συγκεκριμένου έργου με αποτέλεσμα να μην αποκτά λειτουργικά έσοδα μέχρι το τέλος των κατασκευαστικών εργασιών, όταν και θα μπορεί να εισπράττει τέλη από τους χρήστες της Σταθερής Ζεύξης, και άρα να εξαρτάται πρωτίστως από την κρατική χρηματοδότηση. Περαιτέρω, θεωρήθηκε ότι το κριτήριο της εκ των προτέρων υποβολής της αίτησης ενίσχυσης για καθεμία από τις τρεις μεμονωμένες ενισχύσεις που είχαν χορηγηθεί στη Femern για την υλοποίηση του έργου της Σταθερής Ζεύξης, πληρούνταν, καθώς η εν λόγω αίτηση μπορούσε να θεωρηθεί ως εγγενής κατά την ίδρυση της Femern. Δεδομένου ότι η Femern είχε ιδρυθεί για να υλοποιήσει τη Σταθερή Ζεύξη, το γεγονός ότι οι δραστηριότητές της εξελίχθηκαν μετά τη σύστασή της δεν ασκούσε ουσιαστική επιρροή, με δεδομένο και ότι η Femern δεν επιτρέπεται να ασκεί άλλες δραστηριότητες πέραν εκείνων που αφορούν το εν λόγω έργο. Το ΓεΔΕΕ παρατήρησε ότι, κατά το σημείο 28 της Ανακοίνωσης 2014 για τα ΣΕΚΕΕ, και σε αντίθεση με άλλες Κατευθυντήριες Γραμμές, αρκεί η αίτηση ενίσχυσης να προηγείται της έναρξης των εργασιών, χωρίς ο δικαιούχος να υποχρεούται να περιμένει την έγκριση της αίτησης ή τη χορήγηση της ενίσχυσης για να προβεί σε έναρξη των εργασιών.

Περαιτέρω, όσον αφορά την συμβατότητα των εξεταζόμενων μέτρων, το ΓεΔΕΕ παρατήρησε ότι, κατά το σημείο 29 της Ανακοίνωσης 2014 για τα ΣΕΚΕΕ, τα κράτη μέλη πρέπει να παράσχουν ένα σενάριο αντιπαραδείγματος που αντιστοιχεί στην κατάσταση κατά την οποία δεν χορηγείται καμία ενίσχυση από οποιοδήποτε κράτος μέλος. Η Επιτροπή είχε κρίνει ότι, εν προκειμένω, δεν υπήρχε αξιόπιστο ή ρεαλιστικό αντιπαράδειγμα, διότι κανένας λογικός ιδιώτης επενδυτής δεν θα αναλάμβανε ένα τέτοιο έργο υπό κανονικές συνθήκες αγοράς. Κατά το σημείο 30 της Ανακοίνωσης 2014 για τα ΣΕΚΕΕ, όταν δεν υπάρχει εναλλακτικό έργο, η Επιτροπή εξακριβώνει εάν το ποσό της ενίσχυσης δεν υπερβαίνει το ελάχιστο αναγκαίο επίπεδο, ώστε να καταστεί το έργο που λαμβάνει ενίσχυση επαρκώς κερδοφόρο. Το μέγιστο επίπεδο ενίσχυσης καθορίζεται σε σχέση με το χρηματοδοτικό κενό των επιλέξιμων δαπανών και μπορεί να φθάσει έως το 100% τους. Εν προκειμένω, η Επιτροπή είχε υπολογίσει το χρηματοδοτικό κενό της Σταθερής Ζεύξης σε μία περίοδο λειτουργίας 40 ετών, στοιχείο που αμφισβητήθηκε από τις προσφεύγουσες. Σε ό,τι αφορά το Εσωτερικό Ποσοστό Απόδοσης (ΕΠΑ), με δεδομένο ότι η Femern δεν διέθετε επενδυτικό σχέδιο παρόμοιου είδους ή συνολικό κόστος κεφαλαίου που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί, προκειμένου να υπολογιστεί κατά πόσον το ποσό της ενίσχυσης υπερέβαινε το αναγκαίο επίπεδο για να είναι το σχέδιο επαρκώς κερδοφόρο, η Επιτροπή έκρινε ότι ήταν σκόπιμο να συγκρίνει το ΕΠΑ από το σχέδιο της Σταθερής Ζεύξης χωρίς την ενίσχυση, με τις απαιτήσεις του κόστους κεφαλαίου που παρατηρούνται στον εν λόγω κλάδο, κατά Μέσο Κόστος Κεφαλαίου (ΜΚΚ). Επιπροσθέτως, το ΓεΔΕΕ διευκρίνισε ότι η αναφορά στη «διάρκεια ζωής του έργου» του σημείου 30 της Ανακοίνωσης δεν απαιτεί να εξεταστεί κατά πόσον η ενίσχυση υπερβαίνει το ελάχιστο αναγκαίο όριο ώστε το επενδυτικό σχέδιο για τη Σταθερή Ζεύξη να είναι επαρκώς κερδοφόρο κατά τη διάρκεια ζωής της εν λόγω υποδομής. Η αναφορά αυτή, η οποία αποσκοπεί στο να ληφθούν υπόψη όλα τα αναμενόμενα κόστη και οφέλη πρέπει να εκληφθεί ως αναφορά στην οικονομική διάρκεια ζωής του επενδυτικού σχεδίου και όχι στην υποδομή από τεχνική άποψη. Στη βάση αυτή, το ΓεΔΕΕ έκρινε ότι η Επιτροπή είχε το δικαίωμα να υπολογίσει το ΕΠΑ από το έργο της Σταθερής Ζεύξης χωρίς ενίσχυση, με βάση την οικονομική διάρκεια ζωής του επενδυτικού σχεδίου.

Συνακόλουθα, το ΓεΔΕΕ διαπίστωσε ότι η Επιτροπή ορθώς είχε κρίνει πως, προκειμένου να προφυλαχθεί από τους κινδύνους που ενέχουν οι επενδύσεις που διαρκούν πέραν των 40 ετών, ένας επενδυτής θα απαιτούσε πιθανώς υψηλότερη απόδοση, η οποία θα είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση του ΜΚΚ και, κατά συνέπεια, τη μείωση της αξίας των προεξοφλημένων μελλοντικών εσόδων.

Ως προς το ποιες δαπάνες ήταν επιλέξιμες για χρηματοδότηση από κρατική ενίσχυση, η Επιτροπή είχε υπολογίσει ως επιλέξιμες και τις δαπάνες σχεδιασμού, προβολής, προώθησης και ενημέρωσης. Είχε κρίνει πως το ζήτημα του κατά πόσον οι λειτουργικές δαπάνες μπορούν να συμπεριληφθούν στον υπολογισμό του χρηματοδοτικού κενού διέφερε από το ζήτημα του κατά πόσον χορηγείται λειτουργική ενίσχυση, διότι είναι αυτονόητο, στη λογική της λήψης αποφάσεων για επενδύσεις, να συγκρίνεται εκ των προτέρων το κόστος επένδυσης με τα μελλοντικά λειτουργικά έσοδα και έξοδα. Έτσι, οι επενδυτές συνήθως δεν αποφασίζουν να επενδύσουν, εφόσον η σύγκριση αυτή καταλήγει σε κενό ή σε αρνητική καθαρή παρούσα αξία. Για το ζήτημα αυτό, το ΓεΔΕΕ εκτίμησε ότι η συμπερίληψη των λειτουργικών δαπανών στις αρνητικές ταμειακές ροές του επενδυτικού σχεδίου για τον υπολογισμό του χρηματοδοτικού κενού δεν συνεπάγεται τη χορήγηση λειτουργικής ενίσχυσης. Τα λειτουργικά έσοδα τα οποία έπρεπε να ληφθούν υπόψη στις θετικές ταμειακές ροές υπερέβαιναν σε μεγάλο βαθμό τις λειτουργικές δαπάνες.

Επιπλέον, οι προσφεύγουσες υποστήριξαν ότι η Επιτροπή είχε υποπέσει σε πρόδηλα σφάλματα κατά τον υπολογισμό του ποσού της ενίσχυσης, εφόσον η Femern δεν θα μπορούσε να κατασκευάσει τη Σταθερή Ζεύξη χωρίς ενίσχυση. Στο πλαίσιο αυτό, υποστήριξαν ότι συντρέχει παραβίαση του σημείου 4.1. της Ανακοίνωσης 2008 για τις εγγυήσεις, βάσει του οποίου το ποσό της ενίσχυσης θα έπρεπε να αντιστοιχεί στην αξία όλων των δανείων που καλύπτονται από τις κρατικές εγγυήσεις, καθώς και όλων των κρατικών δανείων. Το ΓεΔΕΕ, ερμηνεύοντας τον κανόνα αυτόν, επεσήμανε ότι μόνον όταν μια επιχείρηση βρίσκεται σε δυσχερή θέση και μόνον σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η ενίσχυση που χορηγείται μέσω εγγύησης ισούται με το συνολικό ποσό των δανείων που καλύπτονται από την εγγύηση. Δεδομένων των εκτεταμένων συνεπειών μιας τέτοιας προσέγγισης, η δυνατότητα υπολογισμού του οφέλους από μια κρατική εγγύηση ως ίσου με το συνολικό ποσό του εγγυημένου δανείου δεν μπορεί να δικαιολογηθεί μόνο και μόνο επειδή η δικαιούχος επιχείρηση βρίσκεται σε δυσχέρεια. Συνεπώς, η Επιτροπή μπορούσε να χρησιμοποιήσει την προσέγγιση αυτή μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις και μόνο εάν η προβληματική επιχείρηση δεν ήταν σε θέση, με δικούς της πόρους, να αποπληρώσει το δάνειο που καλύπτεται από την εγγύηση. Στην ένδικη υπόθεση, η Επιτροπή είχε κρίνει ότι το στοιχείο της ενίσχυσης δεν έπρεπε να ισούται με το σύνολο των ποσών που καλύπτονται από τα κρατικά δάνεια και τα δάνεια με κρατικές εγγυήσεις, για τον λόγο ότι η κατάσταση της Femern δεν ενέπιπτε στις εξαιρετικές περιστάσεις που αναφέρονται στο σημείο 4.1 (3) (α) της Ανακοίνωσης.

Εξάλλου, η Επιτροπή είχε αποδεχθεί τη μεθοδολογία των δανεζικών αρχών για τον υπολογισμό του ποσού της ενίσχυσης, η οποία βασιζόταν σε μία προσέγγιση παρόμοια με εκείνη του σημείο 4.2 της Ανακοίνωσης 2008 για τις εγγυήσεις, βάσει του οποίου, όταν δεν υπάρχει αγοραία τιμή για την εγγύηση, το στοιχείο της ενίσχυσης πρέπει να υπολογιστεί με τον ίδιο τρόπο όπως το ισοδύναμο επιχορήγησης ενός δανείου υπό ευνοϊκούς όρους, δηλαδή ως η διαφορά μεταξύ του συγκεκριμένου επιτοκίου της αγοράς που θα έπρεπε να καταβάλει η εταιρεία αυτή χωρίς την εγγύηση και του επιτοκίου που επιτεύχθηκε χάρη στην κρατική εγγύηση, αφού ληφθούν υπόψη οι καταβληθείσες προμήθειες.

Όσον αφορά τις αρνητικές συνέπειες της χορήγησης μέτρων ενίσχυσης στη Femern, η Επιτροπή είχε διαπιστώσει ότι η χρηματοδότηση της Femern κάλυπτε τις δαπάνες σχεδιασμού και κατασκευής της Σταθερής Ζεύξης μέχρι το όριο του χρηματοδοτικού κενού, ότι το ύψος των τελών χρήσης της Σταθερής Ζεύξης ρυθμίστηκε από τις δημόσιες αρχές και ότι η δυνατότητα της εν λόγω επιχείρησης να χορηγεί εκπτώσεις περιοριζόταν από την ανάγκη να εξασφαλιστούν επαρκή έσοδα για την κάλυψη των λειτουργικών δαπανών και την αποπληρωμή των δανείων που είχαν ληφθεί για τη χρηματοδότηση του σχεδιασμού και της κατασκευής της Σταθερής Ζεύξης. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή έκρινε ότι η δυνατότητα της Femern να επηρεάσει η ίδια τη λειτουργία των ακτοπλοϊκών υπηρεσιών ήταν περιορισμένη και ότι οι κύριες αρνητικές συνέπειες προέκυψαν από την απόφαση των δημόσιων αρχών να κατασκευάσουν τη Σταθερή Ζεύξη. Με δεδομένο ότι η αρχή της αναλογικότητας αποσκοπεί στον περιορισμό των ενισχύσεων στο ελάχιστο αναγκαίο επίπεδο για τη μείωση των στρεβλώσεων στην εσωτερική αγορά, πρέπει να θεωρηθεί ότι η Επιτροπή έχει το δικαίωμα να επικαλείται, κατά το στάδιο της στάθμισης των θετικών και αρνητικών συνεπειών των μέτρων ενίσχυσης, τις διαπιστώσεις που έγιναν στο πλαίσιο της εξέτασης της αναλογικότητας των ενισχύσεων. Στην προκειμένη περίπτωση, ο περιορισμός του ποσού της ενίσχυσης στο χρηματοδοτικό κενό του επενδυτικού σχεδίου σήμαινε ότι η χρηματοδότηση που χορηγήθηκε στη Femern αφορά στην πραγματικότητα μόνο το 27,3% των επιλέξιμων δαπανών. Συνεπώς, όταν η εξέταση της αναλογικότητας της κρατικής ενίσχυσης και η εξέταση της στάθμισης των θετικών και αρνητικών συνεπειών είναι άρρηκτα συνδεδεμένες, ο εν λόγω περιορισμός του ποσού της ενίσχυσης αποτελεί σχετικό παράγοντα για τη διαπίστωση ότι οι αρνητικές επιπτώσεις των μέτρων ενίσχυσης είναι περιορισμένες.

Τέλος, ως προς το επιχείρημα ότι η Femern μπορούσε να αποκτήσει δεσπόζουσα θέση στην αγορά, το ΓεΔΕΕ συμφώνησε με την Επιτροπή ότι, παρόλο που δεν μπορεί να αποκλειστεί ένα τέτοιο ενδεχόμενο, εντούτοις η ύπαρξη δεσπόζουσας θέσης δεν αντίκειται αφ’ εαυτής στο ενωσιακό δίκαιο. Επιπλέον, αφού διαπίστωσε ότι η Scandlines κατείχε επί του παρόντος μονοπώλιο στη διαδρομή μεταξύ Rødby-Puttgarden, έκρινε ότι, εάν συνεχιζόταν η παροχή ακτοπλοϊκών υπηρεσιών στη συγκεκριμένη διαδρομή, η Σταθερή Ζεύξη θα συνέβαλε στη διάσπαση του μονοπωλίου αυτού, γεγονός που θα δημιουργούσε μια πιο ανταγωνιστική αγορά.

https://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf;jsessionid=8536CB1D0ED156B6B1518CB99EA2D7AD?text=&docid=283264&pageIndex=0&doclang=EN&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=3361379
Επιστροφή



ΔηΣΚΕ & αγορά Οδηγός ΜοΚΕ κρατικών ενισχύσεων
      Powered by Softways S.A. Με τη συγχρηματοδότηση της Ελλάδας και της Ε.Ε.