Αγγλικά

13/10/2022 Έννοια ερευνητικού οργανισμού – ΔΕΕ C-164/21 & C-318/21

Προκειμένου μια οντότητα να θεωρηθεί ως «οργανισμός έρευνας και διάδοσης γνώσεων», κατά την έννοια του άρθρου 2, σημείο 83, ΓΑΚ 651/2014, δεν είναι αναγκαίο να επανεπενδύει τα έσοδα που προέρχονται από την κύρια δραστηριότητά της στην ίδια αυτή κύρια δραστηριότητα. Ιδρύματα αποκλειστικά αφιερωμένα σε δραστηριότητες εκπαίδευσης και κατάρτισης τα οποία προβαίνουν σε διάδοση, εν γένει, του τρέχοντος σταδίου εξέλιξης της επιστήμης δεν αποτελούν οργανισμούς έρευνας και διάδοσης γνώσεων κατά την έννοια του άρθρου 2, σημείο 83, του ΓΑΚ 651/2014
Τα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ιδιωτικού δικαίου Baltijas Starptautiskā Akadēmija» SIA (στο εξής: BSA) και «Stockholm School of Economics in Riga» SIA (στο εξής: SSE) συμμετείχαν σε δύο διαφορετικές προσκλήσεις υποβολής προτάσεων ερευνητικών έργων, που δημοσιεύθηκαν από το Επιστημονικό Συμβούλιο Λεττονίας, με σκοπό τη χρηματοδότησή τους από το Δημόσιο.

Το Επιστημονικό Συμβούλιο Λεττονίας είναι διοικητική αρχή, που τελεί υπό την εποπτεία του Υπουργού Παιδείας και Επιστημών, και έχει ως σκοπό την εφαρμογή της εθνικής πολιτικής για την επιστημονική και τεχνολογική ανάπτυξη διά της εξασφαλίσεως της εμπειρογνωμοσύνης, της εφαρμογής και επίβλεψης των προγραμμάτων και των έργων επιστημονικής έρευνας που χρηματοδοτούνται από τον κρατικό προϋπολογισμό, από τα διαρθρωτικά ταμεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και από αλλοδαπά χρηματοδοτικά μέσα.

Οι προτάσεις έργου που υπέβαλαν οι BSA και SSE απορρίφθηκαν από το Συμβούλιο ως μη επιλέξιμες για χρηματοδότηση, καθώς δεν εμπίπτουν στην έννοια «επιστημονικός οργανισμός» την οποία ορίζει η εθνική νομοθεσία και που ταυτίζεται με την έννοια «οργανισμός έρευνας και διάδοσης γνώσεων» του άρθρου 2 σημείο 83 του ΓΑΚ 651/2014.

Ειδικότερα, όσον αφορά την BSA, το Συμβούλιο διαπίστωσε ότι το 84% του κύκλου εργασιών της προερχόταν από δίδακτρα τα οποία, λαμβανομένης υπόψη της νομικής μορφής της BSA ως εταιρίας περιορισμένης ευθύνης με κύριο σκοπό την πραγματοποίηση κέρδους, αντιστοιχούσαν σε οικονομική δραστηριότητα. Ως εκ τούτου, το Συμβούλιο έκρινε ότι η κύρια δραστηριότητα της BSA έπρεπε να θεωρηθεί εμπορικής φύσεως.

Σχετικά με την SSE, παρατηρήθηκε ότι το ποσοστό του κύκλου εργασιών που προερχόταν από μη οικονομικές δραστηριότητες ανερχόταν στο 34%, ενώ εκείνο που προερχόταν από τις οικονομικές δραστηριότητές της στο 66%. Εξ αυτού το Επιστημονικό Συμβούλιο Λεττονίας συνήγαγε ότι η κύρια δραστηριότητα της SSE ήταν εμπορικής φύσης και, άρα, ο πρωταρχικός της σκοπός δεν μπορούσε να είναι η διεξαγωγή ανεξάρτητης βασικής έρευνας, βιομηχανικής έρευνας ή πειραματικής ανάπτυξης ή η ευρεία διάδοση των αποτελεσμάτων των δραστηριοτήτων αυτών με τη διδασκαλία, τη δημοσίευση ή τη μεταφορά γνώσεων. Η κρίση αυτή βασίστηκε και στο γεγονός ότι τα έγγραφα που είχε υποβάλει η SSE δεν περιείχαν πληροφορίες από τις οποίες να προκύπτει ότι όλα τα έσοδα της SSE από την κύρια δραστηριότητά της θα επανεπενδύονταν στη συγκεκριμένη δραστηριότητα.

Τα δύο αυτά ιδρύματα προσέφυγαν ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου της Λεττονίας, αμφισβητώντας την ορθότητα της απορριπτικής απόφασης του Επιστημονικού Συμβουλίου. Στο πλαίσιο αυτό, το αρμόδιο δικαστήριο απέστειλε σειρά προδικαστικών ερωτημάτων στο ΔΕΕ σχετικά με τον ορισμό της έννοιας «οργανισμός έρευνας και διάδοσης γνώσεων» κατά τον ΓΑΚ 651/2014.

Το ΔΕΕ επισήμανε ότι μια οντότητα, για να χαρακτηριστεί ως «οργανισμός έρευνας και διάδοσης γνώσεων», πρέπει να ασκεί ανεξάρτητες δραστηριότητες έρευνας, συμπληρούμενες, ενδεχομένως, από δραστηριότητες διάδοσης των αποτελεσμάτων των συγκεκριμένων δραστηριοτήτων έρευνας. Επομένως, ιδρύματα αποκλειστικά αφιερωμένα σε δραστηριότητες εκπαίδευσης και κατάρτισης τα οποία προβαίνουν σε διάδοση, εν γένει, του τρέχοντος σταδίου εξέλιξης της επιστήμης δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως τέτοιο οργανισμοί. Η ερμηνεία αυτή ενισχύεται από τον σκοπό και τη γενική οικονομία του ΓΑΚ 651/2014 και του καθεστώτος που αυτός θεσπίζει όσον αφορά τις ενισχύσεις για την έρευνα και ανάπτυξη και την καινοτομία, αντικείμενο των οποίων δεν μπορεί, όπως προκύπτει ιδίως από τις αιτιολογικές σκέψεις 45, 47 και 48 του ΓΑΚ, να είναι η απαλλαγή ενισχύσεων που χορηγούνται σε οντότητες αφιερωμένες αποκλειστικά στη διδασκαλία και στη διάδοση γενικών γνώσεων, ουδόλως συνδεόμενων με ερευνητικές δραστηριότητες τις οποίες, άλλωστε, οι εν λόγω οντότητες δεν ασκούν.

Περαιτέρω, το ΔΕΕ διευκρίνισε ότι, για τον προσδιορισμό του πρωταρχικού σκοπού μιας οντότητας, επιτρέπεται η συνεκτίμηση όλων των κριτηρίων που ασκούν επιρροή συναφώς, όπως είναι το εφαρμοστέο ρυθμιστικό πλαίσιο ή το καταστατικό της οντότητας που εξετάζεται. Ωστόσο, στο άρθρο 2 σημείο 83 ΓΑΚ 651/2014 ρητά προβλέπεται ότι ο χαρακτηρισμός μιας οντότητας ως ερευνητικού οργανισμού δεν εξαρτάται από τον τρόπο χρηματοδότησής της ή το νομικό καθεστώς της ως δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου. Συνεπώς, το ΔΕΕ έκρινε ότι το κριτήριο της διάρθρωσης του κύκλου εργασιών μιας οντότητας και του μεριδίου που καταλαμβάνουν σε αυτόν τα έσοδα που προέρχονται από τις οικονομικές δραστηριότητές της, καθώς και το νομικό καθεστώς των μελών της δεν συνιστούν καθοριστικά κριτήρια, αλλά μπορούν να λαμβάνονται απλώς υπόψη στο ευρύτερο πλαίσιο της ανάλυσης του συνόλου των περιστάσεων που ασκούν επιρροή στον προσδιορισμό του πρωταρχικού σκοπού που επιδιώκει μια οντότητα.

Συναφώς, το ΔΕΕ σημείωσε πως το άρθρο 2 σημείο 83 του ΓΑΚ 651/2014, εκτός από την υποχρέωση της χωριστής λογιστικής καταχώρισης της χρηματοδότησης, των δαπανών και των εσόδων από τυχόν οικονομικές δραστηριότητες μιας οντότητας, δεν επιβάλλει, για τον χαρακτηρισμό της ως «οργανισμού έρευνας και διάδοσης γνώσεων», καμία απαίτηση σχετικά με την εκ μέρους της χρήση και την ενδεχόμενη επανεπένδυση των εσόδων της, που προέρχονται από την κύρια, ερευνητική δραστηριότητά της, στην ίδια αυτή κύρια δραστηριότητα.

https://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf;jsessionid=B09B59D6DD1F2E5D7F806B2877AAB58E?text=&docid=267132&pageIndex=0&doclang=EL&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=111940
Επιστροφή



ΔηΣΚΕ & αγορά Οδηγός ΜοΚΕ κρατικών ενισχύσεων
      Powered by Softways S.A. Με τη συγχρηματοδότηση της Ελλάδας και της Ε.Ε.