28/02/2024 |
Προνόμια δημόσιας εξουσίας και έργα υποδομών – Τ-364/20
Δανία/Επιτροπή – Όλες οι μη οικονομικές δραστηριότητες δεν συνδέονται υποχρεωτικά με την άσκηση προνομίων δημόσιας εξουσίας, διότι περιλαμβάνουν επίσης τις δραστηριότητες που δεν συνίστανται στην παροχή αγαθών ή υπηρεσιών σε δεδομένη αγορά υπό συνθήκες ανταγωνισμού. Το γεγονός ότι κράτος μέλος κάνει χρήση προνομίων δημόσιας εξουσίας για να δημιουργήσει έναν φορέα που θα είναι υπεύθυνος για την κατασκευή και τη λειτουργία υποδομής δεν συνεπάγεται κατ’ ανάγκην ότι οι δραστηριότητες του φορέα αυτού συνδέονται, επίσης, με την άσκηση προνομίων δημόσιας εξουσίας, αλλά ο φορέας αυτός μπορεί να ασκεί και οικονομική δραστηριότητα. Δεν αναιρεί την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας το γεγονός ότι ύψος των τελών που χρεώνονται στους χρήστες δημόσιας υποδομής για τη χρήση της υποδομής δεν καθορίζεται βάσει λογικής της αγοράς
|
Το 2008, η Δανία και η Γερμανία συμφώνησαν στη κατασκευή του Fehmarn, ενός έργου σταθερής σύνδεσης των δύο κρατών που αποτελείται από οδικές και σιδηροδρομικές συνδέσεις, καθώς και τη λεγόμενη ‘Σταθερή Ζεύξη’, μία υποθαλάσσια σήραγγα, μήκους περίπου 19 χιλιομέτρων, η οποία συνδέει την δανέζικη πόλη Rødby, τη δανέζικη νήσο Lolland και τη γερμανική πόλη Puttgarden, περνώντας κάτω από τη Βαλτική θάλασσα και περιλαμβάνει ηλεκτροκίνητη σιδηροδρομική γραμμή και αυτοκινητόδρομο. Η δανέζικη δημόσια οντότητα Femern ιδρύθηκε ειδικά για την χρηματοδότηση, κατασκευή και λειτουργία της Σταθερής Ζεύξης. Η απαιτούμενη χρηματοδότηση θα εξασφαλιζόταν από εισφορές κεφαλαίου, δάνεια εγγυημένα από το δανέζικο δημόσιο και κρατικά δάνεια προς τη Femern. Από την έναρξη λειτουργίας της Σταθερής Ζεύξης, η Femern θα εισπράττει τα τέλη από τους χρήστες της Σταθερής Ζεύξης, για την εξόφληση του χρέους της. Τα μέτρα χρηματοδότησης για την κατασκευή της Σταθερής Ζεύξης κοινοποιήθηκαν στην Επιτροπή, η οποία το 2009 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι θα μπορούσαν να μη θεωρηθούν κρατικές ενισχύσεις στον βαθμό που η Femern είχε ενεργήσει ως δημόσια αρχή (SA.28102/2009). Πάντως, ακόμη και εάν ωφελούσαν πιθανώς τον μελλοντικό φορέα εκμετάλλευσης της Σταθερής Ζεύξης, μπορούσαν, εν πάση περιπτώσει, να θεωρηθούν συμβατές κρατικές ενισχύσεις.
Μετά από σειρά καταγγελιών, η Επιτροπή εξέδωσε την απόφαση SA.39078/2015, με την οποία διαπίστωσε ότι τα επίμαχα μέτρα, ακόμη και εάν συνιστούσαν κρατικές ενισχύσεις, ήταν πάντως συμβατά με την Ανακοίνωση 2014 για τα ΣΕΚΕΕ. Κατόπιν προσφυγών ακυρώσεως, το ΓεΔΕΕ (T‑630/15 και Τ-631/15) κι εν συνεχεία το ΔΕΕ (C‑174/19 P και C‑175/19 P) καταλόγισαν στην Επιτροπή ότι είχε παραβιάσει την υποχρέωσή της να κινήσει επίσημη διαδικασία έρευνας. Κατόπιν τούτων, το 2019 η Επιτροπή κίνησε επίσημη διαδικασία έρευνας όσον αφορά την επίμαχη χρηματοδότηση και διαπίστωσε ότι ένα τμήμα των μέτρων δεν συνιστούσε κρατική ενίσχυση, ενώ ένα άλλο τμήμα, το οποίο περιελάμβανε εισφορές κεφαλαίου και συνδυασμό κρατικών δανείων και κρατικών εγγυήσεων υπέρ της Femern, ήταν, τουλάχιστον εν μέρει, παράνομη ενίσχυση, πλην όμως συμβατή με την Ανακοίνωση 2014 για τα ΣΕΚΕΕ (SA.39078/2020). Η Δανία άσκησε προσφυγή ακυρώσεως ενώπιον του ΓεΔΕΕ (Τ-364/20), υποστηρίζοντας ότι τα επίμαχα μέτρα δεν αποτελούσαν κρατικές ενισχύσεις.
Το ΓεΔΕΕ εξέτασε, εν πρώτοις, εάν η Femern ασκούσε «αρμοδιότητες δημόσιας αρχής» και εάν είχε «προνόμια δημόσιας εξουσίας», θεωρώντας ότι οι δύο αυτές έννοιες αλληλεπικαλύπτονται στην ένδικη διαφορά. Αφού παρέθεσε προηγούμενη νομολογία αναφορικά με τα πεδία στα οποία ασκούνται προνόμια δημόσιας εξουσίας, συμπέρανε ότι η έννοια της «δραστηριότητας που συνδέεται με την άσκηση προνομίων δημόσιας εξουσίας» καλύπτει, μεταξύ άλλων, τις δραστηριότητες οι οποίες προϋποθέτουν τη χρήση είτε προνομίων που δεν υπόκεινται στους γενικούς κανόνες δικαίου, όπως οι κανονιστικές εξουσίες ή οι εξουσίες καταναγκασμού, είτε προνομίων δημόσιας εξουσίας που είναι δεσμευτικά έναντι των πολιτών και των επιχειρήσεων, όπως επίσης και τις δραστηριότητες οι οποίες αποσκοπούν στη διασφάλιση της τήρησης της ισχύουσας νομοθεσίας. Στο σημείο αυτό, το ΓεΔΕΕ παρατήρησε πως, καίτοι ο όρος «ουσιώδεις λειτουργίες του κράτους» δεν ορίζεται από το ενωσιακό δίκαιο, εντούτοις από το άρθρο 4 (2) ΣΕΕ προκύπτει ότι περιλαμβάνει τις δραστηριότητες που έχουν ως αντικείμενο τη διαφύλαξη της εδαφικής ακεραιότητας, τη διατήρηση της δημόσιας τάξης και την προστασία της εθνικής ασφάλειας, χωρίς όμως να περιορίζεται σε αυτές. Υπό ορισμένες περιστάσεις, μπορεί να γίνει δεκτό ότι οι δραστηριότητες ενός φορέα συναρτώνται με την άσκηση προνομίων δημόσιας εξουσίας εφόσον εμπίπτουν στις ουσιώδεις λειτουργίες του κράτους. Ο όρος «προνόμια» δεν καλύπτει γενικώς κάθε αποστολή δημόσιας υπηρεσίας ή δημόσιας αρχής. Ωστόσο, στην ένδικη υπόθεση, η Επιτροπή δεν είχε υποπέσει σε νομικό σφάλμα, κρίνοντας ότι ένας φορέας ενεργεί ως δημόσια αρχή ή ασκεί δημόσια εξουσία, όταν η δραστηριότητά του συνδέεται με τις ουσιώδεις λειτουργίες του κράτους, ως εκ της φύσης της, του σκοπού της και των κανόνων στους οποίους υπόκειται. Περαιτέρω, το ΓεΔΕΕ σημείωσε ότι όλες οι μη οικονομικές δραστηριότητες δεν ταυτίζονται με την άσκηση προνομίων δημόσιας εξουσίας, διότι περιλαμβάνουν επίσης τις δραστηριότητες που δεν συνίστανται στην παροχή αγαθών ή υπηρεσιών σε δεδομένη αγορά υπό συνθήκες ανταγωνισμού. Το γεγονός ότι σε έναν φορέα ανατίθενται ορισμένες αποστολές γενικού συμφέροντος δεν αποκλείει τον χαρακτηρισμό των επίμαχων δραστηριοτήτων ως οικονομικών.
Εξετάζοντας, εν συνεχεία, εάν η κατασκευή και εκμετάλλευση της Σταθερής Ζεύξης συνιστά άσκηση δημόσιας εξουσίας, το ΓεΔΕΕ παρατήρησε πως το γεγονός ότι ένας φορέας αποτελεί δημόσιο οργανισμό που τελεί υπό την εποπτεία υπουργείου δεν αρκεί για να αποκλειστεί ο χαρακτηρισμός του ως επιχείρησης. Εφόσον το ίδιο το κράτος ή ένας κρατικός φορέας μπορεί να δρα ως επιχείρηση, το γεγονός και μόνον ότι ένας φορέας τελεί υπό τον αυστηρό έλεγχο των δημοσίων αρχών και οφείλει να τηρεί ορισμένες υποχρεώσεις δημοσίου δικαίου τις οποίες υπέχει η δημόσια διοίκηση, δεν σημαίνει ότι οι δραστηριότητες του φορέα αυτού συνδέονται με την άσκηση προνομίων δημόσιας εξουσίας. Αντίστοιχα, δεν συνεπάγεται την άσκηση προνομίων δημόσιας εξουσίας η εκπλήρωση διεθνών υποχρεώσεων από τον εν λόγω φορέα Με βάση τις παραπάνω αρχές, το ΓεΔΕΕ αποφάνθηκε ότι η Femern δεν ασκούσε προνόμια δημόσιας εξουσίας.
Το ΓεΔΕΕ έκρινε, ακόμα, ότι το γεγονός πως ένας τομέας δεν είναι ανοικτός στον ανταγωνισμό, δεν συνιστά ένδειξη ότι, κατ’ αρχήν, η οικεία δραστηριότητα συνδέεται με την άσκηση προνομίων δημόσιας εξουσίας. Ορισμένες δραστηριότητες μπορεί να κρίνονται ως μη οικονομικές, αναλόγως του τρόπου με τον οποίον οργανώνονται και όχι επειδή συναρτώνται με την άσκηση προνομίων δημόσιας εξουσίας. Οικονομική δραστηριότητα δεν αποκλείεται να υπάρχει και όταν σε έναν φορέα έχουν ανατεθεί προνόμια δημόσιας εξουσίας για την άσκηση μέρους των δραστηριοτήτων του. Εν προκειμένω, είχαν ανατεθεί στη Femern καθήκοντα οδικής αρχής και διαχείρισης της σιδηροδρομικής υποδομής, καθώς και η αρμοδιότητα να καταρτίζει τα σχέδια ασφαλείας της Σταθερής Ζεύξης. Εφόσον ένας δημόσιος φορέας ασκεί οικονομική δραστηριότητα, η οποία μπορεί να διαχωριστεί από την άσκηση των προνομίων του δημόσιας εξουσίας, ο φορέας αυτός, ως προς τη συγκεκριμένη δραστηριότητα, ενεργεί ως επιχείρηση, ενώ σε περίπτωση που η εν λόγω οικονομική δραστηριότητα είναι αδιαχώριστη από την άσκηση των προνομίων του δημόσιας εξουσίας, τότε το σύνολο των δραστηριοτήτων που ασκεί ο φορέας θεωρείται ότι συνδέεται με την άσκηση των προνομίων του. Συνεπώς, δεν υπάρχει κανένα όριο κάτω του οποίου πρέπει να γίνεται δεκτό ότι το σύνολο των δραστηριοτήτων ενός φορέα είναι μη οικονομικές, ακόμη και σε περίπτωση που οι οικονομικές δραστηριότητες αποτελούν το μικρότερο μέρος των συνολικών του δραστηριοτήτων. Στη βάση αυτή, το ΓεΔΕΕ έκρινε ότι η Δανία δεν είχε αποδείξει πως οι οικονομικές και μη οικονομικές δραστηριότητες της Femern ήταν αδιαχώριστες, και άρα οι δραστηριότητες της Femern, λαμβανομένων υπόψη της φύσης τους, του αντικειμένου τους και των κανόνων στους οποίους υπόκεινται, δεν συνιστούν, αυτές καθ’ εαυτές, δραστηριότητες που εμπίπτουν στην άσκηση δημόσιας εξουσίας.
Επί της ύπαρξης ανταγωνισμού μεταξύ της Σταθερής Ζεύξης και άλλων επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνταν στην επίμαχη περιοχή, το ΓεΔΕΕ σημείωσε αρχικά ότι υφίστατο ανταγωνίστρια επιχείρηση που διενεργούσε μεταφορές για τη διέλευση του πορθμού Fehmarn. Με δεδομένο ότι το επίπεδο των τιμών αποτελεί στοιχείο που λαμβάνεται υπόψη από τον καταναλωτή κατά την επιλογή του να χρησιμοποιήσει, για τη διέλευση του πορθμού Fehmarn, είτε τη Σταθερή Ζεύξη είτε τα πορθμεία, προέκυπτε σχέση υποκατάστασης μεταξύ των υπηρεσιών που θα προσφέρει η Femern και των υπηρεσιών τις οποίες παρέχει ο φορέας εκμετάλλευσης των πορθμείων. Ακόμη κι αν προσφέρουν διαφορετικές υπηρεσίες, βρίσκονται πάντως στην ίδια αγορά και οι καταναλωτές έχουν τη δυνατότητα επιλογής μεταξύ τους. Περαιτέρω, το ΓεΔΕΕ έκρινε πως, το γεγονός ότι κράτος μέλος κάνει χρήση προνομίων δημόσιας εξουσίας για να δημιουργήσει έναν φορέα που θα είναι υπεύθυνος για την κατασκευή και τη λειτουργία υποδομής δεν συνεπάγεται κατ’ ανάγκην ότι οι δραστηριότητες του φορέα αυτού συνδέονται επίσης με την άσκηση προνομίων δημόσιας εξουσίας. Με δεδομένο ότι υπάρχουν ήδη ιδιωτικές επιχειρήσεις οι οποίες παρέχουν υπηρεσίες μεταφοράς σε άλλες συνδέσεις που αποτελούν εναλλακτική λύση για τη διέλευση του πορθμού, δεν προέκυπτε με κανέναν τρόπο ότι η Σταθερή Ζεύξη προοριζόταν για την κάλυψη κενών της ιδιωτικής πρωτοβουλίας.
Όσον αφορά το γεγονός ότι η Femern θα εισπράττει τέλη όταν θα λειτουργήσει η Σταθερή Ζεύξη, το ΓεΔΕΕ παρατήρησε ότι οι κανόνες κρατικών ενισχύσεων δεν απαιτούν να επιβάλλεται από τα κράτη μέλη χρέωση για την πρόσβαση σε υποδομές μεταφοράς, αλλά αντιθέτως παρέχουν διακριτική ευχέρεια επιλογής εάν η πρόσβαση θα παρέχεται δωρεάν ή έναντι αμοιβής. Όταν το κράτος μέλος αποφασίζει, στο πλαίσιο της εφαρμογής της πολιτικής του στον τομέα των μεταφορών, ότι η διάθεση μιας υποδομής γίνεται δωρεάν προς το κοινό συμφέρον, τούτο μπορεί να αποτελεί ένδειξη προκειμένου να διαπιστωθεί ότι η υποδομή δεν αποτελεί αντικείμενο οικονομικής εκμετάλλευσης. Αντιθέτως, όταν το κράτος μέλος αποφασίζει, όπως εν προκειμένω, να εξαρτήσει την πρόσβαση στην υποδομή από την καταβολή τέλους, προκειμένου να πραγματοποιηθούν έσοδα προοριζόμενα για ειδικό σκοπό, και δη για την αποπληρωμή των υποχρεώσεων της Femern για τη χρηματοδότηση του σχεδιασμού και της κατασκευής της Σταθερής Ζεύξης, πρέπει να γίνει δεκτό ότι η υποδομή αποτελεί αντικείμενο οικονομικής εκμετάλλευσης. Επομένως, είναι κρίσιμο στοιχείο το γεγονός ότι η πρόσβαση στη Σταθερή Ζεύξη εξαρτάται από την καταβολή τελών. Στη βάση αυτή, το ΓεΔΕΕ έκρινε ότι, ακόμη και εάν τα έσοδα μίας δραστηριότητας πρέπει υποχρεωτικώς να επανεπενδύονται σε μη οικονομικές δραστηριότητες, οι αμειβόμενες δραστηριότητες δεν παύουν να αναπτύσσονται στην αγορά, και άρα να έχουν οικονομικό χαρακτήρα. Συνεπώς, ακόμη κι αν η Femern ήταν υποχρεωμένη να επανεπενδύει τα κέρδη της για τη χρηματοδότηση των υποδομών, αυτό δεν αναιρεί ότι ασκεί οικονομική δραστηριότητα. Ούτε αναιρεί την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας το γεγονός ότι ύψος των τελών για τη χρήση της Σταθερής Ζεύξης δεν καθορίζεται βάσει λογικής της αγοράς. Το γεγονός και μόνον ότι η δανέζικη διοίκηση οριοθετεί το ύψος των τελών βάσει μακροοικονομικών εκτιμήσεων που συνδέονται με την πολιτική των μεταφορών δεν αρκεί για να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η δραστηριότητα εκμετάλλευσης της Σταθερής Ζεύξης δεν συνιστά οικονομική δραστηριότητα.
Ενόψει των ανωτέρω, το ΓεΔΕΕ απέρριψε την προσφυγή ακυρώσεως.
https://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf;jsessionid=01468876E5D9CA3518FE401A8707032F?text=&docid=283262&pageIndex=0&doclang=EL&mode=lst&dir=&occ=first&part=1&cid=1066655 |
|
|
|
|