Αγγλικά

06/10/2021 Ευνοϊκή φορολογική μεταχείριση της υπεραξίας μετοχών – ΔΕΕ C-51/19 P & C-64/19 P

Φορολογικό μέτρο που αποσκοπεί στην προώθηση των εξαγωγών, μπορεί να θεωρηθεί ως επιλεκτικού χαρακτήρα, εφόσον ωφελεί επιχειρήσεις που πραγματοποιούν διασυνοριακές πράξεις έναντι άλλων επιχειρήσεων οι οποίες πραγματοποιούν πράξεις ίδιας φύσης στην ημεδαπή και βρίσκονται σε συγκρίσιμη πραγματική και νομική κατάσταση, υπό το πρίσμα του σκοπού που επιδιώκεται με το οικείο φορολογικό καθεστώς
Κατόπιν καταγγελίας, η Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας όσον αφορά τη διάταξη που προστέθηκε στον ισπανικό νόμο περί φόρου εταιριών, σύμφωνα με την οποία, όταν επιχείρηση που φορολογείται στην Ισπανία αποκτά μερίδια στο κεφάλαιο «αλλοδαπής εταιρίας» τουλάχιστον της τάξης του 5% και τα διακρατεί αδιαλείπτως για χρονική περίοδο τουλάχιστον ενός έτους, η προκύπτουσα χρηματοοικονομική υπεραξία μπορεί να εκπέσει, υπό τη μορφή απόσβεσης, από τη βάση επιβολής του φόρου εταιριών τον οποίο οφείλει η οικεία επιχείρηση. Στο πλαίσιο αυτό, προκειμένου μια εταιρία να χαρακτηριστεί ως «αλλοδαπή», πρέπει να υπόκειται σε φόρο πανομοιότυπο με τον εφαρμοζόμενο στην Ισπανία και τα έσοδά της πρέπει να προέρχονται πρωτίστως από επιχειρηματικές δραστηριότητες που πραγματοποιούνται στο εξωτερικό.

Η Επιτροπή έκρινε ότι με το επίμαχο μέτρο εισήχθη διαφορετική μεταχείριση μεταξύ εθνικών και αλλοδαπών συναλλαγών, καθώς και ότι αυτό παρέκκλινε από τον ισχύοντα γενικό κανόνα που προέβλεπε ότι η απόσβεση της υπεραξίας είναι δυνατή μόνο στην περίπτωση συνένωσης επιχειρήσεων και όχι με την απόκτηση απλώς ενός ελάχιστου ποσοστού επί του μετοχικού κεφαλαίου άλλης εταιρίας. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή κήρυξε μη συμβατό το επίμαχο μέτρο, κατά το μέρος που εφαρμόζεται επί της απόκτησης μεριδίων στο κεφάλαιο εταιριών εγκατεστημένων εντός της ΕΕ (1η απόφαση Επιτροπής). Συνέχισε όμως τη διεξαγωγή της επίσημης διαδικασίας έρευνας όσον αφορά την απόκτηση μεριδίων στο κεφάλαιο εταιριών εκτός της ΕΕ μετά το πέρας της οποίας, η Επιτροπή έκρινε ότι το επίμαχο μέτρο συνιστά παράνομο και μη συμβατό καθεστώς ενισχύσεων και διέταξε την Ισπανία να ανακτήσει τις ενισχύσεις που χορήγησε παράνομα (2η απόφαση Επιτροπής) [C 45/07 (πρώην NN 51/07, πρώην CP 9/07)].

Οι προαναφερόμενες αποφάσεις της Επιτροπής ακυρώθηκαν, αρχικά, από το ΓεΔΕΕ (Τ‑219/10 και T‑399/11), το οποίο, στη συνέχεια, κλήθηκε να τις επανεξετάσει, κατόπιν αναίρεσης των αποφάσεών του από το ΔΕΕ (C‑20/15 P και C‑21/15 P). Οι προσφυγές της World Duty Free Group SA (WDFG) απορρίφθηκαν, τελικά, από το ΓεΔΕΕ που έκρινε ότι το επίμαχο μέτρο συνιστούσε παράνομη κρατική ενίσχυση (ΓεΔΕΕ Τ‑219/10 RENV και T‑399/11 RENV).

Στη συνέχεια, τόσο η WDFG όσο και η Ισπανία άσκησαν εκ νέου αίτηση αναίρεσης ενώπιον του ΔΕΕ, ισχυριζόμενες ότι το ΓεΔΕΕ υπέπεσε σε ορισμένα νομικά σφάλματα κατά την εφαρμογή της μεθόδου ανάλυσης σε τρία στάδια της επιλεκτικότητας φορολογικών μέτρων, δηλαδή α) κατά τον προσδιορισμό του συστήματος αναφοράς, β) τη διαπίστωση παρέκκλισης του επίμαχου μέτρου από το εν λόγω σύστημα και γ) τη δικαιολόγηση ή μη αυτής της παρέκκλισης βάσει της φύσης και της οικονομίας του συστήματος αναφοράς.

Καταρχάς, το ΔΕΕ παρατήρησε ότι, όταν ένα φορολογικό μέτρο δεν μπορεί να διαχωριστεί από το συνολικό φορολογικό σύστημα του οικείου κράτους μέλους, πρέπει να γίνεται παραπομπή στο σύστημα αυτό. Αντιθέτως, όταν προκύπτει ότι τέτοιου είδους μέτρο μπορεί σαφώς να διαχωριστεί από το συνολικό σύστημα, δεν αποκλείεται το πλαίσιο αναφοράς το οποίο πρέπει να ληφθεί υπόψη να είναι πιο περιορισμένο από το συνολικό σύστημα, ή ακόμη και να ταυτίζεται με αυτό καθ’ εαυτό το μέτρο, όταν το τελευταίο εμφανίζεται ως κανόνας με αυτοτελή νομική λογική και δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί ένα συνεκτικό σύνολο κανόνων δικαίου εκτός του εν λόγω μέτρου. Εν προκειμένω, το ΔΕΕ παρατήρησε ότι, παρόλο που το επίμαχο μέτρο έχει καταρχήν γενικό χαρακτήρα, ο οποίος συνίσταται στο ότι μπορούν a priori να υπαχθούν σ’ αυτό όλες οι επιχειρήσεις οι οποίες υπόκεινται στον φόρο εταιριών, δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο να είναι τελικά επιλεκτικό.

Ειδικότερα, το ΔΕΕ σημείωσε πως ένα μέτρο όπως το επίμαχο στην υπό κρίση περίπτωση, το οποίο αποσκοπεί στην προώθηση των εξαγωγών, μπορεί να θεωρηθεί ως επιλεκτικού χαρακτήρα, εφόσον ωφελεί τις επιχειρήσεις που πραγματοποιούν πράξεις επενδυτικής φύσης στην αλλοδαπή έναντι άλλων επιχειρήσεων οι οποίες βρίσκονται σε συγκρίσιμη πραγματική και νομική κατάσταση, υπό το πρίσμα του σκοπού που επιδιώκεται με το οικείο φορολογικό καθεστώς, αλλά πραγματοποιούν πράξεις της ίδιας φύσης στην ημεδαπή.

Περαιτέρω, το ΔΕΕ έκρινε ότι, παρόλο που το ΓεΔΕΕ εσφαλμένα δέχθηκε ότι ο σκοπός του συστήματος αναφοράς έγκειται στη συνοχή μεταξύ της φορολογικής μεταχείρισης και της λογιστικής μεταχείρισης της υπεραξίας, δεν αποδείχθηκε ότι ο πραγματικά επιδιωκόμενος σκοπός της φορολογικής ουδετερότητας μπορούσε να αποκλείσει τον επιλεκτικό χαρακτήρα της ενίσχυσης κατά το δεύτερο στάδιο της προαναφερόμενης μεθόδου ανάλυσης της επιλεκτικότητας του μέτρου.

Κατόπιν των ανωτέρω, το ΔΕΕ απέρριψε τις αιτήσεις αναίρεσης και καταδίκασε τις προσφεύγουσες στα δικαστικά έξοδα.

https://curia.europa.eu/juris/document/document.jsf?text=&docid=247042&pageIndex=0&doclang=EL&mode=req&dir=&occ=first&part=1&cid=37976375



Το ίδιο νομικό ζήτημα απασχόλησε το ΔΕΕ και στις υποθέσεις C-50/19 P (Sigma Alimentos Exterior/Επιτροπή), C-55/19 P (Prosegur Compañía de Seguridad/Επιτροπή) και C-53/19 P (Banco Satander και Santusa/Επιτροπή).
Επιστροφή



ΔηΣΚΕ & αγορά Οδηγός ΜοΚΕ κρατικών ενισχύσεων
      Powered by Softways S.A. Με τη συγχρηματοδότηση της Ελλάδας και της Ε.Ε.